Παρουσίαση - Συνέντευξη Β. Ραπτόπουλου (α΄ μέρος)
Φιλοξενούνται στο παρόν άρθρο τα ερωτήματα που τέθηκαν από τους μαθητές του προγράμματος Φιλαναγνωσίας στον συγγραφέα Β. Ραπτόπουλο και οι απαντήσεις που, με προθυμία και αμεσότητα, δόθηκαν από τον ίδιο, κατά τη διάρκεια της επίσκεψής του στο 14ο Λύκειο Περιστερίου, στις 28/3/2023.
Ποιο ήταν το έναυσμα της συγγραφικής σας πορείας; Πώς ξεκινήσατε να γράφετε;
Σ’ αυτό δεν υπάρχει απάντηση. Πιστεύω ότι, όσο κι αν προχωρήσει η επιστήμη και να αναπτυχθεί η τεχνητή νοημοσύνη, ο εγκέφαλος θα παραμείνει κάτι σκοτεινό, δηλαδή θα έχει περιοχές ανεξερεύνητες. Υπάρχει κάτι μυστηριώδες στη δημιουργικότητα, που κανείς δεν ξέρει από πού πηγάζει. Πάντα απορείς και αναρωτιέσαι. Πολλές φορές έχω σκεφτεί ότι μπορεί να είναι αρρώστια. Μπορεί να έχεις αναπηρίες και να τις εξισορροπείς με τη δημιουργικότητα. Όσες σκέψεις και αν έχω κάνει δεν έχω καταλήξει κάπου. Η διαδικασία μπορούμε να πούμε ότι είναι σταθερή. Έρχεται μια ιδέα η οποία επιμένει. Έχω βρει καταφύγιο στη συγγραφή και στεναχωρημένος και χαρούμενος. Επομένως έχω διαπιστώσει ότι το γεννάνε όλες οι καταστάσεις. Και πάντα έρχονται κάποιες ιδέες, οι οποίες επιμένουν και το να τις γράψω είναι και μια λύτρωση για μένα, δηλαδή να απαλλαγώ από αυτές. Φυσικά ποτέ δεν απαλλάσσεσαι.
Δεν ξέρω πώς άρχισε. Είχα γράψει από μικρός. Πρέπει να ήμουν δεκατρία και άρχισα να γράφω μια ιστορία στην κουζίνα του πατρικού μου. Μικρός ήμουν πολύ πιο ματαιόδοξος. Έλεγα θα γράψω πράγματα που θα κάνουν επιτυχία. Όσο περνάν τα χρόνια το βλέπω διαφορετικά. Και μόνο το ότι η συγγραφή γέμισε τη ζωή μου και πέρασα καλά κάποιες ώρες από εκείνη την πρώτη απόπειρα στην κουζίνα του πατρικού μου, που ότι προβλήματα μπορεί να είχα με τους γονείς μου, με τον εαυτό μου, με τους φίλους μου μπορούσα κάποιες ώρες να προσηλώνομαι εκεί και να απογειώνομαι με αυτά που έγραφα και να νιώθω μια πληρότητα ψυχική, είναι μεγάλο δώρο. Όπως και το ότι κάποιοι άνθρωποι περάσανε πολύ καλά διαβάζοντας τα κείμενά μου και ένιωσα ότι τους πρόσφερα κάτι. Αυτά τα δύο μόνο να μείνουνε νομίζω τυχερός άνθρωπος νιώθω. Αλλά απάντηση στο πώς γράφεις, γιατί γράφεις δεν υπάρχει νομίζω.
