Η Ζανέτ κάθισε αναπαυτικά στην βαθιά βελούδινη πολυθρόνα που είχε κληρονομήσει από τη γιαγιά της. Ήταν αποφασισμένη απόψε να μείνει σπίτι αγκαλιά με τη τυφλή τρίποδη γάτα της και ένα φλυτζάνι καυτό τσάι με γεύση «μυρωμένος θάμνος». Ήξερε ότι θα εμφανιστεί στην τηλεόραση η Μυρτώ Χριστίδου, η γυναίκα που πούλησε 12.000 αντίτυπα σε μια βδομάδα. Δεν ήταν διατεθειμένη να χάσει για τίποτα στον κόσμο την νέα της συνέντευξη. Το βιβλίου της άλλωστε, «Η επανάσταση του 2021», είχε κάτι ανατριχιαστικό από το παρελθόν που είχαν ζήσει οι παππούδες της και οι ηλικιωμένοι της γενιάς της. Και ενώ συνήθως τα ιστορικά γεγονότα οι επόμενες γενιές τα μαθαίνουν σα να τα ζήσανε μέσα από διηγήσεις για τα γεγονότα του 2021 είχε επικρατήσει ο νόμος της σιωπής.
Η Χριστίδου, αυτή η γηραλέα σκελετική μορφή με τα μακριά άσπρα μαλλιά, που πιο πολύ με αερικό έμοιαζε παρά με την τετραπέρατη συγγραφέα αστυνομικών έργων, είχε βραβευτεί πολλές φορές. Το συγκεκριμένο όμως βιβλίο, το τελευταίο της, δεν είχε κλέφτες και αστυνόμους, δεν είχε μυστηριώδεις φόνους και εξιχνιάσεις εγκλημάτων. Είχε σπάσει τα ταμεία γιατί μάλλον έβγαζε στο φως μια ανατριχιαστική αλήθεια που μόνο φανταστική δεν ήταν, γι’ αυτό τη λάτρεψαν μικροί και μεγάλοι. Σήμερα θα εμφανιζόταν στην τηλεόραση για να μιλήσει για όσα έζησε την περίοδο του κορονοϊού και να παρουσιάσει το σχετικό βιβλίο της.
Η Ζανέτ φώναξε στην συνδεδεμένη με το διαδίκτυο τηλεόραση της να βάλει αυτόματα Αnt1 με ένταση ήχου στο 40 και περίμενε να πέσουν οι τίτλοι της εκπομπής.
«Και τώρα έχουμε μαζί μας την κυριά Μυρτώ Χριστίδου που θα μείνει εδώ μαζί μας όλο το απόγευμα για να μας κρατήσει συντροφιά. Θα μας μιλήσει για το βιβλίο της που αφορά τη ζωή στα χρονιά του κορονοϊού στο μακρινό 2021 και θα μας δώσει τα μυστική της για να αντλούμε δύναμη στις δυσκολίες της ζωής μας. Ας την υποδεχτούμε.
Η Ζανέτ ήξερε για τον κορονοϊό μέσα από περιστασιακές διηγήσεις της μητέρα της. Παρόλο που είχε χάσει τους παππούδες της, τη θεία της και το μικρό της ξαδελφάκι και η ίδια δε θυμόταν τίποτα, γιατί ήταν μόνο τριών ετών, λεπτομέρειες δεν έμαθε ποτέ γιατί η μητέρα της κάθε φορά που αναφερόταν στα γεγονότα αυτά συννέφιαζε οπότε παρακολουθούσε με μεγάλη λαχτάρα
Η Μυρτώ Χριστίδου εμφανίστηκε και κάθισε στον καναπέ. Φορούσε πάντα άσπρα μακριά άνετα ρούχα, περίτεχνα ασημένια σκουλαρίκια και δαχτυλίδια που νόμιζες πως τα αγόρασε από μουσείο λαϊκής τέχνης. Πάντα στο λαιμό της είχε το φυλαχτό της. Ένα περίεργο μενταγιόν που πολλοί το είχαν προσέξει στις εμφανίσεις της και θα ήθελαν να το δουν από κοντά. Να το ανοίξουν, να μάθουν τι κρύβει..
