Η αξία του βιβλίου

Η ΑΞΙΑ ΤΟΥ ΒΙΒΛΙΟΥ

34

Ο άνθρωπος άρχισε να αντιλαμβάνεται από πολύ νωρίς την επικοινωνία ως βασική ανάγκη. Η επικοινωνία ορίζεται ως η διαδικασία ανταλλαγής σκέψεων, γνώσεων, ιδεών, απόψεων, μηνυμάτων και συναισθημάτων μεταξύ δύο ή περισσοτέρων μερών – ατόμων ή ομάδων. Επικοινωνώντας, ο πομπός μεταβιβάζει στο δέκτη τις παραπάνω πληροφορίες, αλληλεπιδρώντας μαζί του με στόχο να επηρεάσει την κατάστασή του και τη συμπεριφορά του (1).

Ο κυριότερος και ο πιο άμεσος τρόπος επικοινωνίας είναι ο λόγος. Ο προφορικός λόγος αποτελούσε το μοναδικό μέσο επικοινωνίας για τις προϊστορικές κοινωνίες. Η πνευματική παράδοση αυτών των κοινωνιών διατηρήθηκε μέσω μύθων και ποιημάτων, που διαδόθηκαν προφορικά από γενιά σε γενιά. Τα Ομηρικά έπη, οι Βέδες και οι Σκανδιναβικές Σάγκα αποτελούν γνωστά παραδείγματα της προφορικής λογοτεχνίας, που διασώθηκαν στις μέρες μας με τη μετέπειτα μετατροπή τους σε γραπτά κείμενα (2).

Η πιο σημαντική και ουσιαστική διαφορά μεταξύ του προφορικού και του γραπτού λόγου είναι ότι ο μεν προφορικός λόγος διαρκεί για ορισμένα λεπτά, ενώ ο γραπτός λόγος παραμένει για πάντα. “Έπεα πτερόεντα” ή, στα Λατινικά, “verba volant, scripta manent”, δηλαδή τα λόγια πετούν, τα γραπτά μένουν. Η εισαγωγή της γραφής, όπως ήταν φυσικό, προκάλεσε ριζικές αλλαγές στην ανθρώπινη συνείδηση και συμπεριφορά, έχοντας εξαιρετικά ευρείες επιπτώσεις σε κάθε τομέα της ζωής, στον πολιτισμό, στην οικονομία, στην πολιτική και στην τέχνη. “Στο γραπτό λόγο, βρήκαν τον τρόπο να επιβιώσουν όλες οι γνώσεις του ανθρώπου. Η ιστορία και η επιστήμη, η τέχνη και οι ιδέες, οι απόψεις και οι θέσεις, οι σχεδιασμοί και οι αποφάσεις όλων όσων έζησαν πριν από εμάς, μας γίνονται γνωστά μέσω του γραπτού λόγου. Αν δεν είχε ο άνθρωπος εφεύρει τη γραφή, τότε δεν θα μπορούσε να αφήσει κληρονομιά τη γνώση και την εμπειρία των όσων έζησε” (3).

Η αξία του βιβλίου 

Το βιβλίο αποτελεί τη βασικότερη κατηγορία έντυπου λόγου. Η εφεύρεση και η εξέλιξη της τέχνης της τυπογραφίας είχαν ως αποτέλεσμα τη ραγδαία μετάδοση της γνώσης και τη διεύρυνση τις πνευματικής καλλιέργειας, οδηγώντας στην περίοδο της Αναγέννησης. Μέσα στις σελίδες ενός βιβλίου, ο συγγραφέας του καταθέτει τη μελέτη, την έρευνα, τις εμπειρίες του και τα αισθήματά του. Μας εισάγει στον κόσμο του και μας δίνει την ευκαιρία να μάθουμε, να τον προσεγγίσουμε και να ερμηνεύσουμε τη σκέψη του. Αποτυπώνει με επιμέλεια το απόσταγμα των ιδεών του, γνωρίζοντας ότι απευθύνεται σε αναγνώστες οι οποίοι ίσως απέχουν από τον πομπό γεωγραφικά και χρονικά.

