Βαρέα μέταλλα
Αυτά συνήθως εναποτίθενται στον πυθμένα ποταμών, θαλασσών ή λιμνών μαζί με τα υπόλοιπα φερτά υλικά. Μελέτη που έγινε για την Μεσόγειο κατέληξε στο συμπέρασμα πως παραπάνω από την μισή ποσότητα των βαρέων μετάλλων που περιέχονται σε αυτήν όπως ο υδράργυρος, το χρώμιο, ο μόλυβδος, ο ψευδάργυρος (μαζί με φυτοφάρμακα και ραδιενεργά υλικά) προερχόταν όχι από τις ανθρώπινες δραστηριότητες των ακτών της Μεσογείου, αλλά μεταφέρονταν από τις λεκάνες απορροής ποταμών που έρχονται από πολύ μακρύτερα. Ο βαθμός τοξικότητας μερικών μετάλλων φαίνεται να μειώνεται από αριστερά προς τα δεξιά για τα εξής παρακάτω :
Υδράργυρος ( Hg) > Χαλκός ( Cu) > Ψευδάργυρος (Zn) > Μόλυβδος (Pb) > Κάδμιο ( Cd) > Χρώμιο ( Cr) > Μαγγάνιο ( Mn).
Ο υδράργυρος (Hg)
Είναι ευρύτατα χρησιμοποιούμενος αλλά και τοξικός. Έχει πολλές εφαρμογές στη χρωματουργία, τη γεωργία, (σαν μυκητοκτόνο), σε ηλεκτρικές συσκευές και λυχνίες, στη βιομηχανία χάρτου και κυρίως στην παραγωγή χλωρίου και καυστικού νατρίου.
Οι οργανικές ενώσεις του υδραργύρου -που είναι τοξικότερες από τις ανόργανες- κατορθώνουν να είναι τόσο τοξικές λόγω της δυνατότητας που έχουν να διαπερνούν τη διαχωριστική μεμβράνη μεταξύ αιμοφόρων αγγείων και εγκεφάλου, να διέρχονται μέσα από τον πλακούντα της μήτρας προσβάλλοντας το έμβρυο και να παρεμποδίζουν αντιδράσεις των αμινοξέων του οργανισμού (Βασιλικιώτης 1981). Χαρακτηριστική και σοβαρότερη από τις περιπτώσεις ρύπανσης λόγω υδραργύρου ήταν η περίπτωση ενός μικρού χωριού ψαράδων ονομαζόμενο Μινιμάτα στην Ιαπωνία. Εκεί παρατηρήθηκαν στα μέσα της δεκαετίας του 1950 δηλητηριάσεις γατιών στην αρχή και ανθρώπων στη συνέχεια, που είχαν σαν αποτέλεσμα δεκάδες θανάτους ανθρώπων, παραμορφώσεις και διαταραχές του νευροφυτικού συστήματος, κυρίως των ψαράδων της περιοχής. Αιτία ήταν ο υδράργυρος που κατέληγε απο ένα εργοστάσιο παραγωγής PVC στο ποτάμι. Απο το ποτάμι οι τοξικές ουσίες περνούσαν στα ψάρια και σε οστρακοειδή που κατανάλωναν οι άνθρωποι.
Χαρακτηριστικά αναφέρεται πως στη Μινιμάτα της Iαπωνίας μεταξύ 1953-1971 γεννήθηκαν δεκάδες παιδιών με βλάβες στον εγκέφαλο και συνέπειες όπως παράλυση μυϊκό τρόμο, σπασμούς, διανοητική καθυστέρηση κ.α. Οι μητέρες όμως δεν παρουσίαζαν κλινικά συμπτώματα δηλητηρίασης εκτός από μερικές που είχαν ήπιας μορφής παραισθήσεις.