Μετά τα εθιμοτυπικά η Μυρτώ Χριστίδου άρχισε να διηγείται. Η φωνή της ήταν ψιλή και ρετρό. Η Ζανέτ την ένιωθε να γαργαλάει τα αυτιά της και να την μεταφέρει στο σκονισμένο παρελθόν. «…και όμως δεν ήταν παραμύθι», είπε ξεροκαταπίνοντας. «Ήταν μια πραγματικότητα που έπεσε σαν κομήτης και άλλαξε το ρου της ιστορίας οριστικά. Εγώ τότε ήμουν 18 ετών στο πρώτο έτος της Ιατρικής σχολής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης και μόλις τότε ξεκινούσε η ζωή μου. Ήμουν γεμάτη όνειρα, σχέδια για το μέλλον, είχα προσχεδιάσει τα πάντα με κάθε λεπτομέρεια από τη πιο σημαντική μέχρι την πιο ασήμαντη!
Πρέπει να ήταν τέλη Δεκεμβρίου του 2020 όταν μάθαμε ότι ένας ασυνήθιστος, περίεργος και κυρίως ανεξερεύνητος ιός έπληξε την Κίνα. Μέχρι δε να συνειδητοποιήσουμε τι συνέβαινε στην περιοχή, ήρθε σαν αυθάδης απρόσκλητος επισκέπτης και στη χωρά μας την Ελλάδα. Το 2021, επαναστατική χρονιά δε μπορείς να πεις… Όχι και σα το ένδοξο ‘21 βέβαια. Να μην υπερβάλλω κιόλας.»
Ένα μειδίαμα ξέφυγε από τα χείλη της. Και συνέχισε.. «Διακόσια χρόνια μετά οι άνθρωποι; Ξανά σκλαβωμένοι! Μη μου πείτε ότι δεν είναι σκλαβιά να μη μπορείς να κυκλοφορήσεις στο δρόμο; Σχεδόν για δυο χρόνια έμειναν κλεισμένοι στα σπίτια τους οι άνθρωποι μετά την ψυχρή και μυστηριώδη ανακοίνωση για έκτακτο λοκντάουν από τους διψασμένους για αποκλειστικότητα δημοσιογράφους.»
Πριν προλάβει να τη διακόψει η παρουσιάστρια η Μυρτώ συνέχισε με ένα ύφος σα να έπαιρνε βαθιά ανάσα για να κάνει μακροβούτι στον ωκεανό.
«Ο ιός κόβιντ-19 εμφανίστηκε ξαφνικά σα νέος εισβολέας και κατακτητής που ήθελε να αφαιρέσει ζωές. Παραμόνευε παντού. Σε κύκλωνε, σε απειλούσε, έτρεχες να γλυτώσεις αλλά δύσκολα τα κατάφερνες. Στρογγυλοκαθόταν στο αναπνευστικό σου και σε πρόσβαλε θανάσιμα. Όχι σα να σε σκότωνε το τούρκικο μαχαίρι που παραμονεύει να σε βγάλει από τη μέση μια και έξω, αλλά αργά και βασανιστικά. Αρχικά νόμιζες ότι κόλλησες γρίπη όμως λίγες μέρες μετά ο εισβολέας εξασθενούσε το ανοσοποιητικό σύστημα του ‘οικοδεσπότη’ του, βασάνιζε τα αθώα και άμαθα πνευμόνια του, του συνέθλιβε το κεφάλι, την καρδιά και το νευρικό του σύστημα.
Κάθε οικογένεια είχε να πει για κάποιον που έχασε: παππού, γιαγιά, θείο, θεία, γονείς ή ακόμα και παιδιά.
