Η άλωση της Πόλης

Η Άλωση της Κωνσταντινούπολης

 

«Το την πόλιν σοι δούναι ουτ’ εμόν έστι ούτ’ άλλου των κατοικούντων εν ταύτη∙ κοινή γαρ γνώμη πάντες αυτοπροαιρέτως αποθανούμεν και ου φεισόμεθα της ζωής ημών!»

(Το να σου παραδώσω την πόλη ούτε σε εμένα ανήκει ούτε σε κανέναν άλλο από αυτούς που την κατοικούν γιατί είναι κοινή απόφαση όλοι να πεθάνουμε με τη θέλησή μας και δεν λυπόμαστε για τη ζωή μας!)

 Αυτή ήταν η γενναία απάντηση του τελευταίου αυτοκράτορα του Βυζαντίου Κωνσταντίνου ΙΑ΄ Παλαιολόγου που σαν άλλος Λεωνίδας είπε το δικό του «Μολών λαβέ», στις δελεαστικές προτάσεις του Σουλτάνου Μωάμεθ Β΄ να παραδώσει με ευνοϊκούς όρους την Πόλη…

1

Συντομο χρονικό της Άλωσης

Η Άλωση του 1453 ήρθε ως κατάληξη μιας μακράς πορείας αποσύνθεσης του βυζαντινού κράτους και παράλληλης ανάδειξης των Οθωμανών ως της ηγεμονικής δύναμης στην περιοχή.

Η Βυζαντινή Αυτοκρατορία μόνο κατ” όνομα υπήρχε τις παραμονές της Άλωσης. Δεν αποκαταστάθηκε ποτέ στην παλιά της αίγλη μετά την άλωση της Κωνσταντινούπολης από τους σταυροφόρους το 1204.

Για τους Βυζαντινούς η μόνη μακροπρόθεσμη προοπτική επιβίωσης σ” εκείνη την κρίσιμη στιγμή με την οθωμανική λαίλαπα προ των πυλών προϋπέθετε ενεργή στρατιωτική βοήθεια από τις χριστιανικές δυνάμεις της Δύσης. Απαραίτητος όρος όμως ήταν η ένωση της βυζαντινής Εκκλησίας με την Εκκλησία της Ρώμης, κάτι που δίχαζε βαθιά τη βυζαντινή κοινωνία που είχε χωριστεί σε «Ενωτικούς» και «Ανθενωτικούς». Ωστόσο, ο Κωνσταντίνος Παλαιολόγος έκανε μία απέλπιδα προσπάθεια, στέλνοντας πρεσβεία στον πάπα Νικόλαο Ε” για να ζητήσει βοήθεια. Ο Πάπας έβαλε και πάλι ως όρο την Ένωση των Εκκλησιών.

Η έχθρα για τους Λατίνους δεν απέρρεε μόνο από δογματικούς λόγους. Η λαϊκή ψυχή δεν είχε ξεχάσει τη βαρβαρότητα που επέδειξαν οι Σταυροφόροι στην Πρώτη Άλωση της Κωνσταντινούπολης το 1204, ενώ αντιδρούσε στην οικονομική διείσδυση της Βενετίας και της Γένουας, που είχε φέρει στα πρόθυρα εξαθλίωσης τους κατοίκους της Αυτοκρατορίας, αλλά και στην καταπίεση των ορθοδόξων στις περιοχές, όπου κυριαρχούσαν οι καθολικοί.

Από τις αρχές του 1453 ο Μωάμεθ ο Β΄ προετοιμαζόταν για την κατάληψη της Κωνσταντινούπολης. Με έδρα την Ανδριανούπολη συγκρότησε στρατό το σύνολο του οποίου δεν πρέπει να ξεπερνούσε κατά πολύ τις 200.000 ανδρών και ναυτικό 400 πλοίων. Σημαντικό ρόλο στην πολιορκία έπαιξαν τα πρωτοφανούς μεγέθους και βεληνεκούς κανόνια των πολιορκητών και ιδιαίτερα το τεράστιο πολιορκητικό κανόνι, που είχε φτιάξει ο μηχανικό Ουρβανός.