Μόλυβδος
Ρύπανση του πόσιμου νερού από μόλυβδο συμβαίνει κατά τη χρησιμοποίηση μολύβδινων σωλήνων ύδρευσης, αλλά και από υαλωμένα πήλινα σκεύη, ιδιαίτερα αν τα τελευταία περιέχουν όξινα υγρά. Από τις ανόργανες και οργανικές ενώσεις του μολύβδου (τοξικότερες οι δεύτερες) μέσω της αναπνοής και του πεπτικού συστήματος μεταφέρεται ο μόλυβδος στον οργανισμό, όπου και εναποτίθεται κυρίως στα οστά. Η βιολογική ημιπερίοδος του μολύβδου στα οστά του ανθρώπου υπολογίζεται στα 2-3 χρόνια.
Πετρελαιοειδή
Ρύπανση από πετρελαιοειδή είναι συνέπεια ναυαγίων των πετρελαιοφόρων πλοίων, διαρροών από εγκαταστάσεις παράκτιων ή θαλάσσιων πετρελαιοπηγών, καθαρισμού δεξαμενών των πετρελαιοφόρων και λειτουργίας παρακτίων διυλιστηρίων. Κάθε χρόνο χύνονται στις θάλασσες από 2,5 μέχρι 6 εκατομμύρια πετρέλαιο. Επιπλέον πρέπει να σημειωθεί πως, επειδή το πετρέλαιο έχει την τάση να εξαπλώνεται στην επιφάνεια του νερού, κάθε λίτρο του καταλαμβάνει επιφάνεια 1.000 m περίπου.
Στις θάλασσες που περιβάλλουν την Ελλάδα, εκτιμάται από την Greenpeace πως χύνεται κάθε χρόνο ποσότητα πετρελαιοειδών ίση με 70.000 έως 125.000 τόνους δηλαδή το 10-20% του συνολικού απορριπτόμενου πετρελαίου της Μεσογείου.
Το στρώμα των πετρελαιοειδών που εγκαθίσταται στην επιφάνεια της θάλασσας, εμποδίζει την πρόσληψη διοξειδίου του άνθρακα και την απόδοση οξυγόνου από το φυτοπλαγκτόν, δηλαδή αναστέλλει τη φωτοσυνθετική διαδικασία. Επιδρά άμεσα και τοξικά στην υδρόβια ζωή. Αυγά και προνύμφες ψαριών θανατώνονται, ενώ το πετρέλαιο επικαλύπτει και αποφράσσει τα βράγχια των ψαριών που πεθαίνουν από ασφυξία. Τα πουλιά που έρχονται σε επαφή με πετρελαιοκηλίδες πεθαίνουν είτε από άμεση κατάποση τους είτε από την επάλειψη των φτερών τους με αυτές, οπότε καταστρέφεται η μονωτική τους ικανότητα και ή πνίγονται μην μπορώντας να επιπλεύσουν ή πεθαίνουν από το κρύο. Ιδιαίτερα ευαίσθητα, επίσης, είναι τα οστρακοειδή, τα καρκινοειδή, τα θαλάσσια θηλαστικά και οι χελώνες. Μείωση της διαλυτότητας του οξυγόνου είναι μια επίπτωση της ρύπανσης από πετρελαιοειδή.
Η καταπολέμηση της ρύπανσης αυτού του είδους με απορρυπαντικά, οδηγεί σε άλλους είδους καταστροφές: οι διασπασμένοι υδρογονάνθρακες καταβυθίζονται και καταστρέφουν τους βενθικούς οργανισμούς. Εμποδίζουν τα θαλάσσια ζώα του βυθού στην εξεύρεση τροφής και την αναπαραγωγή τους. Ένα μέρος της αρχικής ποσότητας πετρελαιοειδών καταλήγει πάντα στις πλησιέστερες ακτές, τις καλύπτει και προσβάλλει πανίδα και χλωρίδα. Οι επιπτώσεις στην αλιεία και τον τουρισμό είναι, επίσης, σοβαρές.
