Μελαγχολικό παραλήρημα

της Ναταλίας Κιρμιζή

   Μέρα με τη μέρα περνούσε ο καιρός. Κάθε ξημέρωμα ήταν ίδιο με το προηγούμενο. Ένιωθα πως ο ήλιος έδυε ακριβώς με τον ίδιο τρόπο κάθε βράδυ…

-Δεν μπορεί να συνεχιστεί αυτό, είπα. Φαντάζομαι εγώ και άλλοι χιλιάδες ακόμη άνθρωποι. Ήταν μάλλον το πρώτο κοινό που εμφάνισα με τους ανθρώπους μετά από πολύ καιρό.

Παράδοξο και ίσως λίγο λυπηρό θα χαρακτήριζα το γεγονός ότι σε μία τόσο μοναχική περίοδο ήμουν η μόνη που ένιωθε ότι δεν είναι μόνη, σαν κάτι να με συνέδεε με τους υπολοίπους για πρώτη φορά. Σαν να ‘μουν επιτέλους ένα μέρος του συνόλου. Ίσως ένιωσα έτσι επειδή είδα τη μελαγχολική μου διάθεση να αντανακλάται σε όλο τον κόσμο. Σαν να είδα πολλές, πολλές, φορές εμένα…

Το αίσθημα ότι ανήκω σε ένα σύνολο ήταν από τη μία κάπως λυτρωτικό. Ωστόσο δεν με έκανε να ξεχνιέμαι. Οι τέσσερις ίδιοι τοίχοι κάθε μέρα, ίδια η ρουτίνα κάθε μέρα, οι ίδιες συζητήσεις περί πανδημίας, περί ασθενειών. Σαν να έλειπε, για ακόμη μία φορά, το οτιδήποτε φυσιολογικό από τη ζωή μου.

Τότε κατάλαβα ότι είναι αναγκαίο να φτιάξω έναν δικό μου κόσμο, έναν κόσμο που θα πηγαίνω και όταν βαριέμαι αυτόν που βρισκόμαστε. Spoiler Alert οι επισκέψεις μου σε αυτόν ήταν πολύ συχνές τελευταία. Ο κόσμος αυτός είχε ανθρώπους που νοιάζομαι, είχε πράγματα δημιουργικά να κάνω. Θα με άφηνε να βγαίνω από τη ρουτίνα και να μου επέτρεπε κάθε μέρα να κάνω κάτι διαφορετικό, πίστευα. Ο κόσμος στο μυαλό μου ήταν μπλε. Δε ξέρω, μάλλον μου αρέσει σαν χρώμα. Έμπαινες μέσα και κατέβαινες στο εργαστήριο δημιουργικότητας. Εκεί όφειλες να παραδώσεις μία εργασία μέχρι το τέλος της εβδομάδας. Αναλόγως  του πόσο ευχαριστημένος ήσουν με την εργασία σου, γέμιζαν οι μπαταρίες της ψυχή σου. Κάποιες μέρες δεν ήμουνα πολύ ευχαριστημένη από την εργασία μου και αναγκαστικά έπαιρνα ένα με δύο, το πολύ, μπαταρίες ψυχής.

Μαζί μου συχνά στο εργαστήριο ήταν και ένας φίλος μου. Κάποιες μέρες που εγώ ήμουν λιγότερο παραγωγική αυτός με βοηθούσε να γεμίσω περισσότερες μπαταρίες ψυχής. Φυσικά έκανα και εγώ το ίδιο για εκείνον όταν χρειαζόταν.

Εκτός από το εργαστήρι δημιουργικότητας, ο κόσμος μου είχε και μεγάλο ποτάμι. Δε ξέρω γιατί, δεν μου αρέσουν τα ποτάμια. Το συγκεκριμένο όμως έχει κάτι διαφορετικό. Ίσως μου θύμιζε την ομορφιά της φύσης, ίσως μου θύμιζε στιγμές γαλήνης και ηρεμίας… Δε ξέρω. Μου άρεσε, όμως, να χαζεύω στο ποτάμι, να ακούω το νερό να ρέει, να νιώθω ότι κάτι έρεε ακόμα, ακόμη και ας μην ήταν αληθινό.

Ίσως είμαι τρελή, ίσως είμαι περίεργη. Ίσως είναι και φυσιολογικό, δε ξέρω, και η αλήθεια είναι πως σταμάτησα να βάζω ταμπέλες τον εαυτό μου. Έκανα αυτό που με έκανε να νιώθω όμορφα. Βέβαια οι άλλοι δεν εκτίμησαν τον κόσμο μου, γεγονός που μου στοίχιζε συχνά τις ψυχικές μου μπαταρίες. Μετά από καιρό όμως κατάλαβα πως ο δικός μου ο κόσμος είναι φτιαγμένος από διαφορετικά υλικά που σίγουρα δεν αρέσουν σε όλους. Βλέπεις, ο κόσμος μου εκτός από το εργαστήριο και το ποτάμι έχει και πολλούς, πάρα πολλούς, καθρέφτες. Στον κόσμο μου δεν μπορείς να γλιτώσεις από αυτό που είσαι, από τον εαυτό σου. Όσο και να σε πονά, όσο και να μη θες ώρες-ώρες να τον βλέπεις, στον κόσμο μου δεν μπορούσες να το πετύχεις αυτό. Ίσως αυτό να ήταν και το γεγονός που δεν άντεχαν πολλοί. Η κυνικότητα, ο ορός της αλήθειας.

Ο κόσμος μου είναι, πάντως, όμορφος. Τουλάχιστον, εμένα μου αρέσει…

 

Κάντε το πρώτο σχόλιο

Υποβολή απάντησης