Για Πάντα Μαζί

Όλα τα μάτια της οικογένειας Τριανταφύλλου ήταν καρφωμένα στην τηλεόραση. Έφτασε η στιγμή που θα έβγαιναν τα αποτελέσματα μιας κλήρωσης με έπαθλο ένα  ταξίδι σε ένα από τα πιο διάσημα ξενοδοχεία στο Παρίσι, την πόλη του φωτός και του έρωτα. Η μικρή Λένα, αγκαλιά με τον παιχνιδιάρικο σκύλο της τον Τόγκο, κρατούσε σφιχτά στο χέρι της το φυλαχτό που της είχε φτιάξει η πολυαγαπημένη της γιαγιά για να την θυμάται και να την προστατεύει. Καθόταν δίπλα στον μπαμπά της, την αδυναμία της, ο οποίος της έκανε όλα τα χατίρια. Η μαμά της από μικρή είχε το όνειρο να ταξιδέψει στο Παρίσι ώστε να ανακαλύψει νέες γεύσεις, και τα μοναδικά αξιοθέατα της πόλης. Όταν άρχισε η αντίστροφη μέτρηση η Λένα ευχόταν από μέσα της να κερδίσουν αυτοί, γιατί υπό άλλες συνθήκες το ταξίδι αυτό θα μπορούσαν να το σκέφτονται μόνο ως ένα μακρινό όνειρο. Όπως καταλαβαίνετε δεν βρίσκονταν και στην καλύτερη οικονομική κατάσταση, πάραυτα αυτό δεν τους εμπόδισε στο να δημιουργήσουν μια αγαπημένη και δεμένη οικογένεια. Ήρθε η ώρα ο παρουσιαστής να ανακοινώσει τον νικητή. Η Λένα έκλεισε τα μάτια της και περίμενε να ακούσει το όνομα τους. Και πράγματι!! Ο παρουσιαστής είπε το όνομα Τριανταφύλλου! Όλοι η οικογένεια άρχισε να πανηγυρίζει και ο μπαμπάς έτρεξε να βάλει στο πικάπ τον δίσκο με την γαλλική μουσική. Χόρεψαν με όλη τους την καρδιά γεμάτοι χαρά και ανακούφιση. Μετά από λίγη ώρα η Λένα άφησε τους γονείς της στο σαλόνι και ανέβηκε στο δωμάτιο της. Εκεί, μέσα σε μια θήκη υπήρχε αυτό που την έκανε πραγματικά χαρούμενη: το βιολί της . Κάθε φορά που έπαιζε ξεχνούσε όλα τα προβλήματα της και μεταφέρονταν σε ένα δικό της σύμπαν γεμάτο γαλήνη και αρμονία. Ήταν το πάθος της! Αν μπορούσε, θα καθόταν όλη τη μέρα και θα έπαιζε βιολί, το οποίο το είχε κληρονομήσει από τον παππού της. Ήταν τόσο παλιό που άξιζε πολλά χιλιάδες ευρώ. Στους γονείς της, πέρασε πολλές φορές η σκέψη να το πουλήσουν ώστε να ζήσουν έστω και λίγο καλύτερα. Αλλά τους έφευγε κατευθείαν από το μυαλό όταν την έβλεπαν πόσο χαρούμενη ήταν όταν έπαιζε. Αλλά τώρα, δεν τους απασχολούσε αυτό το πρόβλημα, αλλά οι προετοιμάσεις για το Παρίσι! Οπότε, οι υπόλοιπες μέρες κατακλύζονταν από την ίδια διάθεση!