Ο κατακτητής κέρδιζε ολοένα έδαφος. Τα σχολεία έκλεισαν και το μάθημα γινόταν στο σπίτι σαν άλλο κρυφό σχολείο. Οι τυχεροί που είχαν internet και ηλεκτρονικά μέσα παρακολουθούσαν παρόλες τις τεχνικές δυσκολίες που αντιμετώπιζαν τα σχολεία. Αυτοί που δεν είχαν μείνανε στο σκοτάδι, χάνανε μαθήματα και μείνανε πίσω. Οι μεγάλοι έχαναν τις δουλειές τους, άλλοι δεν είχαν να επιβιώσουν. Πείνασε ο κόσμος. Το κράτος προσπάθησε να βοηθήσει υποτυπωδώς με επιδόματα της συμφοράς. Τα μαγαζιά κλείσανε και μόνο τα σούπερ μάρκετ και τα φαρμακεία εξυπηρετούσαν τις βασικές ανάγκες. Οι επιτήδειοι όπως πάντα κερδοσκοπούσαν και αύξαναν τις καταθέσεις τους. Αλλού μισό ευρώ ή μάσκα και αλλού πέντε. Αλλού πέντε ευρώ το κορονοτέστ και αλλού οχτώ. Όσο για το μοριακό τεστ μισός μισθός για μερικούς ανθρώπους. Εντάξει, πάντα συνέβαιναν τέτοια στους πολέμους. Πόλεμος δεν είναι όταν πεθαίνουν τόσοι άνθρωποι καθημερινά;» ρώτησε τη δημοσιογράφο σα μη χωράει αμφιβολία για αυτό που έλεγε και συνέχισε τον συναρπαστικό μονόλογο.
«Πολεμική κατάσταση υπήρχε στα νοσοκομεία όλου του πλανήτη. Τα κρεβάτια, οι εντατικές, οι μονάδες αυξημένης φροντίδας όλα ήταν γεμάτα και οι γιατροί αναγκαζόταν να επιλέξουν το ποιος θα ζήσει και ποιος θα πεθάνει αβοήθητος από ασφυξία. Το προσωπικό ήταν λιγοστό για να αντιμετωπίσει αυτή την κατάσταση. Λύγιζαν μέχρι και οι γιατροί που ως τώρα υμνούσαν τους εαυτούς τους σαν Θεούς. Πολεμική κατάσταση υπήρχε και στις κυβερνήσεις των κρατών. Οι μεν διαφωνούσαν με τους δε πάνω στα κεφάλια των αμάχων. Ποιος τους έδινε όμως σημασία. Ο λαός θρηνούσε και ο καθένας προσπαθούσε να διαφυλάξει τον εαυτό του»
Η Μυρτώ Χριστίδου το ζούσε. Η δημοσιογράφος ψέλλισε δύο λόγια που η Μυρτώ μάλλον δεν άκουσε. Της είπε ότι οι τηλεθεατές είναι κατενθουσιασμένοι με την διήγηση της για αυτά τα δύσκολα χρονιά όμως εκείνη έδειχνε να μη σαλεύει. Κοιτούσε μπροστά. Στο άπειρο. Σα να μην είπε ακόμα το καλύτερο.
Διέκοψαν για διαφημίσεις, η Ζανέτ έμεινε καρφωμένη στην οθόνη, ο Μπρούνο γουργούριζε ευχαριστημένος από τα χάδια της και σε λίγο εμφανίστηκε και πάλι η λευκή οπτασία στους δέκτες. Με το okay της δημοσιογράφου η Μυρτώ συνέχισε τη διήγησή της.
«Λοιπόν αφού πέρασε η πρώτη ψυχρολουσία και το πρώτο μούδιασμα οι πιο άμυαλοι άρχισαν να αμφισβητούν τα πάντα, τις εκατομμύρια απώλειες κυρίως. Με την απερισκεψία τους και τη μη πειθαρχία τους διέσπειραν τον ιό χειρότερα από πριν. Παράνομα πάρτι στήνονταν σε κάθε γωνιά από την πρωτεύουσα έως την επαρχία βάζοντας τη διασκέδαση πιο ψηλά από την υγεία. Φορείς του ιού αλλά και άτομα που νοσούσαν σοβαρά αρνιόταν να καθίσουν σε περιορισμό. Σαν αποτέλεσμα αρρώσταιναν άνθρωποι που πειθαρχούσαν και βρέθηκαν δίπλα στο λάθος άτομο τη λάθος στιγμή.»
