
Το 1ο ΓΕΛ Παλλήνης στην Κωνσταντινούπολη
του Πολυχρόνη Εφραίμ Δημητριάδη (Α1)
9ο Διεθνές Μαθητικό Συνέδριο Λογοτεχνίας – Αφιέρωμα Κική Δημουλά
Από τις 19 έως τις 23 Μαρτίου είχαμε τη μοναδική ευκαιρία να συμμετάσχουμε στο πενθήμερο Μαθητικό Συνέδριο Λογοτεχνίας στην Κωνσταντινούπολη, αφιερωμένο στην κορυφαία Ελληνίδα ποιήτρια Κική Δημουλά. Το Συνέδριο διοργανώθηκε για 9η χρονιά από το Ζωγράφειο Λύκειο σε συνεργασία με τα Εκπαιδευτήρια Μαντουλίδη της Θεσσαλονίκης και τελούσε υπό την αιγίδα του Οικουμενικού Πατριαρχείου, προσδίδοντας του μια πνευματική και πολιτισμική βαρύτητα που ξεπερνούσε τα στενά όρια ενός σχολικού προγράμματος.
Το δρώμενο
Κατά τη διάρκεια του συνεδρίου κάθε συμμετέχον σχολείο παρουσίασε ένα δρώμενο βασισμένο σε έργο της Κικής Δημουλά, ενώ στη συνέχεια ακολούθησαν θεματικές συζητήσεις και αναλύσεις, μέσα από τις οποίες προσεγγίσαμε το ποιητικό της σύμπαν. Οι θεματικές ήταν έξι από τις οποίες εμείς επιλέξαμε τέσσερις: Μυθικές μορφές στην ποίηση της Κικής Δημουλά, Το σώμα στην ποίηση της Κικής Δημουλά, Η ερωτικότητα στην ποίηση της Κικής Δημουλά και Τόποι, δρόμοι και ταξίδια στην ποίηση της Κικής Δημουλά. Μέσα από τη μελέτη, τη συζήτηση και την ανταλλαγή απόψεων ήρθαμε πιο κοντά όχι μόνο στο έργο της ποιήτριας αλλά και στην εσωτερική της φωνή, τη γεμάτη υπαρξιακή αγωνία, τρυφερότητα και λεπτή ειρωνεία.
Το δρώμενο που παρουσιάσαμε βασίστηκε στο ποίημα «Το Βρετανικό Μουσείο». Υποδυθήκαμε τα αγάλματα του ανατολικού αετώματος του Παρθενώνα, καθώς και την «Κλεμμένη, ωραία και μοναχή» Καρυάτιδα, την αινιγματική φιγούρα που παραμένει ξενιτεμένη στο Βρετανικό Μουσείο. Καθώς το ποίημα απαγγελλόταν, εμείς ανταποκρινόμασταν σιωπηλά στους στίχους με συνοδεία μουσικής, δίνοντας ζωή και κίνηση στην ακινησία των γλυπτών. Ήταν μια βιωματική αναπαράσταση που διήρκεσε περίπου επτά λεπτά και συγκίνησε βαθιά το κοινό.
Το ποίημα
Το ποίημα «Το Βρετανικό Μουσείο» της Κικής Δημουλά αποτελεί μια βαθιά ποιητική αναπαράσταση του έρωτα και της μνήμης, με φόντο τον μουσειακό χώρο όπου στεγάζονται ελληνικά γλυπτά, αποκομμένα από τον τόπο τους. Η πλοκή του ποιήματος εκτυλίσσεται, όπως δηλώνει και ο τίτλος, στο Βρετανικό Μουσείο, όμως το σκηνικό δεν είναι στατικό, μετασχηματίζεται από τον ψυχρό μουσειακό χώρο σε τόπο εσωτερικών συναντήσεων, αναμνήσεων και συναισθηματικών αποτυπώσεων. Η ποιήτρια υφαίνει αρχικά ένα είδος αισθηματικής αφήγησης –ένα «πολυετές ειδύλλιο», όπως χαρακτηριστικά το ονομάζει – ανάμεσα σε δύο εμβληματικές μορφές: τον θεό Διόνυσο, μέλος του συνόλου του ανατολικού αετώματος του Παρθενώνα, και την ωραία Καρυάτιδα.
