Η Βυζαντινή υμνογραφία των εορτών των Χριστουγέννων χαρακτηρίζεται όχι μόνο πλούσια και πανηγυρική αλλά έχει και μεγάλη ποιητική αξία. Οι καταβασίες, τα μεγαλυνάρια, τα στιχηρά ιδιόμελα, τα κοντάκια των ύμνων, οι κανόνες εκφράζουν αισθήματα δέους και θάμβους, κατάνυξης και ευλάβειας. Οι μεγάλοι υμνογράφοι στους ύμνους τους συμπυκνώνουν σε απαράμιλλους στίχους όλη τη θεολογία της Εκκλησίας.
Απολυτίκιο Χριστουγέννων
«Ἡ Γέννησίς σου Χριστὲ ὁ Θεὸς ἡμῶν
ἀνέτειλε τῷ κόσμῳ τὸ φῶς τὸ τῆς γνώσεως
ἐν αυτῇ γὰρ οἱ τοῖς ἄστροις λατρεύοντες
ὑπὸ ἀστέρος ἐδιδάσκοντο
Σὲ προσκυνεῖν τὸν ἥλιον τῆς δικαιοσύνης
καὶ Σὲ γινώσκειν ἐξ ὕψους ἀνατολήν
Κύριε δόξα Σοι.»
Ο Ιωάννης ο Δαμασκηνός (8ος αι.) συνέθεσε τον «κανόνα εις την Χριστού γέννησιν»:
«Νύμφης πανάγνου τὸν πανόλβιον τόκον,
ἰδεῖν ὑπὲρ νοῦν ἠξιωμένος χορός,
ἄγραυλος, ἐκλονεῖτο τῷ ξένῳ τρόπῳ
τάξιν μελωδούσάν τε τῶν Ἀσωμάτων,
Ἄνακτα Χριστόν, ἀσπόρως σαρκούμενον»
Ο Μέγιστος των Υμνογράφων Ρωμανός ο Μελωδός συνθέτει στιχηρά προεόρτια και τρία κοντάκια για τα Χριστούγεννα μεταξύ των οποίων το πλέον γνωστό:
«Ἡ Παρθένος σήμερον
τὸν Ὑπερούσιον τίκτει
καὶ ἡ Γῆ τὸ σπήλαιον
τῷ ἀπροσίτῳ προσάγει
Ἄγγελοι μετὰ ποιμένων δοξολογοῦσι
Μάγοι δὲ μετὰ αστέρος ὁδοιποροῦσι
Δι’ ἡμᾶς γὰρ ἐγεννήθη παιδίον νέον
ὁ πρὸ αἰώνων Θεός.»