«Και πότε τελείωσε κυρία Χριστίδου αυτή η αρρώστια;»
«Δυστυχώς τα δεινά των ανθρώπων δεν σταμάτησαν εδώ. Και δεν σταμάτησαν γιατί δεν βρέθηκε η αιτία του κακού. Αρχικά ένα φως αχνοφάνηκε στο τούνελ. Ενώ όλοι περιμέναν να εμβολιαστούν με το ξενόφερτο εμβόλιο που θα έσωζε την κοινωνία τα πράγματα δεν πήγαν ακριβώς όπως τα σχεδιάζανε. Ο κόσμος εμβολιάστηκε μεν αλλά πάρα πολλοί άνθρωποι συνέχιζαν να πεθαίνουν. Μάλιστα εμβολιάστηκαν και παιδιά αλλά ο ιός δεν έλεγε να φύγει. Λίγους μήνες αργότερα νοσούσαν ξανά ακόμα και οι πρόσφατα εμβολιασμένοι. Εγώ έχασα τους γονείς μου και την ανήλική αδελφή μου. Σαν εθελόντρια φοιτήτρια της ιατρικής έμεινα κοντά τους ως το τέλος. Είδα τους ανθρώπους να φεύγουν σαν πουλιά. Σα να θέλουν να ξεφύγουν από τα βασανιστικά σώματά τους. Σα να προτιμούσαν το θάνατο γι αυτό φεύγανε τόσο γρήγορα. Πληγώθηκα βαθιά. Τσαλακώθηκε και κουρελιάστηκε ο κόσμος μου. Έμεινα μόνη και χωρίς κανέναν συγγενή. Με μόνη μου ελπίδα την έρευνα και την επιστήμη μου. Με όρκο βαρύ στους ανθρώπους μου ότι θα πατήσω στα πόδια μου και θα ξαναγεννηθώ και θα βοηθήσω να ξαναγεννηθεί και η λαβωμένη από τον πόλεμο του ιού, ανθρωπότητα.
Τότε ήταν που διάβασα τυχαία μια δημοσίευση. Μια ομάδα νέων, πολλοί όχι πέντε δέκα, συγκεντρώθηκαν και αποφάσισαν με αυταπάρνηση ότι αυτή η κατάσταση δεν μπορούσε να συνεχιστεί άλλο. Ο καθένας είχε χάσει τους ανθρώπους του. Αποφάσισαν να γίνουν οι κλέφτες και οι αρματολοί της σύγχρονης κοινωνίας. Αποφάσισαν να παλέψουν για την ελευθερία με κάθε κόστος. Την ομάδα αυτή αποτελούσαν είκοσι άτομα από κάθε κράτος της Γης. Είχα λοιπόν και εγώ την τιμή να ανήκω στην ομάδα της Ελλάδας από μια συγκυρία που μου επιφύλασσε η μοίρα. Η επιλογή γινόταν από μια επιτροπή που αξιολογούσε του νέους χωρίζοντας τους σε πέντε κατηγορίες: τους ρομαντικούς, τους βαθιά θρησκευόμενους, τους επιστήμονες, τους δημιουργικούς και κάποιους φαινομενικά τρελούς. Για να βρεθεί λύση έπρεπε ο καθένας να δώσει κάτι από τον εαυτό του. Άλλοι το πάθος, άλλοι την πίστη, άλλοι την γνώση, άλλοι την ευρηματικότητα και άλλοι την τρέλα. Πετυχαίνει τίποτα χωρίς λίγη τρέλα;»
«Εσείς ποιο χαρακτηριστικό εκπροσωπήσατε κυρία Χριστίδου;» ρώτησε η δημοσιογράφος απορημένη.
