Τα γιορτινά του φοράει το νησί της Εύβοιας, και ετοιμάζεται να υποδεχτεί τα Χριστούγεννα με έθιμα και παραδόσεις που έχουν τις ρίζες τους βαθιά πίσω στο χρόνο. Η προετοιμασία ξεκινά από πολύ νωρίς, με την νηστεία σαράντα ημερών, και την εκτροφή του χοίρου. Τα έθιμα στην Εύβοια περιλαμβάνουν το χάλασμα (σφάξιμο) του θρεφταριού ή γνωστό και ως «χοιροσφάγια» και το ψήσιμο της Χριστόπιτας ή Χριστόψωμου που ήταν στολισμένη (ξόμπλιασμα).Την παραμονή των Χριστουγέννων εκτός από τα Κάλαντα των μικρών παιδιών, στα σπίτια γινόντουσαν οι προετοιμασίες με τα φαγητά των ημερών που σήμερα διατηρούνται αναλλοίωτα σε πολλές περιοχές. Έτοιμα είχαν τα λουκάνικα, τις ματιές ή μπούμπες ή μπαμπίτσες (χοιρινό έντερο γεμισμένο με πλιγούρι και ρύζι), τις πηχτές, τους πασπαλάδες, λίπος χοιρινό και τα κομμάτια κρέας για σούβλισμα (σουβλιμάδες) και ψησιμο.
Για τη γιορτή των Χριστουγέννων οι προετοιμασίες ξεκινούσαν από πολύ νωρίς. Οι γυναίκες ασβέστωναν και καθάριζαν το σπίτι, γυάλιζαν το καζάνι και τα τζετζερέδια (χάλκινες κατσαρόλες), έκοβαν στο χερόμυλο το χοντρό αλάτι για το χοιρινό, ετοίμαζαν τα μπαχαρικά και έφτιαχναν τα χριστουγεννιάτικα γλυκά. Μερικά από αυτά ήταν τα μελομακάρονα, οι δίπλες, οι κουραμπιέδες, τα αυγοκαλάμαρα, και στην περιοχή Κύμης – Αυλωναρίου- Αλιβερίου τα αμυγδαλωτά και οπωσδήποτε ο ξακουστός «Κουμιώτικος» μπακλαβάς, παραδοσιακός σιροπιαστός γλυκός, γνωστός για την τέλεια τεχνική του και τη χρήση της αμυγδαλόψιχας, με ιστορία βαθιά ριζωμένη στην κουμιώτικη παράδοση. Την παραμονή των Χριστουγέννων έσφαζαν το χοιρινό ενώ οι μικροί έβγαιναν και έλεγαν τα κάλαντα.
Χοιροσφάγια
Τα χοιροσφάγια ήταν η σφαγή του χοίρου που γινόταν την παραμονή των Χριστουγέννων. Με το κρέας του χοιρινού παρασκεύαζαν διάφορα φαγητά. Κάθε σπιτικό έθρεφε το δικό του γουρούνι, από την αρχή σχεδόν του χρόνου. Πρώτα ετοίμαζαν τις «ματιές», δηλαδή γέμιζαν το στομάχι και το παχύ έντερο του χοίρου με σιτάρι κομμένο, σταφίδες, καρύδια και διάφορα μυρωδικά. Ύστερα το ψήνανε στο φούρνο και όταν κρύωνε το κόβανε σε φέτες και τα σερβίρανε στο γιορτινό τραπέζι. Ύστερα φτιάχνανε την «πηχτή». Δηλαδή το κεφάλι, τα πόδια και την ουρά του χοιρινού το βράζανε με νερό, ξύδι και σκόρδο. Κατόπιν παρασκεύαζαν τα περίφημα λουκάνικα, με κομμάτια κρέας, μπαχαρικά, πιπεριές, σκόρδο και φλούδα πορτοκαλιού.
Ένα μέρος του χοιρινού, που λαχταρούσαν τα παιδιά ήταν η ουροδόχος κύστη, η περίφημη “φούσκα”. Αφού την έτριβαν στη στάχτη, την φούσκωναν και τη χρησιμοποιούσαν για μπάλα και μπαλόνι. Τα δύσκολα κείνα χρόνια της ανέχειας ήταν το μοναδικό Χριστουγεννιάτικο παιχνίδι.
