Δημοτικά τραγούδια -Ιαμβικός δεκαπεντασύλλαβος στίχος

Δημοτικά τραγούδια -Ιαμβικός δεκαπεντασύλλαβος στίχος

Οι μαθητές της Β΄ Γυμνασίου του σχολείου μας διδάχτηκαν φέτος, στα πλαίσια του μαθήματος της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας, τα δημοτικά μας τραγούδια. Έμαθαν ότι τα τραγούδια αυτά συντρόφευαν, ψυχαγωγούσαν και παρηγορούσαν στη δουλειά, στο σπίτι, στις γιορτές, σε όλες τις ανθρώπινες εκδηλώσεις και καταστάσεις. Επειδή εκφράζουν τα βιώματα, τις ιδέες και τα συναισθήματα του λαού, τα δημοτικά τραγούδια έχουν σταθερά, επαναλαμβανόμενα μοτίβα και διαχρονικό χαρακτήρα.

Τα δημοτικά τραγούδια είναι γραμμένα σε ιαμβικό δεκαπεντασύλλαβο στίχο, τον πιο εύχρηστο και διαδεδομένο στίχο στη νεοελληνική ποίηση. Από το 10ο μ.Χ. αιώνα μέχρι και σήμερα, μεγάλο μέρος της νεοελληνικής ποίησης είναι γραμμένο σε δεκαπεντασύλλαβους στίχους. Αυτή η ευρύτατη χρήση, τόσο στη δημοτική ποίηση όσο και στην προσωπική, υπήρξε η βασική αιτία να αποκληθεί εθνικός στίχος.

Στον φυσικό κυματισμό της νεοελληνικής γλώσσας και στην καθημερινή ροή της ομιλίας μας υπάρχει δυνάμει ο ιαμβικός δεκαπεντασύλλαβος. Γι” αυτό πολλές φορές μιλώντας φυσικά και αβίαστα, σχηματίζουμε χωρίς να το καταλάβουμε φράσεις που έχουν το μετρικό ρυθμό του δεκαπεντασύλλαβου στίχου. Αυτό και μόνο μας πείθει ότι ο δεκαπεντασύλλαβος έχει λαϊκή προέλευση. Θα πρέπει να ξεκίνησε από αυτοσχέδιους λαϊκούς «ποιητές» που είχαν έμφυτη τη χάρη να συνθέτουν στίχους για διάφορα επίκαιρα συνήθως θέματα.

Στα πλαίσια της διδασκαλίας των δημοτικών τραγουδιών οι μαθητές του Β1 και του Β2, με την καθοδήγηση της φιλολόγου τους, Κυριαζοπούλου Ευαγγελίας, προσπάθησαν –άλλοι με μεγαλύτερη και άλλοι με μικρότερη επιτυχία- να γράψουν τα δικά τους ποιήματα σε δεκαπεντασύλλαβο στίχο. Ακολουθούν κάποια από αυτά.

 

Ποιήματα μαθητών

  1. Του γάμου

«Σε δυο μέρες παντρεύεται η όμορφη Σοφία

και μοναχή την άφησε τη μάνα και τη θεία.

Σοφία μου πεντάμορφη, φόρεσε το στεφάνι,

και βάλε και τη βέρα σου και το ψηλό τακούνι.

Παρανυφάκια μπόλικα χορεύουν μπρος σ’ εσένα.

Άσε και μάνα κι αδερφό και πάρε τον γαμπρό σου.

Σου δώκαμε τον μορφονιό να πάρεις ν’ αγαπήσεις.

Δώσ’  του βρακί ανάποδο να μην σου τον ματιάξουν.

Ευχαριστώ που μ’ άκουσες κι εσύ και το κοινό σου.

( Ιωσήφ Μαρία, Β2)

  1. Στο σχολείο

Πουρνό- πουρνό σηκώνομαι και βάζω τα στολίδια,

φορώ το ρολογάκι μου και πάω στο σχολειό μου.