Ο αγώνας ήταν άνισος για τους Βυζαντινούς, που είχαν να αντιπαρατάξουν μόλις 7.000 άνδρες, οι 2.000 από τους οποίους μισθοφόροι, ενώ στην Πόλη είχαν απομείνει περίπου 50.000 κάτοικοι με προβλήματα επισιτισμού. Τα πλοία των αμυνομένων στον Κεράτιο κόλπο ήταν μόλις 39, κυρίως τροποποιημένα εμπορικά των Βενετών και Γενουατών.

Η Βασιλεύουσα περιβαλλόταν από ξηράς με διπλό τείχος και τάφρο. Το τείχος αυτό, που επί 1000 χρόνια είχε βοηθήσει την Κωνσταντινούπολη να αποκρούσει νικηφόρα όλες τις επιθέσεις των εχθρών της, τώρα ήταν έρμαιο του πυροβολικού του σουλτάνου.

Η άμυνα του κράτους ανατέθηκε στον Γενουάτη Στρατηγό Ιωάννη Ιουστινιάνι. Ήταν λοιπόν φανερό ότι οι Βυζαντινοί βρίσκονταν σε δυσχερέστατη θέση και ότι μόνο το θάρρος και η ανδρεία, δεν θα τους έσωζαν. Δυστυχώς, η μοίρα της Πόλης ήταν καταδικασμένη.

Στις αρχές Απριλίου του 1453, οι οθωμανικές δυνάμεις συγκεντρώθηκαν μπροστά στην Κωνσταντινούπολη και στις 12 Απριλίου ξεκίνησε ο βομβαρδισμός των χερσαίων τειχών και οι προσπάθειες υπόσκαψής τους. Μέχρι την τελική έφοδο μεγάλο μέρος των τειχών, είχε υποστεί σημαντικές ζημιές. Όσα από τα τείχη καταστρέφονταν ξαναχτίζονταν αμέσως από τους υπερασπιστές της.

Οι Τούρκοι προσπάθησαν πολλές φορές να σπάσουν την αλυσίδα που έφραζε τον Κεράτιο κόλπο και προστάτευε την ανατολική πλευρά της Κωνσταντινούπολης. Στις 20 Απριλίου, 4 ελληνικά πλοία με πλοίαρχο τον Φλαντανελά, κατάφεραν να μπουν στο λιμάνι της Κωνσταντινούπολης, κατόρθωμα που γέμισε με θάρρος τους υπερασπιστές της Πόλης.

2

Ο Μωάμεθ κατάλαβε αμέσως ότι μόνο το πυροβολικό του δεν έφθανε για την εκπόρθηση της Πόλης, εφόσον παρέμεινε απρόσβλητος ο Κεράτιος. Τη νύχτα της 21ης προς την 22α Απριλίου, κατόρθωσε να περάσει περίπου 70 πλοία δια ξηράς από τον Βόσπορο προς τον Κεράτιο. Έτσι έσφιξε ακόμα πιο πολύ τον κλοιό γύρω από την πολιορκούμενη Πόλη.

Ο αυτοκράτορας μάταια ανέμενε βοήθεια από τη Δύση. Παρόλα αυτά, αρνήθηκε την δελεαστική πρόταση του Μωάμεθ να φύγει από την Πόλη και να ζήσει ελεύθερος στο Μυστρά. Μετά από όλα αυτά ο Σουλτάνος ετοιμάστηκε για τη μεγάλη επίθεση.