ΤΑ ΚΑΛΑΝΤΑ
Κι ενώ οι μεγάλοι παρασκεύαζαν τα διάφορα φαγητά, από το χοιρινό, οι μικροί ξεχύνονταν στους δρόμους πριν ακόμη ξημερώσει, για να φέρουν στα σπίτια το μήνυμα του μεγάλου γιορτασμού. Χτυπούσαν με ραβδιά τις πόρτες ρυθμικά και τραγουδούσαν τα κάλαντα. Τα παιδιά ήταν παντού καλοδεχούμενα. Τα κάλαντα είναι κύρια ευχετικά και περιέχουν επαίνους για τον νοικοκύρη, την νοικοκυρά και τα άλλα μέλη της οικογένειας. Παραθέτουμε ευχετικά κάλαντα από την Βόρεια Εύβοια και την Κάρυστο.
ΣΤΟΝ ΑΦΕΝΤΗ
«Σ” αυτά τα σπίτια τα ψηλά, τα μαρμαροστρωμένα, μα δω ‘ναι χύση το φλωρί, μα δω ‘ναι χύση τ’ άσπρα. Αφέντη μ’ αφεντάκι μου, πέντε βολές αφέντη, πέντε βολές αφέντηζες και πάλι αφέντης είσαι. Αφέντη όντας βουλήθηκες να πας καλό ταξίδι, Χίλιοι κρατούν το ράσο σου, Χίλιοι το ρητινό σου, Κι’ άλλοι χίλιοι παρακαλούν, αφέντη καβαλλίκα Κι αφέντης κοβαλίκεψε στη μέση στο φουσάτο».
(Από την Σκεπαστή Δ. Σέττα – Κάλαντα από την Βόρεια Εύβοια)
ΚΑΛΑΝΤΑ ΚΑΨΑΛΩΝ ΚΑΡΥΣΤΙΑΣ
«Χριστούγεννα πρωτούγεννα πρώτη γιορτή του Χρόνου για βγείτε, δείτε, μάθετε που ο Χριστός γεννιέται γεννιέται κι’ αναθρέφεται με μέλι και με γάλα το μέλι τρων οι άρχοντες το γάλα οι αφεντάδες και το μελισσοχόρταρο το τρώνε οι κυράδες. Ανοίχτε τα σεντούκια σας τα κατακλειδωμένα και δώστε μας τον κόπο μας απ’ το χρυσό πουγγί σας.
Αν είστε από τους πλούσιους φλουριά μη τα λυπάστε, αν είστε από τους δεύτερους τάλλαρα και δραχμίτσες κι’ αν είστε απ’ τους πεντάφτωχους ένα ζευγάρι κότες και σας καληνυχτίζουμε πέστε να κοιμηθείτε ολίγον ύπνον πάρετε και ευθύς να σηκωθείτε στην εκκλησιά να τρέξετε μ’ όλη την προθυμία και του Χριστού ν’ ακούσετε την Θεία λειτουργία. Και του Χρόνου και εις έτη πολλά».
(Χ. Μητραπέτρου Ιστορικά και Λαογραφικά της Καρυστίας -1990- σελ 129- 130).
Όταν τα παιδιά που έλεγαν τα κάλαντα δεν έμεναν ευχαριστημένα από το νοικοκύρη, ή όταν δεν τους άνοιγαν την πόρτα, τα λόγια ήταν σκωπτικά:
«Αφέντη μου, στην κάπα σου χίλιες χιλιάδες μέρες, άλλες γεννούν, άλλες κλωσούν, άλλες αυγά μαζώνουν…”.