Ευρίσκω εκεί τις φίλες μου και παίζουμε, γελάμε.

Διαβάζω, γράφω, σκέφτομαι, σηκώνω και το χέρι

όταν θα μπει ο καθηγητής, για να μη με μαλώσει.

Κάθε Δευτέρα κάθομαι κι εγώ στη χορωδία.

Τέλος, παίρνω τη σάκα μου και την σηκώνω, φεύγω

και πάω στο σπιτάκι μου να δω και τους γονείς μου.

 (Ιωσήφ Μαρία, Β2)

  1. Του σχολείου

Στο σχολειό, όταν ξεκινάς, μες τη χαρά πηγαίνεις.

Μετά αρχίζουν δύσκολά και δεν περνάς  ωραία.

Διαβάζεις ώρες ατέλειωτες και μες στο άγχος είσαι.

Μα όταν αυτά τελειώσουνε και βγεις έξω στον κόσμο

στα χρόνια τα μαθητικά θα θέλεις να γυρίσεις.

  (Ισπικούδη Ολυμπία, Β2)

  1. Του σχολείου

Κάθε πρωί, όταν ξυπνώ, πηγαίνω στο σχολείο,

μαζί με μία τσάντα μου, τετράδια και βιβλία.

Εκεί όλοι μαθαίνουμε να γράφουμε, να μετράμε,

αφού ο δάσκαλος εκεί όλο μας εμαλώνει.

 (Διαμαντής Δημήτρης, Β2)

  1. Στο σχολείο

Σχολείο πάλι σήμερα, πρωί θα σηκωθούμε,

θα φάμε όλοι πρωινό και όλοι θα πλυθούμε.

Πηγαίνοντας για το σχολειό με φίλους θα βρεθούμε.

Και μόλις φτάσουμε εκεί, την προσευχή θα πούμε.

Ύστερα μες στις τάξεις μας το μάθημα αρχίζει,

Μα όλοι ανυπόμονοι το διάλειμμα ζητούμε.

Σαν ’ρθει τ’ απομεσήμερο, σπίτι μας θα βρεθούμε.

(Ασηκάκη Αρχοντία, Β1)

  1.   «Και έφυγ’ απ’ το σπίτι μας…»

Και ήρθ’ η ώρα τότε πια να πάει στην αγκαλιά Του

και έφυγ’ απ’ το σπίτι μας χωρίς τα πράγματά του.

Μ’ ένα ποτήρι κόκκινο κρασί για να Του δώσει

με την ελπίδα πως Αυτός θα τον εξιλεώσει.

Κι εγώ τον ψάχνω- σαν παιδί- να βρω την αγκαλιά του

για να ακούσω μουσική να βγαίνει απ’ την καρδιά του.

Και βρίσκω το ποτήρι του πεσμένο στο χορτάρι

και ξέρω πως ο Κύρης του ήρθε να τον επάρει.

Και βγαίνουν δάκρυα δροσερά απ’ τα πικρά μου μάτια

και νιώθω την καρδούλα μου να σχίζεται κομμάτια.

Και τον μπαμπά μου τον ρωτώ πότε θα μου γυρίσει

και ύστερα του απαντώ πως μάλλον θα μου λείψει.

          (Γιαννακοπούλου Δέσποινα, Β1)

  1. (Το τελευταίο αυτό ποίημα δεν είναι γραμμένο σε ιαμβικό δεκαπεντασύλλαβο, αλλά σε μοντέρνο στίχο)

Γύρεψα ουρανό και γη, για να

δω τα μάτια σου, αλλά τη στιγμή

που τ’ αντίκρισα άλλαξα γνώμη.

Ξέρεις γιατί; Επειδή δεν σ’ αγάπησα

γι’ αυτό.

(Δαβλάρα Άννα- Μαρία, Β1)

Σχολιάστε

Top