Μακεδονικό ζήτημα.
Μακεδονικό Ζήτημα είναι η ονομασία με την οποία έγινε διεθνώς γνωστό το εθνικοχωροταξικό πρόβλημα που δημιουργήθηκε αμέσως μετά τη Συνθήκη του Βερολίνου τον 19ο αιώνα και ειδικότερα στη γεωγραφική περιοχή της Μακεδονίας μεταξύ των κρατών της περιοχής, Ελλάδας, Βουλγαρίας, Σερβίας και της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Το Μακεδονικό Ζήτημα ήταν επιμέρους θέμα του γενικότερου Ανατολικού Ζητήματος που φάνηκε να είχε λήξει με το τέλος του Α” Παγκοσμίου Πολέμου πλην όμως επανεμφανίσθηκε στο προσκήνιο αμέσως με τη λήξη του Β” Παγκοσμίου Πολέμου ανάμεσα σε Ελλάδα, Βουλγαρία και Γιουγκοσλαβία στην αρχή, και ΠΓΔΜ στη συνέχεια, ως το ζήτημα της ονομασίας της ΠΓΔΜ. Ύστερα από την Γαλλική Επανάσταση ξεκίνησε σε όλη την Ευρώπη μια σειρά εθνικών αφυπνίσεων, των οποίων διαδέχθηκε ένα κύμα εθνικιστικών εξεγέρσεων και επαναστάσεων. Μετά την Ελληνική Επανάσταση του 1821, κατά την οποία οι Μακεδόνες έπαιξαν πρωταρχικό ρόλο αφενός, και που αφετέρου οδήγησε σε καταστροφή πολλών εστιών του Ελληνισμού στη Μακεδονία, οι Μακεδόνες συνέχισαν τους αγώνες ελευθερίας και ένωσης με το νεοσύστατο Ελληνικό κράτος. Έτσι ακολούθησαν οι Μακεδονικές Επαναστάσεις του του 1854, του 1866, του 1878, του 1880 και των Πηχεωνικών του 1881. Περί το τέλος του 19ου αιώνα, είχαν ήδη ξυπνήσει ο μαυροβούνιος, ο σέρβικος, ο ελληνικός, ο βουλγάρικος και ο ρουμάνικος εθνικισμός. Αποτέλεσμα αυτού ήταν να δημιουργηθούν καινούρια εθνικά κράτη στην επικράτεια της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, τα οποία διεκδικούσαν όλο και περισσότερα εδάφη από την Αυτοκρατορία. Κύρια μέσο επέκτασης των νεοσύστατων βαλκανικών κρατών ήταν η αλυτρωτική πολιτική, δηλαδή η διεκδίκηση πληθυσμιακών ομάδων που διαβιούσαν στον εναπομείναντα Ευρωπαϊκό Οθωμανικό χώρο και η πολιτική ενσωμάτωσης των περιοχών όπου διαβιούσαν αυτές οι ομάδες προς τον κορμό των κρατών τους. Σημαντικός σταθμός στην ιστορία της περιοχής ήταν η δημιουργία το στη Ρέσνα της περιοχής της Πελαγονίας της μυστικής οργάνωσης ΕΜΕΟ, δηλαδή Εσωτερική Μακεδονική Επαναστατική Οργάνωση. Σκοπός της οργάνωσης ήταν η απελευθέρωση της Μακεδονίας από τους Τούρκους με το παραπλανητικό σύνθημα «Η Μακεδονία στους Μακεδόνες» και να παρέχει στήριξη στη διατήρηση της Βουλγαρικής εθνικής ταυτότητας στις ευρωπαϊκές Οθωμανικές κτήσεις. Στον όρκο που δίναν τα μέλη της γίνονταν σαφής διάκριση μεταξύ Βουλγάρων και Ελλήνων και τονίζονταν ότι οι χριστιανικές εθνότητες θα συνεργάζονταν για την αποκήρυξη του Οθωμανικού ζυγού.