Μέσα στην δημοσιά
ένας παλιάτσος μόνος του γυρνά.
Κανείς σημασία δεν του δίνει.
Τι και αν ρωτάει παντού
να βρει συντροφιά
Κανείς δεν του απαντά.
Η καρδία του έχει λαβώσει
κι έτσι αποφασίζει
στα μαύρα νερά των ωκεανών
να συρθεί
Η καρδία του σαν λιοντάρι
βρυχάται
στάζει αίμα
σύρεται στο αδιέξοδο
Πυρπολημένη ψυχή

