Φώτ. Στελ.
Αφήγηση μιας θεατρικής παράστασης που παρακολούθησα και μου άρεσε.(ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ: Σταμπουλίδου Αικατερίνη
Την περασμένη Πέμπτη πήγα με το σχολείο μου στο Θεσσαλικό θέατρο και παρακολούθησα μία θεατρική παράσταση “το καπλάνι της βιτρίνας” εμπνευσμένο από το βιβλίο μιας πολυβραβευμένης συγγραφέως, της Άλκης Ζέη.
Η υπόθεση του έργου αναφέρεται στην καθημερινή ζωή δύο κοριτσιών, της Μέλιας και της Μυρτώς, που ζουν στη Σάμο το 1936. Τα κορίτσια μένουν με τους γονείς τους στο σπίτι της θείας Δέσποινας, που είναι η θεία τους. Εκεί μένει και ο παππούς αλλά και μια υπηρέτρια η Σταματίνα. Στη σάλα του σπιτιού υπάρχει μια βαλσαμωμένη τίγρης, το καπλάνι μέσα σε μία βιτρίνα που έχει ένα μπλε και ένα μαύρο μάτι. Γι΄ αυτό τους λέει ιστορίες ο ξάδελφός τους ο Νίκος, που σπουδάζει χημικός στην Αθήνα. Κάθε Πέμπτη η θεία Δέσποινα καλεί επισκέπτες στο σπίτι, τον Νομάρχη, τον Πρόξενο της Ολλανδίας «πίκι πίκι ραμ» και τον Δεσπότη. Τότε τα κορίτσια έχουν την ευκαιρία να βλέπουν το καπλάνι.
Το καλοκαίρι τα κορίτσια πήγαιναν στο Λαμαγάρι και συναντούσαν όλους τους καλούς τους φίλους, τον Νόλη, την Άρτεμη, τον Οδυσσέα, την μικρή Αυγή και την Πιπίτσα. Όταν ερχόταν ο Νίκος, τους μιλούσε για την δημοκρατία και για την τίγρη. Όταν η τίγρης είχε ανοιχτό το μπλε μάτι ήταν καλή και βοηθούσε τους ανθρώπους, ενώ όταν είχε το μαύρο ήταν άγρια και δημιουργούσε πολλά προβλήματα. Τα παιδιά περνούσαν ξένοιαστα όλες τις μέρες του καλοκαιριού. Ο παππούς τους έλεγε μύθους που βασίζονταν σε ηθικά διδάγματα. Τα παιδιά είχαν μία φίλη, την Πιπίτσα, που την αποκαλούσαν μεγάλο μπελά, γιατί έλεγε άσχημα πράγματα.
Τα πράγματα άλλαξαν με τη δικτατορία που Μεταξά, γιατί ο Νίκος αναγκάστηκε να κρυφτεί, επειδή υποστήριζε τη δημοκρατία. Το έργο τελειώνει με τα κορίτσια να γυρίζουν στο σπίτι τους και να δέχονται ένα γράμμα από τον Νίκο που έφυγε στην Ισπανία.
Οι εντυπώσεις μου ήταν πάρα πολύ ευχάριστες. Οι ηθοποιοί ήταν πολύ ταλαντούχοι, οι εκφράσεις του προσώπου τους ήταν πολύ αστείες, έδειχναν ότι ζουν στα αλήθεια αυτό που έπαιζαν. Τα κοστούμια ήταν αλλιώτικα και έμοιαζαν με αυτά που φορούσαν την παλιά εποχή. Η μουσική και τα σκηνικά σε μάγευαν και βοήθησαν πολύ στην εξέλιξη του έργου. Το βιβλίο και το θεατρικό ήταν αυτοβιογραφία, δηλαδή αναφερόταν στην πραγματική ζωή της συγγραφέως, τα κορίτσια ήταν αυτή και η αδελφή της.
Το θεατρικό μου προκάλεσε ανάμεικτα συναισθήματα, όπως χαρά, λύπη, νιώθεις σαν να σε πηγαίνει πίσω στο χρόνο και να βιώνεις όλα αυτά τα γεγονότα που έζησε η Μέλια και η Μυρτώ. Όλα αυτά μου προκάλεσαν μεγάλη συγκίνηση και θα ήθελα πολύ να το ξαναδώ.
Φώτ. Στελ. (τμήμα Α4)