Μεσογειακή Αναιμία ή Θαλασσαιμία

          Η 8η Μαΐου έχει καθιερωθεί από τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας και την Παγκόσμια Οργάνωση Θαλασσαιμίας ως «Παγκόσμια Ημέρα Θαλασσαιμίας» (Μεσογειακής Αναιμίας). Έχει ως στόχο την αφύπνιση και ενθάρρυνση των επιστημόνων σε όλο τον κόσμο για την καλύτερη αντιμετώπιση της ασθένειας, καθώς και την ευαισθητοποίηση της κοινής γνώμης σχετικά με τα προβλήματα των θαλασσαιμικών και την προσπάθεια που απαιτείται για την ασφάλεια και την επάρκεια αίματος.

          Η θαλασσαιμία ή μεσογειακή αναιμία είναι κληρονομική και πρόκειται για μορφή «βαριάς» αναιμίας. Όταν κάποιος έχει θαλασσαμία, ο οργανισμός του δεν μπορεί να παράγει αρκετή αιμοσφαιρίνη στον μυελό των οστών. Η αιμοσφαιρίνη είναι η πρωτεΐνη που υπάρχει στα ερυθρά αιμοσφαίρια και μεταφέρει το οξυγόνο από τους πνεύμονες στους ιστούς. Η θαλασσαιμία είναι μια από τις πιο κοινές μονογονιδιακές διαταραχές, που πλήττει 15 εκατομμύρια άτομα σε όλο τον κόσμο και εμφανίζεται συχνότερα σε άτομα των Μεσογειακών χωρών (Ιταλία, Ελλάδα, Μέση Ανατολή), αλλά και της Νότιας Ασίας και της Αφρικής. Λόγω της συνεχούς μετανάστευσης πληθυσμών από τη μία χώρα στην άλλη, σήμερα δεν υπάρχει ουσιαστικά καμία χώρα στον κόσμο χωρίς θαλασσαιμία.

          Στην Ελλάδα, η συχνότητα των φορέων της θαλασσαιμίας είναι υψηλή και αγγίζει το 8% (κατά μέσο όρο) του πληθυσμού. Σε ορισμένες περιοχές φτάνει το 15% ή και περισσότερο. Η Καρδίτσα, η Βοιωτία, η Ηλεία και τα Ιόνια νησιά έχουν ποσοστά πάνω από 15%. Η θαλασσαιμία εντοπίζεται σε γεωγραφικές περιοχές, που θεωρείται ότι στην αρχαιότητα ήταν συνδεδεμένες με την ενδημικότητα της ελονοσίας, δηλαδή σε υγρά κλίματα. Περίπου 3.000 Έλληνες πάσχουν σήμερα από μεσογειακή αναιμία και κάθε χρόνο έχουμε περίπου 5-10 νέες γεννήσεις με τη νόσο, αλλά κάποτε η ασθένεια ήταν πολύ πιο συχνή. Στη μείωση της πάθησης έχει βοηθήσει ο προγεννητικός έλεγχος.

          Ορισμένα άτομα είναι φορείς του γονιδίου της θαλασσαιμίας, αλλά δεν εμφανίζουν κάποιο σημαντικό πρόβλημα υγείας, που να σχετίζεται με τη διαταραχή αυτή. Τα άτομα αυτά έχουν το -κακώς – αποκαλούμενο στίγμα μεσογειακής αναιμίας. Το άτομο που πάσχει από θαλασσαιμία χρειάζεται να κάνει τακτικές μεταγγίσεις αίματος, για να διατηρήσει σε φυσιολογικά επίπεδα την αιμοσφαιρίνη του οργανισμού του και να μην υποστεί ερυθροποίηση, που είναι βλαπτική. Όμως, η αγωγή αυτή προκαλεί υπερφόρτωση σιδήρου ή αιμοσιδήρωση, που μπορεί να αποδειχθεί θανατηφόρα, αν δεν αντιμετωπιστεί έγκαιρα. Η αιμοσιδήρωση χαρακτηρίζεται από τη συσσώρευση περίσσειας σιδήρου στους ιστούς και μπορεί να οδηγήσει σε βλάβες στο ήπαρ, την καρδιά και στους ενδοκρινείς αδένες.

          Ορισμένα από τα συμπτώματα της θαλασσαιμίας είναι ο ίκτερος, το μεγάλο συκώτι και ο σπλήνας, η χολολιθίαση, η καθυστέρηση στην ανάπτυξη, οι ορμονικές διαταραχές (π.χ. υποθυρεοειδισμό και διαταραχές των παραθυρεοειδών αδένων), η βλάβη στην καρδιά (που μπορεί να οδηγήσει και σε καρδιακή ανεπάρκεια) κ.λπ. Με τους σύγχρονους τρόπους θεραπείας της νόσου, όμως, τα συμπτώματα αυτά έχουν περιοριστεί αρκετά και οι ασθενείς μπορούν να ζουν ικανοποιητικά. Η ανάγκη σε μεταγγίσεις αίματος, όμως, είναι ένα σοβαρό πρόβλημα, που ποικίλει, βέβαια, από ασθενή σε ασθενή και εξαρτάται από μια σειρά παραγόντων, όπως το είδος της μετάλλαξης, η δυνατότητα να παράγει κάποιος εμβρυική αιμοσφαιρίνη, κ.λπ. Στην Ελλάδα, οι 3.000 συμπολίτες μας με θαλασσαιμία χρειάζονται τακτικά αίμα. Οι ανάγκες είναι μεγάλες και μπορεί να ξεπερνούν τις 30 μονάδες αίματος ανά άτομο το χρόνο. Αυτός είναι ένας ακόμη λόγος για την αύξηση της αιμοδοσίας στη χώρα μας.

Α. Κουδωνάς

Πηγές

https://www.moh.gov.gr/articles/news/374-pagkosmia-hmera-thalassaimias-mesogeiakhs-anaimias

https://www.healthyliving.gr/2013/03/11/mesogeiakh-anaimia-symptomata-uerapeia-ualassemia/

 

Κάντε το πρώτο σχόλιο

Υποβολή απάντησης