Βρήκατε αρωγούς στην αφετηρία της συγγραφικής σας διαδρομής;
Εγώ πιστεύω ότι την τύχη σου την φτιάχνεις. Οπότε και αυτούς που θα σε βοηθήσουνε τους βρίσκεις εσύ. Δηλαδή εν μέρει είναι τύχη, αλλά να έχεις και εσύ ανοιχτά τα μάτια σου και να είσαι αρκετά θαρραλέος να διεκδικήσεις πράγματα. Θυμάμαι όταν είχα γράψει τα πρώτα μου διηγήματα και πριν βγούνε καλά καλά μπήκα να αγοράσω ένα βιβλίο στις εκδόσεις Κέδρος και ήταν εκεί ένας συγγραφέας, ο Μένης Κουμανταρέας, και πήρα τότε ένα βιβλίο του, που λεγόταν Η κυρία Κούλα και μου λέει η κοπέλα στο ταμείο είναι και ο συγγραφέας εδώ να σας βάλει ίσως μια αφιέρωση. Είχα αγωνία και αφού βρήκα το θάρρος τού είπα ότι γράφω και εγώ, να σας στείλω να μου πείτε τη γνώμη σας. Και μου είπε ναι και γίναμε και φίλοι μακροπρόθεσμα, με αυτόν που ήταν ήδη ένας φτασμένος τότε συγγραφέας. Αν εγώ δίσταζα… είναι εκείνος που με συνέδραμε ή εγώ που βρήκα το θάρρος; Στην δε αρχή μού είπε ότι αν ο ίδιος είχε περιοδικό δεν θα τα έβαζε τα κείμενά μου, δηλαδή τα Κομματάκια τότε, γιατί του φάνηκαν υπερβολικά φανταστικά, μη ρεαλιστικά. Αλλά και εκεί δεν απογοητεύτηκα. Από εσάς εξαρτάται να διεκδικήσετε τα όνειρά σας ή τι θέλετε. Να είστε επίμονοι, γιατί αν τα παρατάτε εσείς, ποιος θα έρθει;
Πώς βιώσατε αυτή την πρώτη συγγραφική περίοδο: με βεβαιότητες, με ανασφάλειες, με ενθουσιασμό;
Ενθουσιασμό. Τρελό ενθουσιασμό. Έτυχα και σε μία γενιά που για πρώτη φορά άρχισε να υπάρχει τηλεόραση. Εγώ πρώτη φορά 20 χρονών έδινα συνέντευξη σε τηλεόραση. Έτρεμε η φωνή μου, είχα αμηχανία, τρακ. Άρχισα να κάνω ραδιόφωνο, όταν ήμουν στον στρατό που πάλι έτρεμε η φωνή μου, αλλά επέμεινα. Δηλαδή υπήρχε ευχαρίστηση και ενθουσιασμός. Ήμασταν και τυχεροί, γιατί ως γενιά μάς δόθηκε η δυνατότητα να κάνουμε πράγματα που δεν μπορούσανε οι προηγούμενοι. Νομίζω ότι ο ενθουσιασμός είναι μια πολύ καλή λέξη. Και η ικανοποίηση ότι κάνεις αυτό που σου αρέσει, που σε γεμίζει.
Βέβαια, αυτά τα λέμε αναδρομικά. Τότε δεν ήθελα να γίνω σίγουρα συγγραφέας. Ήθελα να γίνω πιο πολύ μουσικός. Τραγούδαγα και έπαιζα κιθάρα. Είχαμε ένα συγκρότημα, εδώ στο Περιστέρι, και αμφιταλαντευόμουν μέσα μου. Έχω τραγουδήσει και στους Φατμέ. Είχα μανία με τη μουσική. Ενώ τα έζησα και ξέρω άμεσα την πρώτη ύλη, δεν έχω γράψει πολύ για αυτό, ένα βιβλίο μόνο, ο Μαύρος Γάμος. Μπορεί άλλοτε. Αμφιταλαντευόμουν. Μερικές φορές μεταμφιέζονται και τα όνειρά μας. Δηλαδή μπορεί να έχετε ένα όνειρο που θα το εγκαταλείψετε στη διαδρομή. Σημασία έχει να επιμένετε και να προχωράτε και να τα αναπτύσσετε όλα αυτά. Μου έμειναν στοιχεία μετά, καθώς έκανα τον μουσικό παραγωγό και έβαζα τραγούδια. Σου μένουν αυτά, αλλά δεν έκανα και αυτό που φανταζόμουν στα δεκαεπτά.