«Εγώ κατατάχτηκα στους ρομαντικούς ονειροπόλους. Παρότι μαζί με την ιατρική στη συνέχεια ασχολήθηκα και με τα αστυνομικά μυθιστορήματα θα φανταζόταν κανείς ότι θα ανήκα στους ερευνητές, τους επιστήμονες ή τους τρελούς. Πάντα είχα μέσα μου το αντίπαλο δέος. Ήθελα να καταπιάνομαι με πράγματα και να βάζω στοιχήματα με τον εαυτό μου για έναν ιδανικό κόσμο. Ήθελα να βγάλω την ανθρωπότητα από το μαρτύριο φυσικά με τη βοήθεια των φίλων μου γιατί γίναμε φίλοι πάρα τις διαφορές μας. Άνθρωποι κάθε χρώματος και κάθε φύλου, διαφορετικού μορφωτικού επιπέδου, διαφορετικής θρησκείας, διαφορετικών πολιτικών απόψεων και προσανατολισμού στην ζωή συμφωνήσαμε ότι κάθε μυαλό λειτουργεί διαφορετικά και αυτό όχι απλά ήταν κατακριτέο, ήταν χρήσιμο μη σας πω και απαραίτητο για τη λύση. Να ξαναβρεί δηλαδή ο κόσμος την ελευθερία του, η οικονομίες να ορθοποδήσουν και η ζωή να συνεχίσει να κυλά φυσιολογικά. Σκεφτήκαμε λοιπόν ότι για να βρεθεί αυτή η λύση έπρεπε πρώτα να βρεθεί η αιτία του ιού αυτού που εμφανίστηκε σχεδόν κινηματογραφικά στις ζωές μας.»
«Νομίζω αυτό είναι και το θέμα του βιβλίου σας;» διέκοψε η δημοσιογράφος.
«Ναι «Η επανάσταση του 2021» σε αυτό αναφέρεται. Στη λευτεριά και στον τρόπο με τον οποίο την κατακτήσαμε. Μελετήσαμε χρόνια και χρόνια τον ιό αυτό. Μη νομίζετε ότι μέσα σε μια μέρα σώθηκε ο κόσμος όλος. Μέρα και νύχτα ξεχάσαμε τις οικογένειές μας και την προσωπική μας ζωή και αφιερωθήκαμε στην σωτηρία της ανθρωπότητας. Παρατηρήσαμε λεπτομερώς το φαινόμενο κόβιντ-19. Το πως άρχισε, το πώς συνεχίστηκε και τελικά πως εξελίχθηκε και εδραιώθηκε στην παγκόσμια κοινότητα και καταλήξαμε σε κάτι απλό και πάρα πολύ πολύτιμο: ότι είχε χαθεί η αγάπη! Αυτή ήταν η αιτία του κορονοϊού. Οι άνθρωποι είχαν χάσει την αγάπη!»
Η δημοσιογράφος έδειξε να κοιτά εκτός κάμερας σα να ήθελε να πει στο σκηνοθέτη ότι μάλλον κάτι δεν πήγαινε καλά. Η καλεσμένη της ζούσε το απόλυτο παραλήρημα. Από κει που αναφερόταν σε ιστορικά γεγονότα αλλά και στο μπεστ σέλερ της και το πώς η ανθρωπότητα βγήκε από τη μάστιγα του ιού, τώρα άρχισε να μιλά για αγάπες.
«Μα ποια αγάπη εννοείτε κυρία Χριστίδου; Αρρώστησε ο κόσμος γιατί δε αγαπούσε;» αναρωτήθηκε σχεδόν ειρωνικά.