Κάθε οικογένεια ζύμωνε μεγάλα χριστόψωμα με ψιλοκοσκινισμένο, σταρίσιο αλεύρι. Τα χριστόψωμα, για να διαφέρουν από τα άλλα συνηθισμένα ψωμιά τα ζύμωναν με μαγιά από κοπανισμένα ρεβίθια και τριμμένο ξηρό βασιλικό. Το «ψωμί του Χριστού», που ζυμώνεται την παραμονή των Χριστουγέννων με ιδιαίτερη ευλάβεια. Απαραίτητο στολίδι του είναι ο χαραγμένος σταυρός. Τελειώνοντας η εκκλησία το πρωί των Χριστουγέννων, ο παπάς πήγαινε από σπίτι σε σπίτι και σήκωνε το «ύψωμα». Έπειτα έπαιρνε το χριστόψωμο το τοποθετούσε στο κεφάλι του το πίεζε και το έσπαζε στα δύο. Αν το μεγαλύτερο κομμάτι έπεφτε στο δεξί το χέρι εκείνο το χρόνο θα γινόντουσαν πολλά σιτάρια, ενώ αν έπεφτε στο αριστερό το χέρι, θα γινόντουσαν πολλά καλαμπόκια.


Έτσι στρωνόταν το τραπέζι των Χριστουγέννων πανηγυρικά το βράδυ της παραμονής. Επάνω του τοποθετούσαν το χριστόψωμο και ένα πιάτο μέλι. Γύρω από αυτά σκόρπιζαν διάφορους ξηρούς καρπούς ( καρύδια, αμύγδαλα, φουντούκια κλπ). Πρώτα κόβουν «του Χριστού το ψωμί». Ανήμερα των Χριστουγέννων ο νοικοκύρης του σπιτιού παίρνει το χριστόψωμο, το σταυρώνει, το κόβει και το μοιράζει σε όλους όσοι παρευρίσκονται στο τραπέζι, σαν συμβολισμό της Θείας Κοινωνίας, όπου ο Χριστός έδωσε τον Άρτο σε όλη την ανθρώπινη οικογένειά του. Κι ενώ οι άνθρωποι γεύονταν τ’ αγαθά πού ‘φερε η γέννηση του Χριστού, στο τζάκι έκαιγε το κούτσουρο από το μεγάλο ξύλο (κορμό, μέρος δένδρου) που τοποθετούσαν από την παραμονή. Τα ξύλα που απόμεναν από την φωτιά, όπως και η στάχτη, είχαν δύναμη αποτρεπτική και χρησιμοποιούνταν για να προφυλάξουν το σπίτι και τα χωράφια τους από κάθε κακό, όπως ξωτικά, σκαθάρια και χαλάζι.
ΟΙ ΚΑΛΙΚΑΤΖΑΡΟΙ
Στην Εύβοια (κυρίως στη Βόρεια) και τη Σκιάθο, εικάζεται πως από 1η Δεκεμβρίου, οι καλικάντζαροι ετοιμάζουν το καράβι τους για να πάνε στο νησί. Την παραμονή των Χριστουγέννων το ρίχνουν στο γιαλό και φθάνουν ανήμερα. Από τότε και μέχρι τα Φώτα, κανείς δεν τολμάει να βγει νύχτα από το σπίτι του, γιατί θα τον βουβάνουν. Την παραμονή των Φώτων όμως, οι καλικάντζαροι τα μαζεύουν γρήγορα και φεύγουν τρέχοντας μην τους προφτάσει ο παπάς με τον αγιασμό και τους ζεματίσει.
Σε χωριά της Β.Εύβοιας, τα καλικαντζαράκια ήταν αυτά που έκαναν σκανταλιές στο σπίτι, αλλά φεύγοντας άφηναν δώρα στα παιδιά (τα παλιά χρόνια φρούτα, καραμέλες, γλυκίσματα θα έβρισκαν στο κρεβάτι τους τα μικρά παιδιά, αλλά και μουτζουρωμένα τα πρόσωπά τους, ή ραμμένα τα ρούχα τους πάνω στα σεντόνια – σκανταλιές των καλικάντζαρων κατά το προηγούμενο βράδυ!).
Η παραδοσιακή δοξασία από τα Βελούσια Ευβοίας για τους καλικάντζαρους και τα χριστουγεννιάτικα έθιμα προστασίας από αυτούς, θέλει τους καλικάντζαρους να εμφανίζονται γύρω στα Χριστούγεννα και του Άι-Βασιλιού. Μέχρι τότε κρατούσαν τη φωτιά στο τζάκι αναμμένη μέρα και νύχτα, για να μην σβήσει και κατέβουν από την καπνοδόχο στο σπίτι. Η φωτιά έμενε ζωντανή μέχρι να περάσει και του Άι-Βασιλιού. Ύστερα καθάριζαν τη στάχτη, τη μάζευαν και τη σκόρπιζαν γύρω – γύρω από το σπίτι, για να φύγουν οι καλικάντζαροι και να μην ξανάρθουν. Έλεγαν ότι οι καλικάντζαροι έχουν ουρές, μεγάλα αυτιά και κέρατα.