 

Πέρασε ένας μήνας και έφτασε η μεγάλη μέρα! Ο ήχος από το ξυπνητήρι συνήθως  συνδυάζεται με το δύσκολο πρωινό ξύπνημα. Όχι όμως εκείνη την μέρα! Ο ήχος αυτός ηχούσε στα αυτιά της σαν το πιο ωραίο τραγούδι που είχε ακούσει ποτέ. Δεν κοιμήθηκε καθόλου το βράδυ από την ανυπομονησία απλώς δεν σηκωνόταν για να μην ξυπνήσει τους γονείς της. Αφού ετοίμασαν της βαλίτσες τους, η Λένα χάιδεψε τον Τόγκο για να τον αποχαιρετήσει και ξεκίνησαν με τα πόδια για το αεροδρόμιο. Ανέβηκαν στο αεροπλάνο για πρώτη φορά και για αυτό η Λένα ανυπομονούσε ακόμη πιο πολύ! Η μαμά της ήταν η μόνη αγχωμένη γιατί εκτός από την υψοφοβία φοβόταν και τα αεροπλάνα. Η Λένα της έκανε μια αγκαλιά για να βοηθήσει λίγο την κατάσταση. Καθώς έφταναν στο Παρίσι έβλεπαν και θαύμασαν τον πύργο του Άιφελ ο οποίος φαινόταν  από το αεροπλάνο λόγω του τεράστιου ύψους του. Κατέβηκαν μετά από ένα εικοσάλεπτο και ένα ταξί τους περίμενε για να τους οδηγήσει στο ξενοδοχείο. Το ξενοδοχείο ήταν υπέροχο! Το δωμάτιο τους ήταν αρκετά ευρύχωρο με ένα μονό και ένα διπλό κρεβάτι. Το κρεβάτι της ήταν τόσο απαλό, λες και ήταν από σύννεφα. Αλλά άφησαν το δωμάτιο και πήγαν να εξερευνήσουν τη πιο γραφική πόλη του κόσμου! Τις δύο πρώτες μέρες περνούσαν υπέροχα! Πήγαν σε πολλά μέρη, όπως το Λούβρο, την όπερα, τον πύργο του Άιφελ και διάφορα άλλα αξιοθέατα. Δοκίμασαν επίσης πολλά παραδοσιακά πιάτα της Γαλλίας ενώ η μαμά της προσπαθούσε να καταλάβει τα συστατικά ώστε να τα μαγειρεύει και όταν γυρίσει πίσω στο σπίτι. Την δεύτερη μέρα έτυχε να δίνει παράσταση ο αγαπημένος της βιολιστής, ο Λεωνίδας Καβάκος ο οποίος καταγόταν από την Ελλάδα αλλά ποτέ δεν μπόρεσε να παρευρεθεί σε μια από τις παραστάσεις του. Έτσι ο πατέρας της δεν της χάλασε το χατίρι. Όταν έφτασαν εκεί και τον άκουγαν να παίζει, η Λένα θυμήθηκε την αγάπη της για το βιολί το οποίο είχε δύο μέρες να το δει. Όταν τελείωσε προσπάθησε να τον βρει για να της δώσει αυτόγραφο, αλλά δεν μπόρεσε τελικά. Δεν της χάλασε όμως την διάθεση γιατί της έφτανε που τον άκουσε να παίζει και να την μαγεύει με την μουσική του. Μετά από αυτήν τη μαγευτική εμπειρία επέστρεψαν στο ξενοδοχείο.

 

Αλλά πάντα στην ζωή θα συμβαίνει κάτι το οποίο θα μας θυμίζει ότι όλα  μπορούν να χαθούν μέσα σε ένα λεπτό. Όταν ανέβηκαν στο δωμάτιο η μικρή Λένα παρακάλεσε τον μπαμπά της να πάνε ξανά αύριο να παρακολουθήσουν την ίδια παράσταση. Ο μπαμπάς της αρνήθηκε, αλλά αυτή επέμενε παρά την συμβουλή του μπαμπά της να σταματήσει . Αφού συνέχισε να γκρινιάζει, ο μπαμπάς της, της φώναξε και αυτή πήγε κατευθείαν στο κρεβάτι της θυμωμένη για να κοιμηθεί. Μετά από περίπου μισή ώρα συνέβη κάτι που κανείς δεν το περίμενε. Ξαφνικά άκουσαν τον διαμαντένιο πολυέλαιο να κουνιέται και ξύπνησαν από έναν δυνατό θόρυβο, σαν κουδούνι. Η μητέρα τράβηξε την Λένα από το χέρι και πήγαν κάτω από το κρεβάτι. Κατάλαβε ότι πρόκειται για έναν πολύ δυνατό σεισμό. Δεν είχε βρεθεί ποτέ ξανά σε μια τέτοια κατάσταση και για αυτό ήταν πολύ τρομαγμένη. Η ανησυχία της μεγάλωσε όταν κατάλαβε ότι ο μπαμπάς της έλειπε από το δωμάτιο. Ξαφνικά ένα τεράστιο κομμάτι από το ταβάνι έπεσε πάνω στο κρεβάτι και η Λένα τρόμαξε τόσο πολύ που έχασε της αισθήσεις της.