Πόσο έχετε αλλάξει συγγραφικά μέσα στον χρόνο; Γλωσσικά, τεχνικά, θεματικά; και Τι θεωρείτε εξέλιξη σε έναν συγγραφέα;
Ζηλεύω τον εαυτό μου εκείνης της περιόδου, γιατί δεν μπορώ να γράψω τόσο απλά, δηλαδή γράφω πιο περίπλοκες φράσεις, πιο μπερδεμένες. Είναι πιο δύσκολο να γράφεις μακροπερίοδες φράσεις, τις λένε και σεντόνια, με περίπλοκη σύνταξη. Επίσης έκανα καριέρα γράφοντας την πραγματικότητα, όχι το σπάνιο, αλλά το κανονικό, αυτό που ζούσαμε όλοι, οπότε δεν χρειαζόταν να το γράφω με περίπλοκες φράσεις. Μικρός ήμουν λίγο ο καπετάν Φασαρίας, δεν ήμουν ο τύπος που διάβαζε μόνο. Είναι περίεργο από μια μεριά ότι εγώ έγραψα και όχι άλλοι πιο κλεισμένοι στον εαυτό τους. Αλλά όλες οι περιπτώσεις υπάρχουνε. Δεν νομίζω πως υπάρχει κανόνας υποχρεωτικά. Υπάρχουν άνθρωποι που κάνουνε καριέρα κόντρα στις δυνατότητές τους.
Ως προς την εξέλιξη, εξέλιξα τον τρόπο έκφρασης. Έγιναν πιο μακροπερίοδες οι εκφράσεις μου, με τρόπο που δεν μπορώ να ξαναγυρίσω στην απλότητα που είχαν τα πρώτα γραπτά, αλλά αυτά είναι και θέματα ύφους. Πιστεύω ότι το ύφος έχει άμεση σχέση με το περιεχόμενο. Υπάρχουν δύο κατηγορίες συγγραφέων. Αυτοί που θεωρούν το ύφος σημαντικότερο και αυτοί που θεωρούν το περιεχόμενο σημαντικότερο. Εγώ θεωρώ το περιεχόμενο σημαντικότερο και θεωρώ ότι το περιεχόμενο διαμορφώνει και τον τρόπο που θα ειπωθούν τα πράγματα. Εξέλιξη ήταν να προχωρήσω προς θέματα που με έφεραν και εμένα σε πολύ δύσκολη θέση προκειμένου να πω μια αλήθεια όπως την καταλάβαινα. Γιατί έχω γράψει θέματα που ήταν έντονα ερωτικά. Θέματα που ήταν ακραία και συνάντησαν αντιδράσεις. Το ότι είχα το κουράγιο να τα κάνω, το θεωρώ μέρος αυτής της εξέλιξης. Ο συγγραφέας καλό είναι να λέει την αλήθεια και αυτό έχει κόστος. Δυσαρεστεί, ενοχλεί ανθρώπους. Αυτό το θεωρώ μέρος της εξέλιξής του.