Το χλώριο
Έτσι, αποκαλούνται οι ουσίες στη δομή των οποίων άτομα χλωρίου συνδέονται χημικά με άτομα άνθρακα. Είναι σταθερές, τοξικές και βιοσυσσωρεύονται στους ζωντανούς οργανισμούς, τρεις ιδιότητες που τις κάνουν από τις πιο επιβλαβείς ενώσεις στον κόσμο. Σήμερα έχουν κατασκευαστεί πάνω από 11.000 τέτοιες ενώσεις, η πλειοψηφία των οποίων δε απαντά στη φύση και η οποία και για το λόγο αυτό δεν μπορεί να τις αποικοδομήσει. Να σημειωθεί πως το αέριο χλώριο είναι πολύ επικίνδυνο, γι’ αυτό και έχει χρησιμοποιηθεί σαν χημικό όπλο στο Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο. Το 80% της παραγωγής τους στην Δυτ. Ευρώπη, χρησιμοποιείται σαν πρώτη ύλη για την παραγωγή φυτοφαρμάκων (όπως aldrin, dieldrin, λινδάνιο), χλωροφθονθράκων (CFCs), πλαστικών όπως το πολυβινυλοχλωριδίο (PVC). Το υπόλοιπο 20% χρησιμοποιείται για λεύκανση ξυλοπολτού και χαρτιού και για την απολύμανση του πόσιμο νερού (Shelley 1990). Επίσης, χρησιμοποιείται για την παραγωγή, των πολυχλωριωμένων διφαινυλίων (PCBs), ενώσεις που είναι πολύ ισχυροί ρύποι, 370.000 τόνοι των οποίων εκτιμάται πως βρίσκονται σήμερα στα ιζήματα και τα νέρα των θαλασσών καθώς και στον αέρα πάνω από τις βιομηχανικές χώρες του βορείου ημισφαιρίου.
Η σταθερότητα των ουσιών αυτών καθώς και το γεγονός πως δεν υπάρχουν στην φύση (άρα οι ζωντανοί οργανισμοί δεν τις γνωρίζουν και δεν έχουν αναπτύξει μηχανισμούς αντίστασης απέναντί τους) συντελούν στην διατήρησή τους στο περιβάλλον επί αρκετές εκατοντάδες χρόνια μετά την απόρριψή τους σε αυτό. Κατά συνέπεια, η ποσότητά τους αυξάνει συνεχώς, δεδομένου του υψηλού ρυθμού παραγωγής τους σήμερα.
Οργανοχλωριωμένες ενώσεις έχουν βρεθεί σε μεγάλες συγκεντρώσεις στα ζώα που βρίσκονται στην κορυφή της τροφικής αλυσίδας (δελφίνια, φώκιες, πολικές αρκούδες, πιγκουίνοι, καθώς και σε ανθρώπους που τρέφονται πολύ από ψάρια) λόγω του φαινομένου της βιοσυσσώρευσης.
Οι βλάβες οι οποίες έχουν διαπιστωθεί ότι προκαλούν στον άνθρωπο:
-Μείωση της ποσότητας σπέρματος σε άντρες
-Καρκίνο του στήθους στις γυναίκες
-Προβλήματα ανάπτυξης (μειωμένο μέγεθος εγκεφάλου) σε παιδιά, αλλά και πρόωρο τοκετό ή αποβολή εμβρύων.
-Εξασθένηση του ανοσοποιητικού συστήματος των Ινδιάνων Ινουίτ των αρκτικών περιοχών του Καναδά.
Υπάρχουν πλέον αρκετά στοιχεία που συνηγορούν με την άποψη πως λύση του προβλήματος των οργανοχλωριωμένων ενώσεων, δεν μπορεί να είναι καμία άλλη, πέρα από την άμεση απαγόρευση της απελευθέρωσης τους στο περιβάλλον.


