Εθνομάρτυρες

Από τις τάξεις του κλήρου προέρχονται και πολλοί εθνομάρτυρες. Ονομάζονται έτσι, εκτός από τους λαϊκούς αγωνιστές, και όσοι κληρικοί πριν, κατά τη διάρκεια αλλά και μετά από την επανάσταση του 1821, θυσίασαν τη ζωή τους για την πατρίδα, συμμετέχοντας σε πολεμικές συγκρούσεις (Αθανάσιος Διάκος, Παπαφλέσσας, Ησαΐας Σαλώνων κ.ά.).

Οι εθνομάρτυρες διαπνέονταν από υψηλό πατριωτικό φρόνημα και έντονη επιθυμία να απαλλάξουν οι ίδιοι τη σκλαβωμένη πατρίδα από τους κατακτητές.  Τα κίνητρά τους ήταν τόσο πατριωτικά όσο και θρησκευτικά. Κινούνταν από αγάπη και αυτοθυσία για χάρη των άλλων.

Η απόφασή των κληρικών να χρησιμοποιήσουν όπλα κατά συνανθρώπων τους ήταν εξαιρετικά δύσκολη, γιατί ως χριστιανοί και μάλιστα κληρικοί δεν επιτρεπόταν να διαπράξουν φόνο.

Η Εκκλησία αντιμετώπισε με συγκατάβαση και ανοχή τη συμπεριφορά τους, γιατί διακινδύνευσαν να χάσουν την ψυχή τους προκειμένου να υπερασπιστούν τα ιερά και τα όσια του λαού τους και να υπηρετήσουν αξίες όπως η αυτοδιάθεση των λαών και η ελευθερία.

  • Ο Ησαΐας Σαλώνων

Ο Ησαίας Σαλώνων γεννήθηκε στη Δεσφίνα Φωκίδος. το κοσμικό του όνομα ήταν  Ηλίας. Στα 18 του χρόνια στάλθηκε από τον πατέρα του στην Άμφισσα για να προετοιμαστεί για ιερατική ζωή και σε ηλικία είκοσι ετών έγινε δόκιμος μοναχός στη Μονή Τιμίου Προδρόμου της περιοχής. Αργότερα χειροτονήθηκε διάκονος στη Μονή Οσίου Λουκά και ονομάστηκε Ησαΐας.  Μαθήτευσε στα Γιάννενα, κοντά στον Κοσμά Μπαλάνο και τον Αθανάσιο Ψαλίδα.

Στα Ιωάννινα γνωρίστηκε με τον Αλή-Πασά, τον οποίο μία δοξασία ήθελε να έχει διασώσει από βέβαιο θάνατο ο πατέρας του Ησαΐα, γύρω στα μέσα του 18ου αιώνα, όταν τον βρήκε μισοπεθαμένο  σε ένα σπήλαιο και τον περιέθαλψε.

Το 1814 μετέβη στην Κωνσταντινούπολη μετά από  πρόσκληση του Πατριάρχη Κύριλλου ΣΤ’ και κατά την εκεί παραμονή του μυήθηκε στη Φιλική Εταιρεία. Το 1818 χειροτονήθηκε επίσκοπος Σαλώνων (σημερινής Άμφισσας) από το Πατριάρχη Γρηγόριο Ε’, με το οποίο διατηρούσε αλληλογραφία σε συνθηματική γλώσσα.

isaias

Σαν ιεράρχης στα  εργάστηκε συστηματικά για την προετοιμασία τού Αγώνα. Τον Ιανουάριο του 1821 ξαναπήγε στην Κωνσταντινούπολη για να συζητήσει με τον πατριάρχη Γρηγόριο Ε΄ και με άλλους Έλληνες σχετικά με τον Αγώνα και επανήλθε στην έδρα του στα μέσα Μαρτίου.

