Αλέξης Γιαχούδης
Το τελευταίο αυτό έργο είναι μία διασκευή, βασισμένη στο ποίημα του Αναγνωστάκη «Θεσσαλονίκη, Μέρες του 1969 μ.Χ.». Με αφορμή τη θεματική αυτού του τεύχους, το ποίημα ασχολείται με την κατάσταση που επικρατεί σήμερα στη Θεσσαλονίκη.
Πλατεία Αριστοτέλους,
Σήμερα δεν βλέπεις πια ψυχή –περίεργο είναι, ναι–
Μήτε μικρούς μήτε μεγάλους,
Σπάνια μόνο θα δεις φιγούρες χωρίς πρόσωπο να προχωρούν ανήσυχες,
Δε θεωρούνται λίγα τριακόσια ευρώ τις μέρες του (20)21.
Τώρα πια δεν χαίρονται οι Θεσσαλονικείς ούτε δρόμους ούτε μνημεία,
Το χαμόγελο κρύβεται στα μάτια –βλέμμα συμπόνιας–
Χρόνια μετά την Επανάσταση έχει ξανά κόκκινο χρώμα η συμπρωτεύουσα.
Για λίγες μέρες μονάχα έγινε άσπρη και ξανά κοκκίνισε.
Κι οι φραπεδιέρες στα καφέ έχουνε σκουριάσει.
Θα έρθουν όμως καλύτερες μέρες, τα παιδιά θα ζήσουν καλύτερες μέρες,
Θυμούμενα πάντα τις παλιές.
Το σήμερα δε θα πάψει μολαταύτα να υπάρχει.
Και η τεχνολογία μικραίνει την απόσταση, αυξάνει όμως το χρόνο.
Η πόλη που έφερε κατά των Θεσσαλών τη νίκη. Η πόλη που κόκκινη πια θρηνεί τα παιδία της.
–εγώ τρέμω, εσύ τρέμεις, αυτός τρέμει–
Όλοι φοβούνται σήμερα να βγουν στην παραλία·
–εμείς εμβολιαζόμαστε, εσείς εμβολιαζόσαστε, αυτοί εμβολιάζονται–
Και λένε ότι ίσως τότε σκιρτήσουν τα μνημεία.
Θα γίνει ξανά η Θεσσαλονίκη…
Θεσσαλονίκη Θεσσαλονικέων…