Στις 28 Μαΐου 1453 ο αυτοκράτορας Κωνσταντίνος ΙΑ΄ Παλαιολόγος εισήλθε στο ναό της Αγίας Σοφίας και μετάλαβε των αχράντων μυστηρίων, μέσα σε πλήθος πιστών που τον επευφημούσε. Ο Φραντζής, ο ιστορικός της Άλωσης, αναφέρει: «ει και από ξύλου ή εκ πέτρας άνθρωπος ην, ουκ ηδύνατο μη θρηνήσαι». (Ακόμα και άνθρωπος από ξύλο ή από πέτρα φτιαγμένος, δεν μπορούσε να μη θρηνήσει.) Όλοι οι κάτοικοι της Πόλης, ευγενείς και φτωχοί, ορθόδοξοι και καθολικοί, Ενωτικοί και Ανθενωτικοί, Έλληνες και ξένοι πήραν μέρος στη μεγάλη λιτανεία. Ο αυτοκράτορας, με λόγια φλογερά, προσπάθησε να εμφυσήσει μέσα στην ψυχή των πολεμιστών του το θάρρος και την ελπίδα. Στον τελευταίο αυτό συγκλονιστικό λόγο του προς τους στρατηγούς και στρατιώτες, μεταξύ πολλών άλλων τους είπε, όπως παραδίδει ο ιστορικός της αλώσεως, ο Γεώργιος Φραντζής: «Καλώς ουν οίδατε, αδελφοί, ότι διά τέσσαρά τινα οφειλέται κοινώς εσμέν πάντες, ίνα προτιμήσωμεν αποθανείν μάλλον ή ζην, πρώτον μεν υπέρ της πίστεως ημών και ευσεβείας, δεύτερον δε υπέρ της πατρίδος, τρίτον δε υπέρ του βασιλέως, ως Χριστού Κυρίου, και τέταρτον υπέρ συγγενών και φίλων. Λοιπόν, αδελφοί, εάν χρεώσταί εσμεν υπέρ ενός εκ των τεσσάρων αγωνίζεσθαι έως θανάτου, πολλώ μάλλον υπέρ πάντων τούτων». «Γνωρίζετε πολύ καλά, αδελφοί μου, ότι είμαστε υποχρεωμένοι για τέσσερα πράγματα να πολεμήσουμε μέχρι θανάτου: πρώτο, για την πίστη και τη θρησκεία μας, δεύτερο, για την πατρίδα μας, τρίτο για το βασιλέα μας, τον εκπρόσωπο του Κυρίου και, τέταρτο, για τους συγγενείς και φίλους μας. Λοιπόν, αδελφοί μου, αν θέλουμε να αγωνιζόμαστε μέχρι θανάτου για ένα από αυτά τα τέσσερα ιδανικά, πρέπει να είμαστε πολύ περισσότερο πρόθυμοι να δώσουμε τη ζωή μας και για τα τέσσερα μαζί».

Οι πολεμιστές πήραν τις θέσεις τους και ο ίδιος ο αυτοκράτορας, έφιππος, κατέλαβε θέση πολεμιστή μπροστά στην Πύλη του Αγίου Ρωμανού.

Ξημερώματα  Τρίτης, 29 Μαΐου 1453, ο Μωάμεθ εξαπέλυσε με τον αμέτρητο στρατό του την επίθεση. Οι τρεις πρώτες επιθέσεις των Τούρκων αποκρούστηκαν με επιτυχία. Όλοι μάχονταν. Η Πόλη άντεχε! 3Όμως, η ψυχή της άμυνας, ο γενναίος Στρατηγός Ιωάννης Ιουστινιάνι, τραυματίστηκε. Αρνήθηκε να αποχωρήσει, αλλά τελικά αναγκάστηκε να εγκαταλείψει το πεδίο της μάχης, όταν το τραύμα του χειροτέρεψε. Παράλληλα, κάποιοι Τούρκοι, βρήκαν ανοιχτή μια μικρή πύλη, την Κερκόπορτα, και εισήλθαν στην Πόλη. Έτσι κατόρθωσαν να δημιουργήσουν σύγχυση και πανικό με οδυνηρές διαστάσεις. Πολλοί στρατιώτες, βλέποντας  τους Τούρκους πίσω τους, νόμισαν πως η Πόλη έπεσε και τότε ακούστηκε η τραγική κραυγή, που έμελλε ακόμα και σήμερα να προκαλεί ρίγος στους Έλληνες: «Η ΠΟΛΙΣ ΕΑΛΩ!». Μάταια, ο Κωνσταντίνος όρμησε με λίγους γενναίους στρατιώτες πάνω στους εχθρούς, και τελικά, σαν απλός στρατιώτης μαχόμενος, έπεσε ηρωικά! Το μεγαλείο του όμως ποτέ δεν πέθανε, συνεχίζει να ζει μέσα στις ελληνικές ψυχές, ως ο «μαρμαρωμένος βασιλιάς», όπως θέλει να τον διασώζει ο θρύλος.