«Όχι, όχι, όχι. Δεν καταλάβατε τι εννοώ. Ο κόσμος γύρω στο 2020 έπαψε να αγαπάει γενικώς. Μα το πιο βασικό έπαψε να αγαπάει το σπίτι του. Τον πλανήτη Γη. Χρόνια ολόκληρα, από τη δημιουργία του κόσμου δηλαδή, οι άνθρωποι θεώρησαν τη Γη κτήμα τους και όχι χώρο που τους φιλοξενούσε. Ο Θεός χάρισε στον άνθρωπο ένα δώρο και αυτός το κακοποίησε και ασέβησε προς αυτό με το χειρότερο τρόπο. Κατέκαψε τη Γη με φωτιά και κάθε είδους χημικό και ραδιενεργό υλικό. Επενέβη στους υδάτινους πόρους, εκμεταλλεύτηκε βάναυσα τα ζώα, έκανε πόλεμο, δημιούργησε τέρατα στα εργαστήρια και θεώρησε τον εαυτό του κυρίαρχο όλου του σύμπαντος. Έτσι κάποτε η Γη διαμαρτυρήθηκε. Δεν μπορούσε να αντέξει άλλο πόνο και κακοποίηση. Αντί να παρέχει στον άνθρωπο ζωή είχε φτάσει στο σημείο να είναι ένας κατακουρασμένος πλανήτης που δεν μπορούσε να αντέξει άλλο. Για να τιμωρήσει τους ανθρώπους λοιπόν τους έστειλε αυτό που ήταν το μόνο που θα μπορούσε να τους σταματήσει και να τους δείξει την ασέβειά τους. Τους εχθρούς της αγάπης. Τη μοναξιά και τον πόνο!»
«Συμφωνώ με τα παραπάνω όμως τι σχέση έχουν όλα αυτά με έναν ιό;» ρώτησε σχεδόν εκνευρισμένη η δημοσιογράφος φοβούμενη ότι οι τηλεθεατές της θα αλλάξουν σύντομα κανάλι.
«Ο ιός κόβιντ-19, κυρία μου, ήταν ο ιός της μοναξιάς. Για να μην κολλήσεις έπρεπε να μείνεις στο σπίτι. Μόνος! Σκεφτείτε μόνο πόσοι και πόσοι άνθρωποι ζούνε μόνοι και περιμένουν πώς και πώς να ξημερώσει για να πάνε μια βόλτα έξω να δουν κόσμο. Ε, αυτό λοιπόν απαγορευόταν. Απαγορεύτηκε η αγκαλιά. Αυτό το πολύτιμο αγαθό για την καλή ψυχολογία του ανθρώπου. Το ξέρατε ότι οκτώ αγκαλιές τη μέρα χρειάζονται για να γίνει ένα παιδί ευτυχισμένος ενήλικας; Το ξέρατε ότι η αγκαλιά και το ανθρώπινο χάδι είναι θεραπευτικά για πολλές ασθένειες; Με αυτή την αρρώστια οι άνθρωποι απαγορευόταν να αγγίζουν τους άλλους ανθρώπους. Ούτε φιλιά, ούτε αγκαλιές, ούτε αγγίγματα. Χάθηκε κάθε έννοια της ανθρώπινης επαφής. Και φυσικά τα πράγματα δεν σταματούσαν εκεί. Όποιος αρρώσταινε έπρεπε να μείνει μόνος. Χωρίς κανέναν να του κρατήσει το χέρι. Χωρίς μια επίσκεψη από συγγενή ή φίλο. Χωρίς το άγγιγμα κανενός. Και αν ερχόταν ο θάνατος; Εκεί τα πράγματα ήταν χειρότερα. Οι άνθρωποι έφευγαν από αυτή τη ζωή μόνοι. Δεν είχαν το δικαίωμα ούτε στο τελευταίο αντίο. Δεν μπορούσες καν να αντικρύσεις για τελευταία φορά τον νεκρό και να τον τιμήσεις σύμφωνα με τα έθιμα της κοινωνίας. Πήγαινε στην τελευταία του κατοικία αμπαλαρισμένος σαν ένα πακέτο που δεν το θέλει κανείς να το φιλοξενήσει. Ούτε η ίδια η Γη.
