Γράφει η μαθήτρια Τσιαλού Χαρά
Κάθε φορά που γίνεται λόγος για εθελοντική δράση, η στάση που εισπράττεται από το κοινωνικό σύνολο είναι είτε αυτή της αδιαφορίας, είτε αυτή της απορίας. «Μα γιατί να κουραστείς;» «Δεν έχεις κάποιο κέρδος από όλο αυτό». Επιπλέον αρκετοί είναι και εκείνοι που απέναντι στον εθελοντισμό προτάσσουν τα χρήματα, επιβεβαιώνοντας ότι η σύγχρονη εποχή δεν είναι απλά χρησιμοθηρική, αλλά περιστρέφεται γύρω από το χρήμα, καταλύοντας και το τελευταίο προπύργιο αλληλεγγύης προς τον συνάνθρωπο, τον εθελοντισμό. Γιατί να γίνεις εθελοντής, λοιπόν, εφόσον δεν σου προσφέρει κέρδος ή χρήματα παρά μόνο κούραση;
Παγκοσμίως, παρατηρείται μία ολοένα και αυξανόμενη επιθυμία συμμετοχής στα κοινά με έναν τρόπο διαφορετικό, αλλά εγγυημένο ότι θα αποφέρει καρπούς. Οι σύγχρονοι πολίτες, απογοητευμένοι από τις κυβερνητικές αποφάσεις, συνειδητοποίησαν ότι μόνο η παρέμβαση τους θα έφερνε το επιθυμητό αποτέλεσμα όχι μόνο στις τοπικές κοινότητες αλλά και στην κοινωνία. Με την προσφορά, λοιπόν, εθελοντικής εργασίας σε συλλόγους και ιδρύματα παράγουν κοινωφελές έργο, όπως λόγου χάρη πυροπροστασία δασών και δασικών περιοχών ή καθαρισμό θαλασσών και ακτών, αναλαμβάνοντας ευθύνες για τις οποίες οι τοπικές αυτοδιοικήσεις συνήθως αδιαφορούν. Παράλληλα, οι σύγχρονοι ασθματικοί ρυθμοί ζωής, σε συνδυασμό με τη σημασία που έχει αποκτήσει η εμφάνιση και η εικόνα για τον άνθρωπο, επιβάλλοντας τάσεις και πρότυπα που δεν απηχούν σε καμία αξία ή ιδανικό, οδηγούν τους ανθρώπους σε αναζήτηση διεξόδων που θα τους προσφέρουν αισθήματα πληρότητας, όπως την προσφορά και την ενσυναίσθηση. Τέλος, η συνεχής ενημέρωση που δέχεται το άτομο αναφορικά με τις τραγωδίες και τα κοινωνικά προβλήματα (πόλεμοι, ανεργία, φτώχεια κ.λπ) με τα οποία έρχεται αντιμέτωπος καθημερινά ο συνάνθρωπος τού προξενεί ενοχές, καθώς αισθάνεται ανενεργό μέλος της κοινωνίας και παθητικός δέκτης.
Όσον αφορά την επιτυχία και την «ακτινοβολία» του εθελοντισμού, χωρίς καμία αμφιβολία, πληθώρα δήμων στηρίζεται στις πρωτοβουλίες των πολιτών τους, κυρίως για εσωτερικά ζητήματα, παραδείγματος χάριν για την καθαριότητα της πόλης ή για τη συγκρότηση ομάδων διάσωσης σε περιπτώσεις φυσικών καταστροφών. Επιπροσθέτως, όλο και περισσότεροι άνθρωποι στηρίζονται σε εγχώριους και διεθνείς οργανισμούς, με ενδεικτικό παράδειγμα τον Ερυθρό Σταυρό, που προσφέρει πρώτες βοήθειες σε κάθε εμπόλεμη ζώνη, ανεξαρτήτως πολιτικών πεποιθήσεων, από το 1877.
Πέραν από την υλική και άμεση βοήθεια που προσφέρει ο εθελοντής, αξίζει να τονιστεί ότι μέσω της αλληλεγγύης που αισθάνεται, ωφελείται και ο ίδιος. Πώς όμως; Μέσω της απαγκίστρωσης από την ιδεολογία «δούναι και λαβείν». Σε μία εποχή σαν τη δικιά μας, ο άνθρωπος μεγαλώνει με καιροσκοπικές διαθέσεις και έτσι προτάσσει –συχνά ασυνείδητα– το προσωπικό του όφελος, επειδή έτσι έμαθε να πορεύεται στη ζωή. Έχει διδαχθεί ότι μόνο αφού «πάρεις» από τον άλλο, θα του «δώσεις» πίσω. Και εκεί βρίσκεται η απάντηση στο ερώτημα γιατί να γίνεις εθελοντής. Γιατί μόνο ο εθελοντισμός σού προσφέρει τη δυνατότητα να σπάσεις τα δεσμά μίας τέτοιας νοοτροπίας και να απολαύσεις –ίσως για πρώτη φορά στη ζωή σου– τα οφέλη του να δίνεις χωρίς να περιμένεις αντάλλαγμα, τίμημα και παράσημο.
Να δίνεις και να δίνεσαι στη βοήθεια των συνανθρώπων σου, γιατί η ίδια η πράξη σε γεμίζει και όχι η επιβράβευση.