Δυστυχώς όμως, η Πόλη, ύστερα από 54 ημέρες και νύκτες αγώνα, δεν άντεξε. Έπεσε στις 14.30 της Τρίτης 29 Μαΐου 1453.

4

Η υπερχιλιετής ένδοξη χριστιανική αυτοκρατορία, την οποία με ένα μεγαλοφυές, μεγαλόπνοο, θεϊκό σχέδιο εθεμελίωσε ο Μ. Κωνσταντίνος, εξέπνευσε πολιτικά μαζί με την τελευταία πνοή ενός άλλου Κωνσταντίνου, του Παλαιολόγου, ο οποίος με μεγαλειώδη γενναιότητα υπερασπίσθηκε την βασιλεύουσα, την τιμή ενός μεγαλειώδους πολιτισμού, σε ένα άνισο και απέλπιδα αγώνα. Δεν ήθελε η στρατιωτικά καταδικασμένη ένδοξη αυτοκρατορία να έχει άδοξο τέλος· έπρεπε να σβήσει όχι εξευτελισμένη και ταπεινωμένη, αλλά να παραμείνει ηθικά όρθια, ζωντανή, με αντιφέγγισμα λάμψης και μεγαλείου στο ηλιοβασίλεμά της….

 

Οι συνέπειες της Άλωσης

Οι συνέπειες της Άλωσης ήταν μεγάλες και οδυνηρές, για τον Ελληνισμό. Τερματίστηκε ένας λαμπρός πολιτισμός, που φώτιζε τον κόσμο μέσα από το σκοτάδι του Μεσαίωνα, για χίλια και πλέον χρόνια.

Η νέα τάξη πραγμάτων ανάγκασε τους περισσότερους Έλληνες λογίους να μεταναστεύσουν στη Δύση και να μεταλαμπαδεύσουν εκεί τη σοφία τους όπου και έκαναν γνωστή στους Δυτικούς την ελληνική γλώσσα και παιδεία, ιδρύοντας παράλληλα πολλά ελληνικά σχολεία.

Οι Έλληνες, αμέσως μετά την Άλωση, αντιλήφθηκαν τον κίνδυνο αλλοίωσης της φυλετικής φυσιογνωμίας τους από τους Τούρκους και βρήκαν τρόπους να ενωθούν μεταξύ τους, αφήνοντας πίσω τις διαφορές του παρελθόντος. Στην ένωση αυτή σημαντικό ρόλο έπαιξε η Ορθόδοξη Εκκλησία, που αποτέλεσε το κέντρο της εθνικής και πνευματικής ύπαρξης και συντήρησης του Ελληνισμού. Η μακροχρόνια υποδούλωση των Ελλήνων και η πνευματική καθοδήγηση της Εκκλησίας έδωσαν νέα ζωτικότητα στο έθνος, τόνωσαν τον εθνισμό του και εμπόδισαν την αφομοίωσή του με τους στυγνούς Ασιάτες. Και όταν ήρθε το πλήρωμα του χρόνου, όλο το Έθνος, προετοιμασμένο από καιρό, μπόρεσε και αποτίναξε τον τούρκικο ζυγό.

Θρήνοι για την Άλωση

Η άλωση της Πόλης ήταν συγκλονιστικό γεγονός. Η Πόλη των πόλεων έπεσε στα χέρια των εχθρών. Μολονότι οι χρησμοί το προφήτευαν, κανείς δεν ήθελε να το πιστέψει. Το γεγονός της Άλωσης της Πόλης υπήρξε η αφορμή για Πανελλήνιους θρήνους και θρύλους.