Αποτέλεσμα της δράσης της ΕΜΕΟ ήταν, οι εθνικοί ανταγωνισμοί να μετατραπούν σε ένοπλες συγκρούσεις, κάτι που οδήγησε σε νέα Μακεδονική Επανάσταση το 1896. Το 1908 εκδηλώθηκε ο Τουρκικός εθνικισμός με το κίνημα των Νεότουρκων. Η εξέλιξη αυτή ήταν αρνητική για όλα τα χριστιανικά έθνη που κατοικούσαν στην Μακεδονία, γιατί δυσκόλευε την επέκταση και την ίδρυση εθνικών κρατών. Ακολούθησαν οι δύο Βαλκανικοί Πόλεμοι κατά τους οποίους η Μακεδονία διαμελίστηκε στα τρία και προσαρτήθηκε από την Σερβία, την Ελλάδα και την Βουλγαρία. Το Μακεδονικό απασχόλησε και την Β” Διεθνή, η οποία υποστήριξε τη δημιουργία ενός ανεξάρτητου Μακεδονικού κράτους, κάτι το οποίο δεν έγινε μετά τους πολέμους και την ανταλλαγή πληθυσμού του 1923. Με την ανταλλαγή πληθυσμών το ελληνικό στοιχείο ενδυναμώθηκε σημαντικά στην Μακεδονία με την άφιξη Μικρασιατών προσφύγων και την απομάκρυνση των μουσουλμάνων. Η πολιτική ενσωμάτωσης συνεχίστηκε από το Ελληνικό κράτος, με σκοπό τον πλήρη γλωσσικό εξελληνισμό του σλαβόφωνου στοιχείου, με καταστολή χρήσης των σλαβικών γλωσσών και διαλέκτων στην Ελληνική επικράτεια, κάτι που σε γενικές γραμμές επιτεύχθηκε, αλλά όχι απόλυτα. Παρόλα αυτά το πρόβλημα συνέχισε να απασχολεί τη Β” Διεθνή και αργότερα και την Γ” Διεθνή, με σκοπό την δημιουργία ανεξάρτητου κράτους, θέση η οποία το 1924 υιοθετήθηκε επίσημα και από το ΚΚΕ. Κατά τη διάρκεια της Γερμανικής Κατοχής στην Ελλάδα, ορισμένοι σλαβόφωνοι πληθυσμοί στην Ελληνική Μακεδονία προσχώρησαν ομαδικά στα αντάρτικα ένοπλα τμήματα του ΕΑΜ. Κατά τη διάρκεια του εμφύλιου πόλεμου στην Ελλάδα πολλές χιλιάδες Μακεδόνων αποχώρησαν προς την Γιουγκοσλαβία, πολλοί από τους οποίους βαρύνονταν με καταδίκες για συνεργασία με τους κατακτητές. Κατά την γενική αμνήστευση που εξέδωσε το ελληνικό κράτος στις αρχές του ΄80 προς τους πρώην πολίτες του Ελληνικού κράτους που εκδιώχθηκαν από τις εστίες τους μετά τον εμφύλιο πόλεμο, αρκετοί δεν μπόρεσαν ούτε τότε να επιστρέψουν στην πατρογονική τους εστία καθώς μια οδηγία της απόφασης της ελληνικής κυβέρνησης επισήμανε πως δικαίωμα επαναπατρισμού έχουν μόνο οι Έλληνες πρώην πολίτες του Ελληνικού κράτους και όχι οι μη Έλληνες στο γένος, πρώην πολίτες του Ελληνικού κράτους. Αντίθετα τα πράγματα στην Τιτοϊκή Γιουγκοσλαβία για τους Σλαβομακεδόνες, είναι εντελώς διαφορετικά. Μετά την τρομοκρατία και την πλήρη έλλειψη δικαιωμάτων για τους Σλαβομακεδόνες του Σερβικού Βασιλείου, ο Γιόσιπ Μπροζ Τίτο, Πρόεδρος της πρώην Γιουγκοσλαβίας της οποίας τμήμα αποτελούσε η «Σοσιαλιστική Δημοκρατία της Μακεδονίας», αναγνώρισε πλήρως το «Μακεδονικό έθνος», και ως εκ τούτου στην Ομόσπονδιακή Λαϊκή Δημοκρατία της Γιουγκοσλαβίας, συμπεριέλαβε ως ισότιμο ομόσπονδο κράτος μέλος, την «Λαϊκή Δημοκρατία της Μακεδονίας», με πρωτεύουσα τα Σκόπια. Μετά την διάλυση της πρώην Γιουγκοσλαβίας όλα τα πρώην ομόσπονδα κράτη που την αποτελούσαν άρχισαν ένα ένα να κηρύσσουν την ανεξαρτησία τους. Έτσι στις 6 Σεπτεμβρίου του 1991, κήρυξε την ανεξαρτησία της και το κράτος της ΠΓΔΜ ως «Δημοκρατία της Μακεδονίας». Αυτό δημιούργησε ένταση μεταξύ των κρατών της Ελλάδας και της ΠΓΔΜ, γνωστό ως ζήτημα της ονομασίας της ΠΓΔΜ.
Γιώργος Περίδρομος.
Σχολιάστε Ακύρωση απάντησης
Για να σχολιάσετε πρέπει να συνδεθείτε.