 

Πέρασαν περίπου έξι μέρες στην πραγματικότητα αλλά για αυτήν μόνο ένα λεπτό. Ξύπνησε και το μόνο που θυμόταν ήταν το τεράστιο κομμάτι να πέφτει προς τα πάνω τους. Η μόνη της επιθυμία ήταν να δει τον μπαμπά της. Η μαμά της την καθησύχασε λέγοντας της ότι ήταν μια χαρά, απλώς τον κράτησαν στο νοσοκομείο προληπτικά! Η Λένα ένιωσε μια τρομερή ανακούφιση όταν το άκουσε αυτό. Αγαπούσε πάρα πολύ τον πατέρα της και μόνο στην ιδέα ότι μπορούσε να τον χάσει έκλαιγε. Οι υπόλοιπες μέρες την έβρισκαν ξαπλωμένη στο κρεβάτι τρώγοντας κυρίως σούπες και σε καμία περίπτωση γλυκά. Ξυπνούσε με την ελπίδα ότι θα είχε γυρίσει ο μπαμπάς της από το νοσοκομείο αλλά η μαμά της έβρισκε μια δικαιολογία για να αλλάξει συζήτηση. Μετά από περίπου πέντε μέρες μπόρεσε να περπατήσει. Κατέβηκε κανονικά κάτω, βγήκε έξω, ανάπνευσε καθαρό αέρα και είδε τους φίλους της. Το απόγευμα η μαμά της πήγε στην αγορά και αυτή έμεινε μόνη της σπίτι. Έβαλε το χέρι της στην τσέπη του φορέματος της και κατάλαβε ότι το φυλαχτό της γιαγιάς της έλειπε! Άρχισε λοιπόν να ψάχνει σε όλα τα συρτάρια για να το βρει, αλλά αντί για αυτό βρήκε μια εφημερίδα. Πήγε στο πρωτοσέλιδο και είδε κάτι που της άλλαξε αμέσως την διάθεση. Το πρόσωπο της κυριεύτηκε από φόβο και ανησυχία. Ο τίτλος του άρθρου ήταν ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΙΚΟΣ ΣΕΙΣΜΟΣ ΣΤΟ ΠΑΡΙΣΙ. Διάβασε λίγο πιο κάτω και είδε την λίστα αγνοουμένων. Στην τέταρτη σειρά  είχε γραμμένο το όνομα του πατέρα της. Εκείνη τη στιγμή άνοιξε η τηλεόραση και ανακοίνωσε κάτι ακόμα πιο στενάχωρο που μηδένισε και την παραμικρή ελπίδα. Ο παρουσιαστής είπε ότι είχαν να δουν τόσο μεγάλο σεισμό από του 1930! Αλλά στο τέλος πρόσθεσε ότι οι ελπίδες για να βρεθούν οι αγνοούμενοι μειώθηκαν κατά πολύ επειδή ήταν η 20η μέρα που δεν έδειξαν κανένα σημάδι ζωής. Τότε  ένιωσε ένα τεράστιο πόνο και άρχισε να κλαίει. Ανέβηκε τρέχοντας  στο δωμάτιο της και πήρε τον σκύλο της αγκαλιά. Πιο πολύ στεναχωρήθηκε που η τελευταία στιγμή με τον μπαμπά της ήταν γεμάτη ένταση και δεν μπόρεσε να του ζητήσει συγνώμη ή να του δώσει μια αγκαλιά. Μετά θυμήθηκε μια στιγμή με τον μπαμπά της. Ήταν δευτέρα δημοτικού και έδωσε την πρώτη της παράσταση με το βιολί . Όταν τελείωσε ο μπαμπάς της, της είπε :<< Μπράβο παιδί μου, συνέχισε να παίζεις με την ψυχή σου και κάνε με περήφανο>> και της έδωσε μια μικρή γλαστρούλα με μια πολλή μικρή τριανταφυλλιά. Εκείνη του υποσχέθηκε ότι θα την φροντίζει και του έδωσε μια σφιχτή αγκαλιά! Μια ανάμνηση που δεν θα έφευγε ποτέ από το μυαλό της. Εκείνη τη στιγμή ένα δάκρυ κύλησε και έπεσε πάνω στην θήκη του βιολιού της. Πήρε λοιπόν το βιολί της και άρχισε να παίζει με όλη της την καρδιά