Όταν γράφετε τα βιβλία σας, η πορεία είναι ευθύγραμμη από την αρχή έως το τέλος ή γράφετε ανακατεμένα κομμάτια και στη συνέχεια τα ενώνετε;
Όχι δεν είναι ευθύγραμμη. Επίσης πολλές φορές αντιστέκεται το βιβλίο. Ξεκινάω να το γράψω και δεν γράφεται. Κολλάω, το παρατάω. Με τον καιρό έχω βρει διάφορους τρόπους για να το προσεγγίζω. Ας πούμε πολύ λίγοι άνθρωποι καταλαβαίνουν αυτό που εγώ ονομάζω «πόρτα» στο γράψιμο. Δηλαδή οι πολλοί νομίζουν ότι η Ιλιάδα μιλάει για τον Τρωικό πόλεμο, ενώ η «πόρτα» και η βασική δομή του έργου είναι η μήνις του Αχιλλέα, ο θυμός, το μένος του Αχιλλέα με τον Αγαμέμνονα. Ένας που γράφει πρέπει να βλέπει τα πράγματα έτσι. Έτσι και εγώ πρέπει να ανακαλύψω από ποια πόρτα θα μπω και πρέπει να δω την ιστορία μέσα από αυτό το πρίσμα. Αυτό μπορεί να σε απελευθερώσει να γράψεις. Το ανάλογο με την Ιλιάδα συμβαίνει και στον Οιδίποδα τύραννο του Σοφοκλή. Ο μέσος θεατής ήξερε τον μύθο. Ο Σοφοκλής δεν παρουσιάζει τον μύθο γραμμικά αλλά την ημέρα που ο Οιδίποδας μαθαίνει ότι αυτός είναι φταίχτης, αυτή είναι εν προκειμένω η ιστορία. Το να δεις τη δομή, την «πόρτα» της ιστορίας είναι μέρος της διδασκαλίας του πώς γράφει κάποιος.
Είναι περισσότερο η ιδέα ή η πλοκή αυτή που καθοδηγεί τη συγγραφή ενός βιβλίου σας;
Και τα δύο. Καταρχάς υπάρχουν βιβλία που δεν έχουν καθόλου πλοκή. Όχι δικά μου τόσο. Εγώ βάζω συχνά πλοκή. Αλλά υπάρχουν και βιβλία που παρουσιάζουν μια στατική κατάσταση. Πιστεύω πάρα πολύ στην πλοκή, στην αφήγηση μιας ιστορίας. Είναι το πιο λαϊκό είδος και το πιο δραστικό. Θεωρώ ότι οι μεγάλοι συγγραφείς έχουν και ύφος και πλοκή. Όπως τα έργα του Σαίξπηρ. Έχει πλοκή σχεδόν πάντα.
Ποιος/Ποιοι είναι οι αγαπημένοι σας Έλληνες ή ξένοι συγγραφείς; Έχουν επηρεάσει το έργο σας;
Έχω πάρα πολλούς. Έχω γράψει και βιβλία για συγγραφείς. Ένα βιβλίο που έφερα στις καθηγήτριές σας αφορά σε Έλληνες συγγραφείς και λέγεται Λίγη ιστορία της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας. Έχω πάρει συνεντεύξεις από διάφορους συγγραφείς και έχω γράψει και για βιβλία τους. Καταρχάς θεωρώ ότι αγαπημένος συγγραφέας είναι αυτός που με κάνει να γράφω και εγώ. Ο πιο αγαπημένος μου συγγραφέας είναι ο Steven King, ο οποίος με κάνει να γράφω, όταν τον διαβάζω αλλά και για έναν άλλο λόγο, επειδή τον υπερασπίστηκα από το 1995 που στην Ελλάδα δεν ήταν πολύ γνωστός. Με έβρισαν οι κριτικοί και το λογοτεχνικό κατεστημένο. «Διαβάζεις αυτόν που είναι σκουπιδιάρης και λέει για βρικόλακες», μου έλεγαν. Αλλά είναι φοβερός αφηγητής. Έχετε δει προφανώς τις ταινίες με βάση τα βιβλία του. Μετά μου κόλλησε η ετικέτα. «Αυτός που υπερασπίστηκε τον Steven King»…. Βέβαια, είναι ένας από τους συγγραφείς με τις πιο πολλές πωλήσεις στον κόσμο. Πάντως πολλοί είναι εκείνοι που με ενέπνευσαν. Νομίζω ότι συγγραφέας γίνεται κανείς διαβάζοντας πολύ και γράφοντας. Οπότε αναγκαστικά πρέπει να έχεις και κάποιους που σου «πηγαίνουν».