Ιδιαίτερος ήταν και ο συγκλονισμός στην Αυτοκρατορία της Τραπεζούντας που ήταν ακόμα ελεύθερη την περίοδο της Άλωσης.

Αν και μακριά από την πολιορκημένη Πόλη, οι Έλληνες της Τραπεζούντας ζουν το δράμα της Άλωσης.

Σε έναν από τους πιο γνωστούς θρήνους ένα πουλί μεταφέρει τα μαντάτα στους κατοίκους. Γνωρίζοντας, ότι μεταφέρει κάτι εξαιρετικά δυσάρεστο, κανείς δεν τολμά να πάει να πάρει το μήνυμα που έχει αφήσει το πουλί. Μόνο ένα αγνό παίδι πηγαίνει το διαβάζει και αναγγέλλει αυτό τα τρομερά νέα στον εκεί Ελληνισμό…

Η περιοχή της Τραπεζούντας θρήνησε για την Άλωση της Πόλης: «Αϊλί εμάς και βάι εμάς η Ρωμανία πάρθεν… «Ωστόσο, στο τέλος υπάρχει και το αισιόδοξο μήνυμα: «Η Ρωμανία αν πέρασεν, ανθεί και φέρει κι άλλο…»

Έναν πουλίν, καλόν πουλίν εβγαίν” από την Πόλην

ουδέ στ” αμπέλια κόνεψεν ουδέ στα περιβόλια,

επήγεν και-ν εκόνεψεν α σου Ηλί” τον κάστρον.

Εσείξεν τ” έναν το φτερόν σο αίμα βουτεμένον,

εσείξεν τ” άλλο το φτερόν, χαρτίν έχει γραμμένον,

Ατό κανείς κι ανέγνωσεν, ουδ” ο μητροπολίτης

έναν παιδίν, καλόν παιδίν, έρχεται κι αναγνώθει.

Σίτ” αναγνώθ” σίτε κλαίγει, σίτε κρούει την καρδίαν.

 

Ν” αϊλί εμάς και βάι εμάς οι Τούρκοι την Πόλ” επαίραν

επαίραν το βασιλοσκάμ” κι ελάεν η Αφεντία.

Μοιρολογούν τα εκκλησιάς κλαίγνε τα μοναστήρα

κι ο Αι Γιάννες ο Χρυσόστομον κλαίει, δερνοκοπισκάται.

- Μη κλαις, μη κλαις, Αγιάννε μου μη δερνοκοπισκάσαι

η Ρωμανία “πέρασεν η Ρωμανία “πάρθεν.

- Η Ρωμανία (κι) αν “πέρασεν ανθεί και φέρει κι άλλο…

Επίλογος

Για μας τους Έλληνες και τους άλλους ορθοδόξους λαούς το Βυζάντιο ζη, μέσα στους θόλους των Εκκλησιών, στον τρόπο της ζωής μας, στα ήθη και στις παραδόσεις μας, στους θρύλους και στα τραγούδια μας. Ο μαρμαρωμένος βασιλιάς περιμένουμε να ζωντανέψει, να ψηθούν και από την άλλη πλευρά τα μισοτηγανισμένα ψάρια να τελειώσει ο παπάς την λειτουργία στην Αγία Σοφία, που την άφησε ατελείωτη.

Όσο και αν συστηματικά απωθούν πολλοί την ιδέα του Βυζαντίου, τίποτε δεν μπορεί να σβήσει από τα πολιτιστικά μας κύτταρα και την ψυχή μας, το πνεύμα του Βυζαντίου, που είναι συγχρόνως και το πνεύμα της Ελλάδος, να κρατήσουμε λοιπόν μέσα μας Χριστό και Ελλάδα, όπως συνιστούσε ο Άγιος Κοσμάς ο Αιτωλός.

  5

Κρουσουλούδης Χριστοφόρος

Θεολόγος καθηγητής Γυμνασίου Σκοπέλου

Κάντε το πρώτο σχόλιο

Υποβολή απάντησης