Παρότι τα δύο αυτά γλυπτά ανήκουν σε διαφορετικά μνημεία και εκτίθενται σε ξεχωριστές αίθουσες του μουσείου, η Δημουλά τα τοποθετεί νοερά στον ίδιο χώρο, ενοποιώντας τα μέσα από τον ποιητικό της λόγο. Η συνάντησή τους δεν είναι απλώς μια φανταστική, ερωτική συνύπαρξη. Μετατρέπεται σταδιακά σε συμβολική συνομιλία, στην οποία προβάλλεται το τραύμα της ξενιτιάς, η αδικία της απόσπασης από την πατρίδα και από το οικοδόμημα που κοσμούσαν και η απώλεια της αρχικής τους υπόστασης ως μελών ενός ενιαίου αρχιτεκτονικού συνόλου.
Καθώς το ποίημα προχωρά, η ποιητική φωνή απομακρύνεται από το προσωπικό και ερωτικό και εισέρχεται σε ένα πεδίο συλλογικής μνήμης και ιστορικού στοχασμού. Τα αγάλματα, τόσο ο Διόνυσος όσο και η Καρυάτιδα, δεν είναι πλέον απλώς αισθητικές μορφές, αλλά φέρουν μαζί τους τη μνήμη της πατρίδας και της θέσης που κάποτε κατείχαν. Αυτά παρά την αποξένωση που βιώνουν στο Βρετανικό έδαφος δεν απονεκρώνονται, αντιθέτως, μέσω των αναμνήσεων διατηρούν άθικτη την ταυτότητά τους στην πάροδο του χρόνου. Η ποίηση λειτουργεί εδώ ως μέσο αντίστασης και αντίδρασης στη φθαρτότητα.
Με αυτή την ποιητική αλληγορία, η Κική Δημουλά καταφέρνει όχι μόνο να υπογραμμίσει την ομορφιά και την ευαισθησία των αγαλμάτων, αλλά και να τους αποδώσει ανθρώπινες ιδιότητες, όπως έρωτα, νοσταλγία, συντροφικότητα και πόνο. Πάνω απ’ όλα, όμως, το ποίημα γίνεται μια στοχαστική καταγγελία της απώλειας και ταυτόχρονα μια επισήμανση στη μνήμη ως πράξη διατήρησης της ύπαρξης μέσα στον χρόνο.
Το ταξίδι στην «Πόλη των Πόλεων» και η συμμετοχή μας στο Συνέδριο
Η άφιξή μας στην Κωνσταντινούπολη συνοδεύτηκε από ένα παράξενο συναίσθημα. Όλα έμοιαζαν γνώριμα και ταυτόχρονα ανοίκεια. Οι ήχοι στους δρόμους, οι επιγραφές στα τουρκικά, τα παλιά κτήρια με τα ξύλινα παντζούρια και τα φθαρμένα μάρμαρα, όλα θύμιζαν την πορεία μιας πόλης με μακρά ιστορία. Η Κωνσταντινούπολη, η «Πόλη των Πόλεων», όπως χαρακτηρίζεται από πολλούς, μας υποδέχθηκε νωρίς το πρωί. Το πρόγραμμα της πρώτης ημέρας περιελάμβανε μια σύντομη βόλτα στην πόλη, περιήγηση στον κεντρικό δρόμο, την Istiklal, και στο τζαμί της κεντρικής πλατείας Taksim κι αργότερα γεύμα σε τοπικό εστιατόριο και επιστροφή στο ξενοδοχείο, Το απόγευμα της ίδιας ημέρας παραβρεθήκαμε στην τελετή έναρξης του λογοτεχνικού συνεδρίου, κατά τη διάρκεια της οποίας η συγκλονιστική ερμηνεία της γνωστής Ελληνίδας τραγουδίστριας, Μαρίας Φαραντούρη, υπό τη συνοδεία του διακεκριμένου πιανίστα και συνθέτη, Αχιλλέα Γουάστωρ, έδωσε και επίσημα το έναυσμα για τις δράσεις των επόμενων ημερών.
