Συνέντευξη από την Αικατερίνη Λαδά, γιαγιά του Ελευθέριου Απειρανθίτη, μαθητή του τμήματος Α΄1, για τα παιδικά της χρόνια.

-Πώς ονομάζεστε ;

-Ονομάζομαι Αικατερίνη Λαδά .Το επώνυμό μου το έχω πάρει από τον άντρα μου αλλά κανονικά τον πάτερα μου τον έλεγαν Τζανίδη.

-Σε ποιό σχολείο φοιτούσατε και που βρισκόταν ;

-Εγώ δεν είμαι από την Αθήνα. Οι γονείς μου ήταν πρόσφυγες και ήρθαν με τον διωγμό της Καταστροφής της Σμύρνης, στην Κρήτη-Χανιά όπου και γεννήθηκα εγώ το 1938. Αρχικά φοίτησα στο «7ο Δημοτικό Χανίων» αλλά τις περισσότερες αναμνήσεις τις έχω από το Γυμνάσιο μου το «Γυμνάσιο Θήλεων Χανίων».

-Μπορείτε να μας διηγηθείτε κάποιες αναμνήσεις σας και το πώς ήταν οι καθηγητές στο σχολείο τότε ;

-Οι καθηγητές μου στο δημοτικό μού είχαν παραπάνω συμπάθεια γιατί ήμουν από τους καλύτερους μαθητές. Μετά στο Γυμνάσιο το 1950, που ήταν εξατάξιο οι καθηγητές με ξεχώριζαν λόγω της καλής επίδοσής μου αλλά περισσότερο ο Γυμνασιάρχης ο οποίος μας έκανε και Φυσική στην τάξη.

-Ποιος ήταν ο τότε κανονισμός του σχολείου σας; Ήταν αυστηροί οι καθηγητές και αν ναι, χρησιμοποιούσαν την βία;

-Ήτανε πράγματι πόλυ αυστηροί και οι καθηγητές αλλά και οι κανονισμοί του σχολείου. Έπρεπε να φοράμε μια συγκεκριμένη μαύρη ποδιά με άσπρο γιακά και άσπρες κορδέλες στα μαλλιά που ήταν αυστηρά κοτσίδες με άσπρα παπούτσια «ελβιέλα» .Επιθεωρούσαν κάθε πρωί τα νύχια μας αν ήταν κομμένα και καθαρά. Αν κάτι από όλα αυτά τα παραβλέπαμε τότε οι καθηγητές μας είχανε έναν χάρακα, μας σηκώνανε πάνω, ανοίγαμε την παλάμη μας και μας χτυπούσαν το χέρι. Επίσης καλούσαν τους γονείς μας και αν επαναλαμβανόταν το παράπτωμα περνάμε αποβολή. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα να δείχναμε σεβασμό και κατά βάθος να φοβόμαστε τους καθηγητές μας.

Επιπλέον είχαμε παιδονόμο στο σχολείο ο οποίος με το ποδήλατο γύριζε κι αν διαπίστωνε ότι παραβαίναμε τα όρια σύμφωνα με την ηλικία μας, την ώρα της προσευχής μας έβγαζε σε αναφορά και αναλόγως μας απέβαλαν.

-Ποιος ήταν ο εξοπλισμός σας για το σχολείο;

-Τότε είχαμε κουρκουμά που τον χρησιμοποιούσαμε σαν μελάνι και κονδυλοφόρο που μοιάζει σαν την τωρινή πένα. Επίσης, τότε τα βιβλία τα αγοράζαμε και εγώ δεν είχα βιβλία να διαβάζω διότι προερχόμουν από όχι πλούσια οικογένεια όπως και οι περισσότεροι μαθητές. Με αποτέλεσμα όταν οι άλλες μου συμμαθήτριες πήγαιναν στη μουσική ή σε κάποιο άλλο μάθημα, τους ζητούσα τα βοηθητικά βιβλία ώστε να είμαι διαβασμένη για την επόμενη μέρα στο σχολείο. Γι’ αυτό λοιπόν άρχισα να δουλεύω στο βιβλιοπωλείο του θείου μου. Από τότε είχα και μολύβια και βιβλία και ό,τι ήταν απαραίτητο για την μάθησή μου.

-Σε ποια ηλικία αρχίσατε να δουλεύετε και σταματήσατε το σχολείο; Ποιοι ήταν οι βασικοί λόγοι που ξεκινήσατε την δουλειά στο βιβλιοπωλείο;

-Στην ηλικία των δώδεκα ετών με το που τέλειωσα το δημοτικό και πήγα στο Γυμνάσιο ξεκίνησα να δουλεύω παράλληλα με το σχολείο μέχρι να τελειώσω το Γυμνάσιο. Τότε σταμάτησα την εκπαίδευση μου για να φέρνω χρήματα στην οικογένειά μου στην οποία ήμασταν έξι αδέρφια . Το ίδιο αναγκάζονταν να κάνουν τα περισσότερα παιδιά εκείνη την εποχή.

-Ποιο ήταν το πρόγραμμά σας εκείνη την περίοδο;

-Ολόκληρο το πρωί πήγαινα σχολείο και τα απογεύματα δούλευα στο βιβλιοπωλείο του θείου μου, με αποτέλεσμα να διαβάζω το βράδυ. Δεν υπήρχε χρόνος για να βγαίνω με τις φίλες μου όπως τα τωρινά παιδιά. Αλλά κατά τη γνώμη μου ήταν τα καλύτερα χρόνια της ζωής μου, αφού μετά δούλευα αδιάκοπα και μου έλειπε πολύ το σχολείο μου.

-Ποιες πιστεύετε ότι είναι οι βασικές διαφορές του δικού σας σχολείου με το τωρινό σχολείο;

-Κατά την γνώμη μου το σχολείο τότε ήταν πιο σοβαρό, είχαμε μια στολή που έπρεπε να την φοράμε καθημερινά ανεξαιρέτως, πηγαίναμε έξι φορές την εβδομάδα, δεν είχαμε καταλήψεις και βανδαλισμούς στο σχολείο όπως κάνουν τώρα, είχαμε εξαιρετικά προσεκτική συμπεριφορά μπροστά στους καθηγητές και όταν μας μάλωναν σκύβαμε το κεφάλι μας και ζητούσαμε συγνώμη ανεξάρτητα αν είχαμε κάνει λάθος ή όχι, χωρίς να αντιμιλήσουμε, κάτι το οποίο δεν εφαρμόζουν τα παιδιά τώρα.

Κάντε το πρώτο σχόλιο

Υποβολή απάντησης