Κατά την επιστροφή του, στη Λιβαδειά,  συνάντησε τους  επισκόπους Διονύσιο Β΄ των Αθηνών και τον Νεόφυτο Ταλαντίου και κάλεσε στη Μονή του Οσίου Λουκά τον Αθανάσιο Διάκο, οπλαρχηγούς και τους προκρίτους της Λειβαδιάς Ιωάννη Λογοθέτη, Ιωάννη Φίλωνα και Λάμπρο Νάκο και για να τους ανακοινώσει την επικείμενη έναρξη της Επανάστασης. Στη συνέχεια πήγε στα Σάλωνα και ενημέρωσε τους οπλαρχηγούς που βρίσκονταν εκεί. Στις 27 Μαρτίου με τον επίσκοπο Ταλαντίου Νεόφυτο, στη Μονή του Οσίου Λουκά,  κήρυξαν την Επανάσταση ενώ στη συνέχεια εντάχθηκε στο σώμα του Πανουργιά ως απλός στρατιώτης..

Μετά την πτώση του Κάστρου της Λιβαδειάς στις 1 Απριλίου και του κάστρου των Σαλώνων στις 10 Απριλίου  στα χέρια των Ελλήνων ο Ησαΐας σπεύδει να συναντήσει τον Διάκο και τον Δυοβουνιώτη. Συμμετέχοντας στη μάχη της Αλαμάνας ο Ησαΐας, κρατώντας τον Σταυρό ηγήθηκε των Ελλήνων αγωνιστών.   στη σύγκρουση όμως με τα στρατεύματα του Ομέρ Βρυώνη στο ύψωμα Χαλκωμάτα, τραυματίζεται θανάσιμα. Έπεσε μαχόμενος τους Τούρκους, 43 ετών,  το Σάββατο 23 Απριλίου 1821, ημέρα εορτής του Αγίου Γεωργίου του τροπαιοφόρου. Μαζί σκοτώνεται και ο αδελφός του, ο ιερέας γνωστός ως παπα-Γιάννης. Τα τελευταία του λόγια ήταν «Παναγία μου, σώσον τουλάχιστον την πατρίδα».

Σύμφωνα με ιστορικές πληροφορίες, στη συνέχεια οι Τούρκοι αποκεφάλισαν τον νεκρό  Ησαΐα, τον αδελφό του και άλλους αγωνιστες και τα απόθεσαν απέναντι από τον Διάκο.. Το 1916 προς τιμή του Ησαΐα και του αδελφού του στήθηκε μαρμάρινος σταυρός κοντά στη βρύση που λέγεται «Δεσποτόβρυση» πάνω στον παλαιό δρόμο Άμφισσας-Λαμίας.

ethnom

Στο ηρώο υπάρχει η ακόλουθη επιγραφή:

ΤΟΙΣ ΕΚ ΔΕΣΦΙΝΗΣ ΤΗΣ ΠΑΡΑΝΑΣΣΙΔΟΣ ΑΔΕΛΦΟΙΣ ΗΣΑΙΑ ΑΜΦΙΣΣΗΣ ΕΠΙΣΚΟΠΩ ΚΑΙ ΙΩΑΝΝΗ ΙΕΡΕΙ ΠΕΣΟΥΣΙΝ ΕΝ ΧΑΛΚΩΜΑΤΑ ΩΔΕ

23 ΑΠΡΙΛΙΟΥ 1821

ΥΠΕΡ ΠΑΤΡΙΔΟΣ  ΕΙΣ ΜΑΧΗΝ ΑΛΑΜΑΝΑΣ

ΚΟΙΝΩ ΕΡΑΝΩ 1916.

Μουσείο Δεσπότη Σαλώνων Ησαΐα

Το μουσείο σε μνήμη του Ησαΐα στεγάζεται σε κτίριο που  κατασκευάστηκε σε   οικοπεδο που βρισκόταν η πατρική κατοικία του ιερέα, στη Δεσφίνα της Φωκίδας. Στο μουσείο εκτίθενται προσωπικά είδη του Δεσπότη (εγκόλπιο, ιερό Ευαγγέλιο) καθώς και πιστά αντίγραφα από τα άμφιά του. Επίσης συγγράματα και πίνακες εποχής, ενώ σε ειδικά διαμορφωμένο χώρο προβάλλεται δραματοποιημένο ντοκιμαντέρ με το έργο και την πορεία του.