Η δεύτερη ημέρα του ταξιδιού ξεκίνησε νωρίς, καθώς παρουσιάζαμε πρώτοι το δρώμενο μας και το οποίο ολοκληρώθηκε επιτυχώς. Σε αυτό συμμετείχαν οι μαθητές και οι μαθήτριες: Καλλιόπη Δημητροπούλου, υποδυόμενη την Καρυάτιδα, Ελευθέριος Μάγκος, ενσαρκώνοντας τον Θεό Διόνυσο, Λούκας Μουζάκης ως Ποσειδώνας και Ιωάννης Παπαμιχαλάκης ως Δίας, Θεοδώρα Μήτση στο ρόλο της Αθήνας και Φανή Τσιριγώτη στο ρόλο της Αφροδίτης ενώ εγώ, ο Πολυχρόνης Εφραίμ Δημητριάδης, ενσάρκωσα τον Θεό Ήλιο, την ώρα που η Ιωάννα Κουλούρη απήγγειλε το ποίημα της Δημουλά. Την επιμέλεια της παρουσίασης είχαν οι καθηγήτριες κ. Ιωάννα Τριπουλά, με τη βοήθεια της οποίας έγινε η ανάλυση του ποιήματος, και κ. Ιωάννα Γκαρμάτη, η οποία συμμετείχε στο δρώμενο αναλαμβάνοντας το ρόλο της επισκέπτριας του Μουσείου. Κατόπιν, ακολούθησε η πρώτη συζήτηση με θέμα «Μία μετέωρη κυρία: Τόποι, δρόμοι και ταξίδια στην ποίηση της Κικής Δημουλά», στην οποία παρουσίασαν τις εισηγήσεις τους οι μαθητές Ελευθέριος Μάγκος και Ιωάννης Παπαμιχαλάκης. Έπειτα, ακολούθησε η συζήτηση με θέμα «Το σώμα στην ποίηση της Κικής Δημουλά», στην οποία τοποθετήθηκαν η Ιωάννα Κουλούρη και η Θεοδώρα Μήτση. Η δεύτερη ημέρα του συνεδρίου έληξε με την εντυπωσιακή παράσταση λόγου της ηθοποιού Όλιας Λαζαρίδου, συνοδευόμενης από τον Έλληνα συνθέτη, Χρίστο Θεοδώρου. Την ίδια μέρα επισκεφθήκαμε και τον Ρωμαιοκαθολικό Ναό του Αγίου Αντωνίου της Πάδοβας και απολαύσαμε τοπικά εδέσματα.
Το επόμενο πρωί πραγματοποιήθηκαν οι δύο τελευταίες θεματικές συζητήσεις του συνεδρίου. Στην θεματική «Μυθικές μορφές στην ποίηση της Κικής Δημουλά» το σχολείο μας εκπροσωπήθηκε από τον Λουκά Μουζάκη και από εμένα. Τέλος στη συζήτηση με θέμα «Ο έρωτας / όνομα ουσιαστικόν: Η ερωτικότητα στην ποίηση της Κικής Δημουλά», έλαβαν μέρος η Καλλιόπη Δημητροπούλου και η Φανή Τσιριγώτη αγγίζοντας με ευαισθησία και τόλμη το λεπτό αυτό θέμα της ποιητικής της Δημουλά. Αφού ολοκληρώθηκαν οι θεματικές, ξεκινήσαμε την περιήγησή μας σε εμβληματικά μνημεία της Κωνσταντινούπολης. Πρώτη μας στάση ήταν η Αγία Σοφία, όπου έγινε ξενάγηση στον μεγαλοπρεπή ναό που φέρει το βάρος αιώνων ιστορίας και αλλαγών. Στη συνέχεια επισκεφθήκαμε την περιοχή του Σουλτάν Αχμέτ, καθώς και τη Βασιλική Κινστέρνα -μια υπόγεια δεξαμενή νερού κατασκευασμένη επί Ιουστινιανού τον 6ο αιώνα μ.Χ. με εντυπωσιακή αρχιτεκτονική και ατμοσφαιρικό φωτισμό. Η μέρα μας έκλεισε με επίσκεψη στο Οικουμενικό Πατριαρχείο, στον ιερό ναό του Αγίου Γεωργίου στο Φανάρι, όπου νιώσαμε τον παλμό της Ορθοδοξίας στον ιστορικό του τόπο. Τελευταίος μας σταθμός ήταν η Μαράσλειος σχολή – Ελληνικό Σχολείο της Κωνσταντινούπολης.