 

Τότε κάτι μαγικό συνέβη. Στο δωμάτιο της υπήρχε η γλάστρα με την μονίμως μαραμένη τριανταφυλλιά η οποία δεν είχε ανθίσει ποτέ, παρόλο που τη φρόντιζε αρκετά. Εκείνη την στιγμή όμως πολλά όμορφα κόκκινα άνθη άρχισαν να απλώνονται σε όλο το δωμάτιο και μια πολύ ωραία μυρωδιά εξαπλώθηκε παντού. Τόσο ωραία δεν είχε ξαναπαίξει. Έπαιζε και μεταφέρθηκε για ακόμη μια φορά στο δικό της σύμπαν. Αλλά αυτή την φορά ήταν διαφορετικά. Την περιτριγύριζαν παρά πολλά λουλούδια συγκεκριμένα τριαντάφυλλα που ήταν το αγαπημένο λουλούδι του πατέρα της. Εκείνη τη στιγμή ένιωσε το χέρι του να την ακουμπάει. Δεν γύρισε όμως. Δεν ήθελε να χαλάσει αυτήν την όμορφη στιγμή. Της αρκούσε που ήταν μαζί της. Καθώς τελείωνε το κομμάτι της τον άκουσε να λέει :<< Να ξέρεις θα είμαι πάντα δίπλα σου. Αλλά θα σου ζητήσω μια χάρη. Μην χάσεις ποτέ την ελπίδα και το χαμόγελο σου. Με αυτά τα δύο μπορείς να προχωρήσεις στην ζωή.>> Μετά από αυτό η καρδιά της ηρέμησε και πήγε κατευθείαν στο κρεβάτι της. Ένιωθε τόσο κουρασμένη λες και έτρεξε σε μαραθώνιο. Αλλά είχε να κοιμηθεί τόσο ωραία μετά από πολύ καιρό. Είδε ένα όνειρο με τον πατέρα της, ο οποίος προσπαθούσε να της μάθει ποδήλατο, η πως να φτιάξει ένα καραβάκι από χαρτί. Αυτές τις στιγμές ήθελε μόνο! Αλλά αυτό που ήθελε πραγματικά ήταν ένα μόνο δευτερόλεπτο μαζί του, για να τον αποχαιρετήσει.

 

Το επόμενο πρωί, κατέβηκε στην κουζίνα και είδε την μαμά της στενοχωρημένη και προβληματισμένη. Είδε ότι έλειπε η εφημερίδα και κατάλαβε ότι η Λένα τη διάβασε. Αλλά η Λένα της είπε να μην μιλήσει και πήγε κατευθείαν και την αγκάλιασε πολύ σφιχτά και με ένα μεγάλο χαμόγελο. Είχε αποδεχτεί τι είχε συμβεί και αποφάσισε να κάνει τον μπαμπά της χαρούμενο, ακόμη και από μακριά.

Παπαδόπουλος Δημήτρης

Κάντε το πρώτο σχόλιο

Υποβολή απάντησης