Η Βασιλόπιτα
Η βασιλόπιτα είναι ένα πρωτοχρονιάτικο έθιμο που κυριαρχεί σε όλη την Ελλάδα και όχι μόνο στην Εύβοια ακόμη και σήμερα. Παλαιότερα οι νοικοκυρές ζύμωναν μόνες τους τη βασιλόπιτα για το σπιτικό τους. Τότε η βασιλόπιτα ήταν ζυμωτό ψωμί. Πάνω της «κεντούσαν» διάφορα σχέδια, που γίνονταν με μαχαίρι, και τη στόλιζαν με καρύδια και αμύγδαλα. Στο εσωτερικό έβαζαν ένα κέρμα και επειδή ήταν γεωργικές οικογένειες τοποθετούσαν ένα κλαδί ελιάς, 1 κομμάτι από αμπέλι και ένα από άχυρο. Σε όποιον τύχαινε το κομμάτι με το κέρμα ήταν ο τυχερός της χρονιάς ενώ αντίστοιχα σε όποιον τύχαινε το κομμάτι με το κλαδί ελιάς, αμπελιού, άχυρο έλεγαν ότι εκείνη την χρονιά θα είχαν πολλές ελιές, αμπέλια και άχυρα.
Το Ρόδι
Ένα επίσης παλιό και συνηθισμένο έθιμο για τα παλαιότερα χρόνια ήταν το σπάσιμο του ροδιού. Ο αρχηγός του σπιτιού έσπαζε το ρόδι και όσο περισσότεροι σπόροι έπεφταν κάτω, τόσο περισσότερες θα ήταν οι χαρές που θα έφερνε ο καινούριος χρόνος.
Το Ποδαρικό
Ο πρώτος άνθρωπος που θα έμπαινε στο σπίτι την πρωτοχρονιά θεωρούσαν ότι θα φέρει τύχη ή ατυχία στο σπιτικό. Για αυτό το λόγο, θα έπρεπε να περάσει το κατώφλι του σπιτιού «με το δεξί», για να κάνει καλό « ποδαρικό»
Τα φώτα
Την ημέρα των φώτων, η κάθε οικογένεια έφτιαχνε καράβι από καλάμια και χαρτιά και τα αγόρια της οικογένειας έβγαιναν το βράδυ και έλεγαν τα κάλαντα. «Σήμερα τα φώτα κι ο φωτισμός η χαρά μεγάλη κι ο αγιασμός. Κάτω στον Ιορδάνη τον ποταμό κάθετ” η κυρά μας η Παναγιά. “Όργανο βαστάει, κερί κρατεί και τον Αϊ-Γιάννη παρακαλεί. “Αϊ-Γιάννη αφέντη και βαπτιστή βάπτισε κι εμένα Θεού παιδί. Ν” ανεβώ στον ουρανό να μαζέψω ρόδα και λίβανο». Μετά την λειτουργία, όπως και σήμερα, η κάθε ενορία πήγαινε στη πλησιέστερη θάλασσα, ποταμό, ή ακόμη και δεξαμενή και μετά τον αγιασμό ο παππάς ρίχνει το Σταυρό στο νερό πραγματοποιώντας με αυτό τον τρόπο τον αγιασμό των υδάτων! Όσοι από τους παρευρισκόμενους επιθυμούσαν, βουτούσαν στα παγωμένα νερά για να πιάσουν τον Σταυρό και να πάρουν την ευλογία!
Καλά Χριστούγεννα και ευτυχισμένες και χαρούμενες γιορτές σε όλη την Ελλάδα
Συντακτική ομάδα: Τουλούμη Ευαγγελία, Κικίδη Δήμητρα, Καρβελά Φιλίππα, Καρβελά Γωγωλέτα, Λέων Ιωάννα, Τζοβλά Γεωργία



Το Χριστόψωμο
Πρωτοχρονιάτικα Έθιμα