Με την πάροδο του χρόνου, νέες τεχνολογίες επικοινωνίας, όπως το ραδιόφωνο, ο κινηματογράφος, η τηλεόραση και το διαδίκτυο, μετέβαλαν επίσης ριζικά την ατομική και κοινωνική νόηση, τις αξίες, την ιδεολογία και τη συμπεριφορά και, μέσω αυτών, τον πολιτισμό, την κοινωνική οργάνωση και την πολιτική. Σήμερα, έχουμε φτάσει στο σημείο οι τεχνολογίες της επικοινωνίας να έχουν τη δύναμη να επηρεάζουν όχι μόνο το πώς και το τι σκέφτονται οι άνθρωποι, αλλά ακόμα και το τι είναι ικανοί να σκεφτούν και να εκτιμήσουν. Παρ” όλα αυτά, ο γραπτός λόγος, και πιο συγκεκριμένα το βιβλίο, όχι μόνο δεν έχει χάσει την αξία του, αλλά συνεχίζει να εκτιμάται και να συναρπάζει έναν μεγάλο αριθμό πιστών και φανατικών βιβλιόφιλων.

Τα οφέλη του διαβάσματος είναι πολλαπλά και σε γενικές γραμμές γνωστά. Σχετίζονται, καταρχήν, με τη βελτίωση των λειτουργιών του εγκεφάλου και, πιο συγκεκριμένα, με την αυξημένη συνδεσιμότητα στον αριστερό κροταφικό φλοιό – μία περιοχή του εγκεφάλου που σχετίζεται με τη δεκτικότητα για τη γλώσσα – καθώς και στην κεντρική αύλακα του εγκεφάλου, την πρωτογενή αισθητήρια περιοχή του εγκεφάλου (4). Πιο απλά, διαβάζοντας μία έντονη περιγραφή για κάποιον που τρέχει, ενεργοποιούνται οι νευρώνες μας, που σχετίζονται με τη φυσική πράξη της λειτουργίας. Δηλαδή, μέσω του διαβάσματος μπορούμε να ζήσουμε, κατά κάποιον τρόπο, τις εμπειρίες που περιγράφονται.

Επιπροσθέτως, εκτός από τα προφανή, δηλαδή την γνώση, την επέκταση του λεξιλογίου μας και τη βελτίωση των δικών μας ικανοτήτων στο γραπτό λόγο, είναι παραδεκτό ότι το διάβασμα συμβάλλει στην πνευματική μας εγρήγορση, αυξάνει την ικανότητα εστίασης, βελτιώνει τη μνήμη μας, βοηθά στην ανάπτυξη των αναλυτικών διανοητικών μας δυνατοτήτων, μας ψυχαγωγεί, μας ηρεμεί και συμβάλλει στη μείωση του άγχους.

Συγκριτικά με την τηλεόραση που δίνει προτεραιότητα στην εικόνα και στον ήχο για να περάσει το μήνυμα, το διάβασμα βοηθά στην αντικειμενική και ορθολογική χρήση του νου. Μέσω του διαβάσματος αποκαλύπτονται ευκολότερα τα ψέματα, οι γενικεύσεις και η κατάχρηση της λογικής. Στο γραπτό λόγο οι ιδέες ζυγίζονται, συγκρίνονται και αντιπαραβάλλονται και όποια αντιπαράθεση γίνεται είναι επί της ουσίας και ομαλά διευθετημένη.

Τέλος, δεν μπορούμε να μην αναφερθούμε σ” αυτά τα μοναδικά αισθήματα που κατακλύζουν έναν βιβλιόφιλο, όταν πρωτοξεφυλλίζει ένα βιβλίο, όταν παρατηρεί το εξώφυλλο και πρωτοδιαβάζει το οπισθόφυλλο, όταν ανατρέχει στη βιβλιοθήκη του για να ξαναδιαβάσει ένα συγκεκριμένο χωρίο, όταν υπογραμμίζει ανάμεσα στις γραμμές του βιβλίου κάτι που του έκανε εντύπωση. Δεν μπορούμε επίσης να αγνοήσουμε, παραφράζοντας τον ισπανό μυθιστοριογράφο Carlos Ruiz Zafón, αυτό το αξεπέραστο “άρωμα χαρτιού και μαγείας” που αναπνέει κανείς μέσα στο βιβλιοπωλείο και που, περιέργως, “κανένας ποτέ δεν σκέφτηκε να εμφιαλώσει”. Γιατί, τελικά, το βιβλίο είναι πάθος. Είναι μία συνήθεια η οποία καλλιεργείται, ανθίζει και καρπίζει πνευματικούς καρπούς.

Πηγή: www.ideapolis.info του Χρήστου Καρανικόπουλου

Κάντε το πρώτο σχόλιο

Υποβολή απάντησης