
Χαίρετε αγαπητοί αναγνώστες! Στο τρίτο τεύχος της σχολικής μας εφημερίδας θα αναλυθούν διάφορα ζητήματα που ανά τους αιώνες κυκλώνουν το μυστηριώδες πορτρέτο της Μόνα Λίζα, με αφορμή και την προβολή ενός βίντεο στο μάθημα των καλλιτεχνικών. Στο πρώτο μέρος θα μάθουμε για την ιστορία του αινιγματικού έργου μέσα από τα αποτελέσματα τεχνολογικών διεργασιών.
Το 2004, οι έφοροι του Λούβρου έκαναν αλλεπάλληλες έρευνες, στις οποίες αξιοποιήθηκαν οι πιο πρωτοποριακές τεχνολογικές έρευνες. Σκοπός των ερευνών αυτών ήταν η κατανόηση του μεγέθους της φοράς του πίνακα, ώστε να καταλήξουν σε νέες τεχνικές συντήρησής του στο μέλλον.
11 Οκτωβρίου 2004, 6:30 μ.μ. – Λούβρο, Παρίσι
Η Μόνα Λίζα βγαίνει από το κάδρο της ώστε να διενεργηθεί «εξέταση» του πίνακα έπειτα από 500 χρόνια. Μεταφέρεται σε εργαστήριο κάτω από το μουσείο, και με τα στάδια της έρευνας να εκτυλίσσονται σε τρεις 36ωρες εργασίες, ο πίνακας ζυγίζεται, μετριέται φωτογραφίζεται, σαρώνεται και ακτινογραφείται. Ο έφορος Μπρούνο Μοτέ αποφάνθηκε πως ο πίνακας έχει ζωγραφιστεί σε ξύλο και όχι σε καμβά. Όταν πραγματοποιήθηκαν μετρήσεις για να διαφανεί το αν ο πίνακας λόγω του υλικού του τελικά φθείρεται, οι επιστήμονες ήρθαν αντιμέτωποι με λεπτομέρειες που αγνοούσαν.
guarnello
Το πρώτο ερώτημα που τέθηκε ήταν: «Η Μόνα Λίζα ήταν το πορτρέτο μίας εγκύου γυναίκας;». Κατά τη διάρκεια εξέτασης με υπέρυθρες ακτίνες αντικατοπτρισμού (είδος ηλεκτρομαγνητικής ακτινοβολίας), η κάμερα εστίασε στο σκουρόχρωμο βερνίκι του ενδύματός της. Παρατηρήθηκε πως την περιέβαλε ένα διαφανές βέλο, που πολλοί θεώρησαν ότι είναι guarnello, ένδυμα που φορούσαν συνήθως έγκυες ή λεχώνες. Με δείκτη αυτή τη θεωρία, πιστεύεται πως γίνεται έμμεση αναφορά στη μητρότητα. Το μέγεθος των χεριών της εντείνει αυτή την υπόθεση, καθώς φαίνονται πρησμένα, όπως συμβαίνει σε τέτοιες περιπτώσεις, όμως ενδέχεται απλά να ακολουθείται το πρότυπο ομορφιάς της αναγεννησιακής τέχνης. Πάντως, τα πάντα επιδέχονται αμφισβήτηση.
Στο σημείο αυτό χρειάζονται στοιχεία σχετικά με την ζωή της Λίζα Τεραρντίνι. Αρχικά, πιστοποιητικό μαρτυρά πως γεννήθηκε στη Φλωρεντία στις 15/6/1479, ενώ το συμβόλαιο του γάμου της επικυρώνει την ένωσή της στα 16 της χρόνια με τον Φραντσέσκο ντελ Τζοκόντο, εύπορο έμπορο υφασμάτων, με τον οποίο απέκτησε 5 παιδιά. Ο δεύτερος γιος της γεννήθηκε το 1502, ενώ φημολογείται πως ο Ντα Βίντσι ξεκίνησε τον πίνακα το 1503. Λέγεται ακόμα πως ο Ντελ Τζοκόντο το παρήγγειλε για να γιορτάσει τον ερχομό του δεύτερου γιου του, κάτι που αμφισβητείται, καθώς τότε δεν συνηθιζόταν να γιορτάζεται ένα τέτοιο γεγονός. Οι γυναίκες γεννούσαν 15-20 παιδιά, εκ των οποίων τα περισσότερα πέθαιναν. Ακόμα, πέθαιναν και οι ίδιες οι γυναίκες, γι’ αυτό και οι περισσότερες έγραφαν τη διαθήκη τους πριν τη γέννα.
Η διπλή ονομασία του πίνακα
Ο πίνακας ονομάζεται «Μόνα Λίζα» λόγω της κοινωνικής τάξης της. Το «Μόνα» ήταν ισάξιο του «Κυρία μου». Το Τζοκόντα οφείλεται στο επίθετο του συζύγου της. Ο πίνακας κατέληξε ανεξήγητα πάλι στον Λεονάρντο. Παρόλα αυτά, δεν τίθεται προβληματισμός επ’ αυτού από πολλούς λόγω του ότι δεν πιστεύουν καν στο ότι η εικονιζόμενη κοπέλα (ήταν μόλις 25 ετών τότε) είναι η Τζεραρντίνι. Άλλοι αμφισβητούν τη χρονολογία της δημιουργίας του και άλλοι υποστηρίζουν πως λείπει ένα κομμάτι.
Τέλος πρώτου μέρους!
Μαρία – Σοφία Καρανίκα