Υπάρχουν συνήθως πραγματικοί άνθρωποι πάνω στους οποίους στηρίζετε τους χαρακτήρες των βιβλίων σας ή προτιμάτε να επινοείτε χαρακτήρες;
Δεν προτιμάω τίποτα. Με καταδυναστεύουν διάφορες ιδέες και τους παραδίδομαι. Για παράδειγμα, το βιβλίο που εξέδωσα πέρυσι και λέγεται Ανέγγιχτη, έχει πρωταγωνιστή τον Καζαντζάκη, που είναι και αυτός ένας από τους αγαπημένους μου συγγραφείς. Αντιμετώπισε για χρόνια στην Ελλάδα κυνηγητό από την Εκκλησία και από το Κράτος, απαγόρευαν τα βιβλία του… Όταν ήμουν μικρός ήταν διωκόμενος συγγραφέας. Θυμάμαι που άκουγα θείους μου να συζητούν για τον Καζαντζάκη και τον αντιμετώπιζαν σαν τον Τσε Γκεβάρα, σαν επαναστάτη. Βέβαια, οι ίδιοι δεν ήξεραν από λογοτεχνία, αλλά έβλεπαν ότι τον κυνηγούσε το κατεστημένο, οπότε τον θεωρούσαν «δικό τους»…
Υπάρχει μια περίφημη υπόθεση για αυτόν, όπου η πρώτη του γυναίκα τον κατηγορούσε ότι δεν είχε σαρκική επαφή μαζί της, και γι’ αυτό ο τίτλος του βιβλίου μου είναι Ανέγγιχτη. Έχω βάλει να γράφει την ιστορία η ίδια η πρώτη του γυναίκα. Ο Καζαντζάκης για πολλά χρόνια ακολουθούσε ένα δόγμα θρησκευτικό της Ανατολής που έλεγε ότι όσο λιγότερο ενδίδεις στη σαρκική επαφή, τόσο πιο πολύ κερδίζεις σε πνευματικότητα. Έτσι, ο Καζαντζάκης είχε βάλει τον εαυτό του σε ένα είδος αυτοσυγκράτησης, ώστε να κερδίσει σε πνευματικότητα. Αυτό σήμερα μας φαίνεται αρκετά παρανοϊκό. Πάντως αυτός ήταν ο λόγος για τον οποίο τον κατηγορούσε η γυναίκα του. Δεν γνωρίζουμε αν αυτό είναι αλήθεια.
Χρόνια ήθελα να γράψω για αυτόν τον συγγραφέα και τελικά ήρθε η ώρα να συμβεί πέρυσι…. Προσπαθώ και εγώ να ξεμπλέξω. Πως μπαίνει κάποιος σε κάτι παλιά σπίτια, που έχουν ιστούς αράχνης και προσπαθεί να τους απομακρύνει… Πολλές φορές νιώθω αυτό το πράγμα. Δηλαδή, θέλω να γράψω και πέφτω πάνω σε εμπόδια. Και προσπαθώ να τα αντιμετωπίσω. Δεν είναι και τόσο απλό. Είναι ένα είδος μάχης με τα πράγματα. Δεν ξέρω αν σας διαφωτίζω και πολύ…
Με ποιο από τα βιβλία σας ή από τους ήρωές σας είστε πιο «δεμένος»;
Είμαι πιο δεμένος με αυτά που έχουν αγνοηθεί ή χτυπηθεί. Πριν δέκα χρόνια εξέδωσα ένα βιβλίο με τίτλο Λεσβία, το οποίο κυνηγήθηκε πολύ άσχημα. Στην επαρχία, στη Βόρεια Ελλάδα δεν το έπαιρναν τα βιβλιοπωλεία. Πίστευαν ότι θα θεωρηθεί εξώλης και προώλης το βιβλιοπωλείο που θα το πουλούσε. Και δεν το έπαιρναν. Τώρα, βέβαια, παίρνω την «εκδίκηση της γυφτιάς», γιατί γυρίζεται και ταινία. Βρίσκεται στο στάδιο του μοντάζ. Αλλά αυτά τα βιβλία για τα οποία έχουν υπάρξει αντιδράσεις, αυτά μου μένουν πιο πολύ. Γιατί νιώθω ότι τα έχουν αδικήσει ή ότι τους έχουν φερθεί άσχημα. Αλλιώς νιώθω πιο δεμένος με το καινούριο βιβλίο που πρόκειται να βγάλω. Γιατί νιώθω ότι πρέπει να το υπερασπιστώ λίγο παραπάνω.
