Για τον Ελληνικό λαό η μεγαλύτερη γιορτή του χρόνου δεν είναι τα Χριστούγεννα όπως για τους άλλους λαούς της δυτικής Ευρώπης, αλλά το Πάσχα που ταυτίζεται με την αναγέννηση της φύσης. Τα Πασχαλινά έθιμα στην Ήπειρο διαφέρουν από πόλη σε πόλη και από χωριό σε χωριό.
Το Μ. Σάββατο στην Πρέβεζα οι κάτοικοι αναβιώνουν ένα έθιμο που κρατά από την εποχή της Τουρκοκρατίας στο γραφικό εμπορικό στενό της πόλης «Σαϊτάν Παζάρ». Από νωρίς το πρωί πλήθος κόσμου συγκεντρώνεται στο στενό και μόλις ο ιερέας του μητροπολιτικού ναού Αγίου Χαραλάμπους, σημάνει την πρώτη Ανάσταση, πλήθος από «μπότια» (πήλινα κανάτια) σπάζουν στο πλακόστρωτο με τη συνοδεία κροτίδων. Σε όλη την πόλη αντηχεί ο τρομερός αυτός θόρυβος, δίνοντας το μήνυμα για την Ανάσταση του Θεανθρώπου. Σύμφωνα με μαρτυρίες ντόπιων κατοίκων, αυτό το έθιμο ξεκίνησε από την εποχή της Τουρκοκρατίας, όταν οι χριστιανοί έριχναν αυτοσχέδιες κροτίδες για να κρατούν μακριά τους Τούρκους και να γιορτάζουν ανενόχλητα την Ανάσταση. Μετά το σπάσιμο των κανατιών μοιράζεται σε όλους παραδοσιακό γλυκό.
Σε χωριά της Πρέβεζας όπως οι Παπαδάτες, αλλά και των Τζουμέρκων, ένα λαϊκό δρώμενο ήταν ο «Καγκελάρης». Αποτελούσε ένα σύνολο από δημοτικά τραγούδια, που χορεύονταν στο μεσοχώρι (στο κέντρο του χωριού), από την Κυριακή του Πάσχα μέχρι την Παρασκευή της Διακαινησίμου αρχικά και στη συνέχεια τις τρεις πρώτες μέρες του Πάσχα και την Παρασκευή. Προβλεπόταν ιεραρχική κλίμακα για τους χορευτές: Πρώτοι οι γέροι και ακολουθούσαν οι άνδρες, οι νέοι, οι γριές, οι παντρεμένες, οι αρραβωνιασμένες, οι ελεύθερες γυναίκες, οι νέες, το κορίτσια και τα παιδιά. Οι στίχοι των τραγουδιών τραγουδιούνταν πρώτα από τους κορυφαίους του χορού και επαναλαμβάνονταν από τους χορευτές μια ή δύο φορές, ανάλογα με τις απαιτήσεις του χορού.
Στην Άρτα γινόταν το έθιμο της «φωτιάς», το οποίο χάνεται στα βάθη των αιώνων, σε ανάμνηση της πυράς που άναψε έξω από το κυβερνείο του Πόντιου Πιλάτου, όταν συνέλαβαν τον Ιησού, περιμένοντας την απόφαση για την τύχη του το μεσημέρι της Μεγ. Πέμπτης. Οι νέοι έφερναν ξύλα στο προαύλιο του ναού, τα έστηναν σε σχήμα κώνου και το βράδυ άναβαν φωτιά αμέσως μετά την ακολουθία της Σταύρωσης. Εξάλλου, το μεσημέρι του Μεγ. Σαββάτου έφτιαχναν με ρούχα το ομοίωμα του Ιούδα, το κρεμούσαν σε κρεμάλα και το βράδυ στην Ανάσταση το έκαιγαν.
Στο Γηρομέρι Φιλιατών αναβιώνει έως τώρα, τη Δευτέρα του Πάσχα, ένα μοναδικό ταφικό έθιμο, που έχει ρίζες στις αρχές του 18ου αιώνα. Αμέσως μετά τη θεία λειτουργία στον κοιμητηριακό ναό της Αγίας Παρασκευής, κάτοικοι και συγγενείς νεκρών, κάνουν «τρισάγιο» με οργανοπαίχτες πάνω από τους τάφους. Οι συγγενείς του νεκρού, παραγγέλνουν το αγαπημένο τραγούδι του όσο ήταν στη ζωή, για να ακουστεί πάνω από το μνημείο του.
Ένα ξεχασμένο Πασχαλιάτικο έθιμο σε όλη την Ήπειρο από την εποχή του Αλή-Πασά, ήταν «τα φωτίκια», τα δώρα που έκανα οι ανάδοχοι στα βαφτιστήρια τους, όταν έφταναν στην ηλικία των 8 έως 12 ετών. Το «φωτίκι», ήταν ένα χάλκινο σκεύος, ταψί, κατσαρόλα, κανάτα, ανάλογα με τη δυνατότητα την οικονομική της κάθε οικογένειας. Σε όλα τα χάλκινα σκεύη, ο τεχνίτης χάραζε τα αρχικά γράμματα του ονόματος του κάθε ιδιοκτήτη και την ημερομηνία που έγινε το δώρο.