Μουντιάλ
Το Παγκόσμιο Κύπελλο Ποδοσφαίρου ή αλλιώς Μουντιάλ είναι μια ποδοσφαιρική διοργάνωση, η οποία πραγματοποιείται κάθε τέσσερα χρόνια από την Διεθνές Ποδοσφαιρική Ομοσπονδία. Σε αυτήν παίρνουν μέρος οι εθνικές ομάδες των χωρών μελών της ομοσπονδίας, οι οποίες κατάφεραν να προκριθούν ύστερα από προκριματικούς αγώνες. Θεωρείται η κορυφαία ποδοσφαιρική διοργάνωση, η οποία καταφέρνει να προσελκύσει πλήθος θεατών, τηλεθεατών και χορηγών.
Ιστορία
Αν και η πρώτη ποδοσφαιρική ομάδα στον κόσμο δημιουργήθηκε το 1857 (Sheffield Football Club), μόλις το 1905 έγινε η πρώτη συζήτηση για τη δημιουργία ενός παγκόσμιου ποδοσφαιρικού πρωταθλήματος από τη FIFA (Παγκόσμια Ποδοσφαιρική Ομοσπονδία). Το ποδόσφαιρο έκανε την πρώτη παγκόσμια εμφάνισή του στους Ολυμπιακούς Αγώνες του 1908 στο Λονδίνο, αγώνες οι οποίοι δεν στέφθηκαν με επιτυχία. Όμως 13 χρόνια αργότερα ο Ζιλ Ριμέ εκλέχθηκε πρόεδρος της FIFΑ και ονειρεύτηκε όλος ο πλανήτης να ενωθεί με μία ποδοσφαιρική μπάλα, επιδιώκοντας να μιλήσουν όλοι τη «γλώσσα του ποδοσφαίρου». Έτσι το 1928, υπό την εποπτεία και προεδρία του Ριμέ, μία 5μελής επιτροπή (Μπονέ, Μέισλ, Ντελονέ, Φερετί και Λίνεμαν) σχεδίασε τη δημιουργία του Πρώτου Παγκοσμίου Κυπέλλου. Οι προτάσεις, που διαδέχονταν η μία μετά την άλλη, εγκρίθηκαν και ο Μπονέ έγινε ο πρόεδρος της Οργανωτικής Επιτροπής του Παγκοσμίου Κυπέλλου. Η χώρα στην οποία αποφασίστηκε τελικά να διοργανωθεί το πρώτο παγκόσμιο κύπελλο ήταν η Ουρουγουάη, παρά τις αντιρρήσεις πολλών ευρωπαϊκών χωρών, οι οποίες απείλησαν με αποχή τους από τη διοργάνωση εάν αυτή διεξαγόταν σε χώρα της Λατινικής Αμερικής. Στο τέλος, στις 7 Ιουλίου 1930 έγινε η πρώτη κλήρωση για τους 4 ομίλους του Παγκοσμίου Κυπέλλου με μόνο 13 ομάδες να συμμετέχουν, ενώ 6 μέρες αργότερα το σφύριγμα του διαιτητή Ντομίνγκο Λομπάρντι ξεκίνησε τον αγώνα μεταξύ Μεξικού και Γαλλίας. Στο 19ο λεπτό ο Γάλλος Λοράν άνοιξε το σκορ και έγινε ο πρώτος παίκτης που σκόραρε σε παγκόσμιο κύπελλο, σε έναν αγώνα όπου οι Γάλλοι επικράτησαν τελικά με 4-1. Η ιστορία αρχίζει να γράφεται…
Από το δεύτερο μουντιάλ του 1934, θεσπίστηκε η προκριματική φάση για να ορίζονται οι ομάδες που θα μετέχουν στην τελική φάση. Η προκριματική φάση γίνεται σε κάθε ηπειρωτική ζώνη (Αφρική, Ασία, Βόρεια και Κεντρική Αμερική και Καραϊβική, Νότια Αμερική, Ωκεανία, Ευρώπη) που επιτηρούνται από τις αντίστοιχες συνομοσπονδίες τους. Η FIFA ορίζει εκ των προτέρων τον αριθμό των θέσεων για κάθε ζώνη, που οδηγεί στην τελική φάση του Παγκοσμίου Κυπέλλου. Ο αριθμός αυτός προκύπτει τόσο από τη σχετική δυναμική των εθνικών ομάδων που μετέχουν στην εκάστοτε συνομοσπονδία, όσο και από την πίεση που ασκούν οι τελευταίες στην FIFA. Η διαδικασία των προκριματικών ξεκινά δύο χρόνια πριν από την έναρξη της τελικής φάσης. Οι δομές των προκριματικών τουρνουά διαφέρουν ανάμεσα στις ηπειρωτικές ζώνες. Συνήθως, μία ή δύο θέσεις αποδίδονται στους νικητές διηπειρωτικών playoff. Για παράδειγμα, ο νικητής της ζώνης της Ωκεανίας παίζει διπλό αγώνα (playoff) με τον πέμπτο της ζώνης της Νοτίου Αμερικής, για να προκύψει η ομάδα που θα πάρει το εισιτήριο για τα τελικά. Από το 1938 και ύστερα, οι διοργανώτριες χώρες παίρνουν αυτόματα μια θέση για τα τελικά, χωρίς να αγωνίζονται στην προκριματική φάση. Αυτό το προνόμιο είχαν κι οι νικήτριες χώρες για να υπερασπιστούν τον τίτλο τους στο επόμενο μουντιάλ, αλλά από το 2006 καταργήθηκε. Πλέον κι οι νικήτριες χώρες αγωνίζονται κανονικά στα προκριματικά της αντίστοιχης ηπειρωτικής τους ζώνης.