Η μαθητεία στα πλαίσια της δημιουργικής γραφής μοιάζει με τον τρόπο που εσείς μαθητεύσατε στην τέχνη σας και αντλήσατε τις επιρροές σας; Τι σημαίνει για εσάς δημιουργική γραφή; Βοηθάει έναν νέο άνθρωπο που επιθυμεί να ασχοληθεί με τη συγγραφή και πώς;
Δεν είμαι σίγουρος. Παρόλο που εγώ είχα δασκάλους και παρόλο που διδάσκω δημιουργική γραφή, πιστεύω ότι τα καλύτερα μαθήματα τα δίνεις μόνος σου στον εαυτό σου. Καλό κάνει και η δημιουργική γραφή, αλλά δεν θα κάνει κάποιον ατάλαντο Σαίξπηρ. Η δημιουργική γραφή θα τον κάνει να οργανώσει λίγο καλύτερα αυτά που κάνει ο ίδιος. Δεν θα γίνεις κάτι άλλο από αυτό που είσαι. Σίγουρα δε γράφεις επειδή κάνεις δημιουργική γραφή, δε γράφεις τα καλύτερα βιβλία επειδή κάνεις δημιουργική γραφή. Ή επειδή έχεις ένα δάσκαλο. Είναι ένα θέμα που παλεύεις με τον εαυτό σου, με τις δυσκολίες σου. Μπορεί να σας κάνω ένα μάθημα δημιουργικής γραφής και ο καθένας από εσάς να καταλάβει διαφορετικά πράγματα. Δεν είναι και τόσο απλό, δηλαδή να διδαχτείς από κάτι τέτοιο, από ένα μάθημα.
Λέτε: «Mέσα στον αφιλόξενο αυτό κόσμο, μ’ αρέσει να διαβάζω και να πλάθω ιστορίες με αρχή, μέση και τέλος. Nα παραμυθιάζομαι και να παραμυθιάζω. Tίποτ’ άλλο». Γράφετε για τους άλλους ή για εσάς;
Για μένα γράφω. Βέβαια, δεν γράφω για να τα βλέπω μόνο εγώ. Σκέφτομαι και τους άλλους. Αλλά η αρχική ευχαρίστηση είναι για μένα. Και νιώθω και πολύ τυχερός. Σε μια τέτοια χώρα που δεν πολυδιαβάζει, που δεν έχει βιβλιοθήκες, έχω καταφέρει να γράψω πολλά βιβλία που επιθυμούσα να γράψω και διαβάστηκαν. Έχουν τυπωθεί γύρω στις 300.000 αντίτυπα των βιβλίων μου. Νιώθω πολύ ευγνώμων. Και όχι μόνο αυτό. Συναντώ ανθρώπους και μου λένε: «Έχω διαβάσει τόσα βιβλία σας!» Και εγώ λέω : «Δόξα τω Θεώ». Θα μπορούσε αυτό το άτομο, μετά την ανάγνωση του δεύτερου βιβλίου, να πει «Στοπ…μέχρι εδώ. Έχει και άλλους συγγραφείς». Οπότε και αυτό το σκέφτομαι, αλλά σίγουρα γράφεις για σένα. Εξάλλου δεν ξέρεις τι θέλουν να διαβάσουν οι άλλοι. Αν ξέραμε, θα γράφαμε όλοι επιτυχημένα. Ποιος θα ήθελε να γράφει αποτυχημένα; Εννοώ σε επίπεδο κυκλοφορίας. Γιατί υπάρχουν και βιβλία που μακροπρόθεσμα θα φανούν καλύτερα από άλλα.