Την επόμενη ημέρα αναχωρήσαμε για τα Πριγκιποννήσια, τα νησιά του Μαρμαρά που άλλοτε φιλοξενούσαν εξόριστους αυτοκράτορες, ενώ σήμερα αποτελούν έναν γραφικό θερινό προορισμό, μακριά από τους ταχείς ρυθμούς της Πόλης. Επισκεφθήκαμε δύο από τα τέσσερα νησιά. Πρώτα μεταβήκαμε στη Χάλκη, όπου ανεβήκαμε στον λόφο της περίφημης Θεολογικής Σχολής και στη συνέχεια περάσαμε στην Πρίγκηπο, όπου γευματίσαμε και απολαύσαμε τη βόλτα μας στα πλακόστρωτα δρομάκια. Η επιστροφή μας στην Πόλη σηματοδότησε και τη λήξη του συνεδρίου, η οποία τελέστηκε στον Ελληνορθόδοξο Ιερό Ναό των Παμμεγίστων Ταξιαρχών – τον μεγαλύτερο ναό της περιοχής με ρίζες από την εποχή του Μ. Κωνσταντίνου – στην κοινότητα του Μεγάλου Ρεύματος.
Δυστυχώς την τελευταία ημέρα της διαμονής μας αναχωρήσαμε πολύ νωρίς για το αεροδρόμιο λόγω των επεισοδίων των σχετικών με τη Δημοτική Αρχή που ξέσπασαν στο κέντρο, προκειμένου να μην εγκλωβιστούμε στην Κωνσταντινούπολη, παραλείποντας αξιοθέατα, όπως τον Πύργο του Γαλατά.
Το ταξίδι αυτό, πέρα από σπουδαία καλλιτεχνική και πνευματική εμπειρία, ήταν και μια μοναδική ευκαιρία να βρεθούμε στον ιστορικό και πολιτισμικό χώρο της Πόλης. Γνωρίσαμε νέους ανθρώπους, ανταλλάξαμε ιδέες, γευτήκαμε το άρωμα του πολιτισμού που κουβαλά κάθε γωνιά της Κωνσταντινούπολης και, πάνω απ’ όλα, ήρθαμε σε ουσιαστική επαφή με τη δύναμη της ποίησης που ενώνει, συγκινεί και προβληματίζει. Ήταν μια εμπειρία που θα μείνει ανεξίτηλη στη μνήμη μας όχι μόνο για όσα ζήσαμε, αλλά και για όσα διδαχθήκαμε στην πορεία.
Διαβάστε παρακάτω το μοναδικό ποίημα της Κικής Δημουλά, που εξακολουθεί να συγκινεί και να προβληματίζει με την ευαισθησία και τη διεισδυτικότητά του και παραμένει πιο επίκαιρο από ποτέ!
Κ. Δημουλά
Βρετανικό μουσείο
(Ελγίνου μάρμαρα)»
Στην ψυχρή του Μουσείου αίθουσα
την κλεμμένη, ωραία, κοιτώ
μοναχή Καρυάτιδα.
Το σκοτεινό γλυκύ της βλέμμα
επίμονα εστραμμένο έχει
στο σφριγηλό του Διονύσου σώμα
(σε στάση ηδυπαθείας σμιλευμένο)
που δυό βήματα μόνον απέχει.
Το βλέμμα το δικό του έχει πέσει
στη δυνατή της κόρης μέση.
Πολυετές ειδύλλιον υποπτεύομαι
τους δυό αυτούς να ’χει ενώσει.
Κι έτσι, όταν το βράδυ η αίθουσα αδειάζει
απ’ τους πολλούς, τους θορυβώδεις επισκέπτες,
τον Διόνυσο φαντάζομαι
προσεκτικά απ’ τη θέση του να εγείρεται
των διπλανών γλυπτών και αγαλμάτων
την υποψία μην κινήσει,
κι όλος παλμό να σύρεται
τη συστολή της Καρυάτιδας
με οίνον και με χάδια να λυγίσει.
Δεν αποκλείεται όμως έξω να ’χω πέσει.
Μιαν άλλη σχέση ίσως να τους δένει
πιο δυνατή, πιο πονεμένη:
Τις χειμωνιάτικες βραδιές
και τις εξαίσιες του Αυγούστου νύχτες
τους βλέπω,
απ’ τα ψηλά να κατεβαίνουν βάθρα τους,
της μέρας αποβάλλοντας το τυπικό τους ύφος,
με νοσταλγίας στεναγμούς και δάκρυα
τους Παρθενώνες και τα Ερεχθεία που στερήθηκαν
στη μνήμη τους με πάθος ν’ ανεγείρουν.
[Κική Δημουλά, Ποιήματα, Ίκαρος, Αθήνα 2005 , σ. 36-37]