Παράλληλα βέβαια με τη αυτή τη δυστυχία που ζούσε ολόκληρη η ανθρωπότητα ένα θαύμα άρχισε να συντελείται. Ο αέρας καθάρισε, η θάλασσα αποτοξινώθηκε, δελφίνια κολύμπησαν ακόμα και μπροστά από την παραλία της Θεσσαλονίκης, καθάρισαν τα πιο βρόμικα τοπία και μεταμορφώθηκαν σε θησαυρούς γιατί πια υπήρχε παντού ηρεμία. Η φύση άρχισε δειλά-δειλά να ξαναγεννιέται και να υπενθυμίζει ότι είναι εκεί για μας. Οι άνθρωποι εκτίμησαν τη βόλτα στο κοντινό παρκάκι η οποία τους ήταν επιτρεπτή μόνο για λίγη ώρα. Άρχισαν να αθλούνται στη φύση, στο δρόμο, με όργανο γυμναστικής το διπλανό παγκάκι. Άρχισαν όλοι να βλέπουν το τι υπάρχει γύρω τους και όχι να λειτουργούν σαν καλοκουρντισμένα τηλεκατευθυνόμενα.
Αυτό ήταν το συμπέρασμά μας στην ομάδα νέων που δημιουργήσαμε. Βρήκαμε τη αιτία και ήταν έτσι λοιπόν εύκολο να κινητοποιηθούμε για να βρούμε και τη λύση. Σιγά σιγά διδάξαμε στον κόσμο πως να μάθει να σέβεται και να αγαπάει το περιβάλλον και τους ανθρώπους γύρω του. Αυτό μας πήρε χρόνια. Ήταν σα να απευθυνόμαστε σε νήπια που μαθαίνουν να περπατάνε για πρώτη φορά. Βέβαια χρόνια πήρε και για να φύγει ο ιός από τη Γη. Σιγά σιγά εξασθένησε και εν τω μεταξύ κέρδιζε πόντους η Γη που έπαιρνε πίσω από τους ανθρώπους τη χαμένη της αξιοπρέπεια.
Τώρα 60 σχεδόν χρόνια μετά το τέλος αυτού του τραγικού ιού δεν μπορώ να πω ότι το έχω μετανιώσει. Χρειαζόταν αυτό το μάθημα για να μάθει το ανθρώπινο είδος για να αγαπάει αληθινά!
«Μάλιστα. Η εξήγησή σας μπορώ να πω ότι με εκπλήσσει. Τη βρίσκω λίγο μεταφυσική. Τι έχετε να πείτε πάνω σ’ αυτό;» ρώτησε η δημοσιογράφος.
«Έχω να πω ότι απαντήσεις θα βρείτε με κάθε λεπτομέρεια στο βιβλίο μου. Όμως ναι, θεωρώ ότι οι ασθένειες που πλήττουν τους λαούς έχουν εκτός των άλλων και μεταφυσικό υπόβαθρο. Δε νομίζετε όμως ότι πέρα από αυτό η υπερκατάχρηση, η υπερεκμετάλλευση και η έκπτωση αξιών είναι αρκετά από μόνα τους για να οδηγήσουν τις κοινωνίες και τον πλανήτη στον πάτο του πηγαδιού με ολέθριες συνέπειες; Μ’ αυτό το ερώτημα θα ήθελα να κλείσω τη διήγησή μου.»
Η Ζανέτ έμεινε να κοιτά αποσβολωμένη την οθόνη. Οι σκέψεις την κατέκλεισαν. Μια φλόγα γεννήθηκε μέσα της μετά από όσα άκουσε. Ο αγώνας μιας γυναίκας απέναντι στο κακό και την καταστροφή, η θέληση και ο αγώνας την έκαναν να αποκοιμηθεί με αισιοδοξία… Αύριο πρωί-πρωί θα έτρεχε στο κοντινότερο βιβλιοπωλείο για να μάθει λεπτομέρειες από την «Επανάσταση του 2021».
Πετρισλή Μυρτώ