Ας πούμε για τον Παπαδιαμάντη, που τον ξέρουν οι πάντες. Ωστόσο λίγοι γνωρίζουν ότι δεν είχε εκδώσει ποτέ βιβλίο όσο ζούσε. Στα χρόνια του θεωρούσαν ότι ήταν εντελώς για πέταμα. Όμως ο Παπαδιαμάντης έμεινε. Και γι’ αυτό τα βιβλία του Παπαδιαμάντη που εκδόθηκαν μεταγενέστερα – δε μιλώ για τα μεγάλα του μυθιστορήματα- αλλά για τα διηγήματα, αποτελούν προϊόντα του εκάστοτε εκδότη ή επιμελητή που φτιάχνει την κάθε συλλογή. Ο Παπαδιαμάντης δεν είχε πει θα βγάλω αυτό το βιβλίο με αυτά τα διηγήματα. Πολλές φορές εκδίδονται Λαμπριάτικα ή Χριστουγεννιάτικα διηγήματα, επειδή ο ίδιος ο Παπαδιαμάντης, όταν ζούσε, έγραφε στις εφημερίδες. Όταν έπαιρναν άδεια οι δημοσιογράφοι της εφημερίδας για Χριστούγεννα ή Πάσχα, φώναζαν τον Παπαδιαμάντη που ήταν διαθέσιμος και του έλεγαν «Γράψε κάτι», για να γεμίσουν τις σελίδες τους. Και έτσι έχει γράψει πάρα πολλά Λαμπριάτικα ή Χριστουγεννιάτικα διηγήματα. Ο Παπαδιαμάντης, όμως, δεν τα είχε γράψει για να εκδοθούν σε βιβλίο.
Γράφετε παραμύθι/ αφήγηση ή παραμυθία;
Απ’ όλα έχω γράψει. Είναι χαρακτηριστικό μου ότι γράφω ρεαλιστικά και αποτυπώνω αυτά που γίνονται γύρω μας. Έχω γράψει και ένα βιβλίο που λέγεται Μοιρολα3 και γράφεται Μοιρολα και μετά έχει το νούμερο 3 (Μοιρολα3). Μιμείται πολύ τα ξένα τραγούδια που γράφουν για παράδειγμα “4you”. Σ’ αυτή την περίπτωση έχω διασκευάσει το Παραμύθι χωρίς όνομα της Πηνελόπης Δέλτα. Το έχω μεταφέρει στο μέλλον, λίγο σαν επιστημονική φαντασία που απεικονίζει την εποχή μας αλλά σε πιο έντονο βαθμό. Δηλαδή, είναι Χριστούγεννα και έχει καύσωνα, δεν λειτουργούν οι ηλεκτρικές συσκευές γιατί έχουν χαλάσει, έχουν καεί όλα τα δάση, έχουν ξεραθεί τα ποτάμια, οι υπολογιστές είναι χαλασμένοι… Το σκηνικό δηλαδή είναι σημερινό αλλά ταυτόχρονα είναι παραμύθι, είναι αλληγορικό και η χώρα λέγεται «Μοιρολα3». Εκεί ζουν οι ήρωες. Το βασιλόπουλο στο βιβλίο της Πηνελόπης Δέλτα το έχω κάνει πριγκίπισσα. Θεωρώ ότι οι γυναίκες σήμερα είναι σε ανοδική πορεία.
Συνεχίζεται στο επόμενο άρθρο