 

 

ΔΙΟΝΥΣΙΟΣ ΦΙΛΟΣΟΦΟΣ

Ο Διονύσιος Β΄ γεννήθηκε στην Παραμυθιά της Θεσπρωτίας.    Από πολύ μικρός έγινε μοναχός στο Διχούνι, και αργότερα, σε νεαρή ηλικία, έφυγε στην Πάδοβα για σπουδές στην Ιατρική, Φιλοσοφία, Φιλολογία, Λογική, Αστρονομία και Ποίηση. Μιλούσε  επτά γλώσσες.

Το 1582 εγκαταστάθηκε στην Κωνσταντινούπολη και το 1563 αναδείχτηκε Μητροπολίτης Λαρίσης, μεταφέροντας την έδρα του στην Τρίκκη (Τρίκαλα).

Μαθαίνοντας  για την Επανάσταση  του Μητροπολίτη Αχρίδας  το 1596,  προετοιμάζει και ο ίδιος πολλούς για να επαναστατήσουν. Ταυτόχρονα, αποστέλλει ανθρώπους του σε ευρωπαϊκές πρωτεύουσες, ζητώντας κάθε είδους βοήθεια, αρχίζει επαφές με κλέφτες και αρματολούς, ενώ αποταμιεύει μέρος των εσόδων της μητρόπολης  για την οικονομική προετοιμασία της Επανάστασης.

ethnom2

Το  1600 κηρύσσει την Επανάσταση στα Άγραφα.  Η  Επανάσταση καταπνίγεται στο αίμα. Ο Διονύσιος προσπάθησε να διαφύγει προς τα Άγραφα αλλά, επειδή δεν μπόρεσε να το πετύχει, διέφυγε προς τις ακτές του Ιονίου και πέρασε στη Δύση, ενώ το Πατριαρχείο, για να μπορέσει να γλυτώσει τους χριστιανούς και τα χωριά τους από την εκδικητική μανία των Τούρκων, αναγκάζεται να τον «καθαιρέσει».

Ο Διονύσιος δε σταματά την προσπάθεια. περιοδεύει σε όλους τους Ηγεμόνες και Βασιλείς της Δύσης, φτάνοντας ως την Ισπανία για βοήθεια.

Λαμβάνοντας   υποσχέσεις για βοήθεια από τη Δύση, δημιουργεί  ένα μικρό σώμα από Έλληνες της Ιταλίας, περνά στην Ήπειρο και αρχίζει να ξεσηκώνει τα χωριά.

Ο Διονύσιος, μαζί με περίπου 1.100  αποφασισμένους άνδρες, οπλισμένους με αγροτικά εργαλεία ως επί το πλείστο, ορμά τη νύχτα της 10ης προς 11ης  Σεπτεμβρίου 1611 στα Γιάννενα. καταφέρνει να εξουδετερώσει τους Τούρκους των γειτονικών χωριών και καταλαμβάνει τα Ιωάννινα, αιφνιδιάζοντας τους Τούρκους.

Στη συνέχεια, οι Τούρκοι συνέλαβαν τον Διονύσιο μετά από προδοσία και τον έγδαραν ζωντανό, ενώ το δε δέρμα του το γέμισαν με άχυρα και, φορώντας του τα αρχιερατικά ρούχα, το περιφέρανε στους δρόμους των Ιωαννίνων. Επί πέντε ώρες ο Διονύσιος υπέφερε από το απάνθρωπο βασανιστήριο στα χέρια των Τούρκων. Το δέρμα του Διονυσίου, μαζί με 85 κεφάλια επαναστατών το έστειλαν στην Κωνσταντινούπολη, όπου το πέταξαν στους στάβλους του Σουλτάνου.

 

 

ΤΣΑΚΑΛΙΔΟΥ ΑΝΤΩΝΙΑ, ΘΕΟΔΩΡΑ ΤΑΡΑΣΙΔΟΥ

ΤΜΗΜΑ: Α4