χαμαιλεοντισμός

ΑΠΟ: ΓΚΟΡΤΣΑ ΧΡΙΣΤΙΝΑ - Μαρ• 31•23

χαμαιλέων

Από την Τσιούμα Ασπασία

Η λέξη «χαμαιλεοντισμός» χρησιμοποιείται προκειμένου να δηλώσει τη συμπεριφορά και στάση ανθρώπου που αλλάζει φρονήματα ανάλογα με τα συμφέροντά του (π.χ. πολιτικός χαμαιλεοντισμός). Προέρχεται ετυμολογικά από το ουσιαστικό «χαμαιλέοντας» (χαμαί + λέων = λιοντάρι που έρπει/λιοντάρι του εδάφους). Ο «χαμαιλέοντας» είναι δενδρόβια, εντομοφάγος σαύρα, με χαρακτηριστική ικανότητα να αλλάζει ταχύτατα το χρώμα της προσαρμοζόμενη στο φυσικό της περιβάλλον.

Επιστημονικές έρευνες αποκαλύπτουν ότι οι χαμαιλέοντες αλλάζουν χρώμα ρυθμίζοντας ένα πλέγμα άχρωμων νανοκρυστάλλων στο επιφανειακό στρώμα του δέρματός τους. Ανάλογα με τη ρύθμιση, οι νανοκρύσταλλοι ανακλούν διαφορετικά χρώματα. Οι κρύσταλλοι αυτοί βρίσκονται διατεταγμένοι σε ένα πλέγμα, το οποίο μπορεί να τεντώνεται ή να συρρικνώνεται ανάλογα με τις διαθέσεις ή ανάγκες του ζώου. Όσο πιο πολύ τεντώνεται το πλέγμα, τόσο μεγαλύτερα είναι τα μήκη κύματος του φωτός που ανακλά.

Η αλλαγή του χρώματος χρησιμεύει στο ζώο ως καμουφλάζ, για την αυτοπροστασία του από τους εχθρούς του (αλεπούδες, κουνάβια, νυφίτσες, φίδια και αρπακτικά πουλιά). Επίσης, η αλλαγή του χρώματος λειτουργεί ως ρυθμιστής της θερμοκρασίας του σώματος του ζώου. Βαθιά στο δέρμα του χαμαιλέοντα υπάρχει ένα στρώμα ιριδοφόρων κυττάρων που ανακλά το υπέρυθρο φως, δηλαδή τη θερμική ακτινοβολία. Τέλος, η αλλαγή του χρώματος εξυπηρετεί την επικοινωνία του ζώου με ομοειδείς σαύρες (π.χ. όταν ένα αρσενικό βρεθεί αντιμέτωπο με κάποιον ανταγωνιστή ή όταν θέλει να φλερτάρει κάποιο θηλυκό).

χαμαιλέων

Στην Ελλάδα – και συγκεκριμένα στην Πύλο – εντοπίζεται το είδος του αφρικανικού χαμαιλέοντα (Chamaeleo africanus).

Η λέξη «χαμαιλέοντας» χρησιμοποιείται και μεταφορικά, για να χαρακτηρίσουμε τον άνθρωπο που «προσαρμόζει τις ιδέες, τις αρχές και τα φρονήματά του στο εκάστοτε κοινωνικό περιβάλλον κατά το συμφέρον του, χωρίς ποτέ να έχει ειλικρινή και σταθερή τοποθέτηση ο ίδιος».

Ο Πλούταρχος στο έργο του «Βίοι Παράλληλοι» (23.4-23.5) χαρακτηρίζει τον Αλκιβιάδη ως «χαμαιλέοντα» λόγω της προσαρμοστικότητάς του στις εκάστοτε περιστάσεις:

ἦν γάρ, ὥς φασι, μία δεινότης αὕτη τῶν πολλῶν ἐν αὐτῷ καὶ μηχανὴ θήρας ἀνθρώπων, συνεξομοιοῦσθαι καὶ συνομοπαθεῖν τοῖς ἐπιτηδεύμασι καὶ ταῖς διαίταις, ὀξυτέρας τρεπομένῳ τροπὰς τοῦ χαμαιλέοντος. πλὴν ἐκεῖνος μέν, ὡς λέγεται, πρὸς ἓν ἐξαδυνατεῖ χρῶμα τὸ λευκὸν ἀφομοιοῦν ἑαυτόν· Ἀλκιβιάδῃ δὲ διὰ χρηστῶν ἰόντι καὶ πονηρῶν ὁμοίως οὐδὲν ἦν ἀμίμητον οὐδ᾽ ἀνεπιτήδευτον, [23.5] ἀλλ᾽ ἐν Σπάρτῃ γυμναστικός, εὐτελής, σκυθρωπός, ἐν Ἰωνίᾳ χλιδανός, ἐπιτερπής, ῥᾴθυμος, ἐν Θράκῃ μεθυστικός, ἐν Θετταλοῖς ἱππαστικός, Τισαφέρνῃ δὲ τῷ σατράπῃ συνὼν ὑπερέβαλεν ὄγκῳ καὶ πολυτελείᾳ τὴν Περσικὴν μεγαλοπρέπειαν, οὐχ αὑτὸν ἐξιστὰς οὕτω ῥᾳδίως εἰς ἕτερον ἐξ ἑτέρου τρόπον, οὐδὲ πᾶσαν δεχόμενος τῷ ἤθει μεταβολήν, ἀλλ᾽ ὅτι τῇ φύσει χρώμενος ἔμελλε λυπεῖν τοὺς ἐντυγχάνοντας, εἰς πᾶν ἀεὶ τὸ πρόσφορον ἐκείνοις σχῆμα καὶ πλάσμα κατεδύετο καὶ κατέφευγεν.

ΠΗΓΕΣ

1.Μπαμπινιώτης, Γ. (1998). Λεξικό της νέας ελληνικής γλώσσας, Αθήνα: Κέντρο Λεξικολογίας

2.Πάπυρος Larousse – το παπυράκι (2003). Εικονογραφημένο εγκυκλοπαιδικό λεξικό και πλήρες λεξικό της Νέας Ελληνικής Γλώσσας, Αθήνα: Πάπυρος

3. https://old.ornithologiki.gr/page_cn.php?tID=1686

4.https://www.tovima.gr/2015/03/11/science/o-xamaileontas-allazei-xrwma-me-trik-nanotexnologias/

Σχολιάστε

Top