Τελική φάση
Στη σημερινή τελική φάση του Μουντιάλ μετέχουν 32 εθνικές ομάδες που αγωνίζονται για έναν περίπου μήνα στα γήπεδα της διοργανώτριας χώρας (ή χωρών, αν πρόκειται για συνδιοργάνωση). Η τελική φάση, με τη σειρά της, χωρίζεται σε δυο επιμέρους φάσεις, σε αυτή των ομίλων και των νοκ-άουτ αγώνων. Στη φάση των ομίλων, οι ομάδες χωρίζονται σε οκτώ ομίλους των τεσσάρων ομάδων. Οι οκτώ καλύτερες ομάδες του μουντιάλ (που προκύπτουν με βάση τη βαθμολογία της FIFA αλλά και την απόδοσή τους στα προηγούμενα μουντιάλ) μπαίνουν επικεφαλής σε κάθε όμιλο. Οι υπόλοιπες ομάδες κατανέμονται τυχαία. Από το μουντιάλ του 1998, έχουν θεσπιστεί περιορισμοί για να διασφαλίσουν ότι κανένας όμιλος δεν θα περιέχει 2 ευρωπαϊκές ομάδες, ή περισσότερες από μία ομάδα από κάθε άλλη συνομοσπονδία. Έτσι, η κάθε ομάδα δίνει τρεις αγώνες στον όμιλό της, ενώ στον τελευταίο γύρο (τρίτος αγώνας) οι αγώνες του ομίλου γίνονται ταυτόχρονα ώστε να είναι δίκαιο για όλες τις ομάδες. Οι δύο πρώτες ομάδες του κάθε ομίλου προκρίνονται για τη φάση των νοκ-άουτ αγώνων. Η βαθμολογία των ομάδων στους ομίλους γίνεται με πόντους. Από το 1994, η νίκη ισούται με τρεις πόντους, η ισοπαλία ισούται με έναν πόντο και η ήττα δεν δίνει πόντο (προηγουμένως η νίκη έδινε δύο πόντους αντί για τρεις). Αν δυο ή περισσότερες ομάδες ισοβαθμήσουν, χρησιμοποιούνται ως κριτήρια κατάταξης πρώτα η διαφορά τερμάτων, μετά το σύνολο των τερμάτων που πέτυχε κάθε ομάδα, ακολούθως τα αποτελέσματα των μεταξύ των ισοβαθμούντων ομάδων αγώνων και τέλος ο αριθμός των ισοπαλιών. Η φάση των αγώνων νοκ-άουτ διεξάγεται με μονούς αγώνες, από τους οποίους προκύπτει ένας νικητής. Αν υπάρξει ισοπαλία, τότε ακολουθεί παράταση του αγώνα και αν χρειαστεί εκτελούνται και πέναλτι. Η φάση των νοκ-άουτ ξεκινά από τον «γύρο των 16″, στον οποίο ο νικητής του κάθε ομίλου αντιμετωπίζει τον δεύτερο άλλου ομίλου. Μετά ακολουθούν τα προημιτελικά, τα ημιτελικά και ο μεγάλος τελικός. Οι ομάδες που ηττώνται στα ημιτελικά αγωνίζονται στον μικρό τελικό για την τρίτη θέση.
1930 Ουρουγουάη
1934 Ιταλία
1938 Ιταλία
1950 Ουρουγουάη
1954 Γερμανία
1958 Βραζιλία
1962 Βραζιλία
1966 Αγγλία
1970 Βραζιλία
1974 Γερμανία
1978 Αργεντινή
1982 Ιταλία
1986 Αργεντινή
1990 Γερμανία
1994 Βραζιλία
1998 Γαλλία
2002 Βραζιλία
2006 Ιταλία
2010 Ισπανία
2014 Γερμανία
(από το μαθητή Μιχάλη Γαργεράκη)
Σχολιάστε
Για να σχολιάσετε πρέπει να συνδεθείτε.