Α΄ Παγκόσμιος Πόλεμος
Η Αγγλία, βάσει συμφωνίας, το 1878, του πρωθυπουργού της Βρετανίας Βενιαμίν Ντισραέλι με τον Οθωμανό Σουλτάνο, κατείχε και διοικούσε την Κύπρο για λογαριασμό της Οθωμανικής αυτοκρατορίας. Με την έναρξη του 1ου παγκοσμίου πολέμου η Αγγλία προχώρησε σε προσάρτηση της Κύπρου το 1914, όταν η Τουρκία εντάχθηκε στον αγώνα στο πλευρό της Γερμανίας και κατά της Αγγλίας. Έτσι η Αγγλία χρησιμοποίησε την Κύπρο για να δελεάσει την Ελλάδα, προκειμένου να πολεμήσει στο πλευρό της.
Η συμμετοχή του αντρικού πληθυσμού της Κύπρου στον Α΄Παγκόσμιο πόλεμο ήταν πολύ σημαντική, αν αναλογιστούμε τις δυνατότητες του νησιού την εποχή εκείνη. Οι Κύπριοι εθελοντές που κατετάγησαν στον στρατό και υπηρέτησαν κατά τη διάρκεια του πολέμου, αποτελούσαν για το σύνολο του πληθυσμού της Κύπρου (274.108 το 1911), περίπου το 5,8%. Ανάμεσα σ’ αυτούς τους 12.000 Κύπριους, περίπου 11% ήταν Τουρκοκύπριοι, αν και η Τουρκία ήταν αντίπαλος της Ελλάδας και της Αγγλίας σε αυτό τον πόλεμο. Μεγάλος αριθμός των Κυπρίων εθελοντών υπηρέτησε στο Βρετανικό Βασιλικό Σώμα Υπηρεσιών, όπως και στο Τμήμα Υγειονομικών Υπηρεσιών. Άλλοι εθελοντές, οι λιγότεροι, που είχαν κάποια μόρφωση και ήταν απόφοιτοι ανωτέρων σχολών, υπηρέτησαν σε άλλες υπηρεσίες του αγγλικού στρατού, όπως στην υπηρεσία μεταφράσεων.Οι περισσότεροι όμως Κύπριοι εθελοντές επιστρατεύτηκαν ως ημιονοδηγοί, μουλάρηδες και χρησιμοποιήθηκαν κυρίως στο Μακεδονικό μέτωπο. Η προκήρυξη της τοπικής κυβέρνησης της Κύπρου έγινε το 1916, ύστερα από αίτηση του στρατηγού Μιλντ, διοικητή των βρετανικών μεραρχιών της βόρειας Ελλάδας.
Μάλιστα η κυβέρνηση της Κύπρου υλοποίησε μια «ευφάνταστη» εκστρατεία για τη στρατολόγηση ημιονοδηγών στους οποίους υποσχόταν όχι μόνο καλό μισθό για εκείνη την εποχή (90 δραχμές ή 3 λίρες και 12 σελήνια τον μήνα) αλλά και την προοπτική «να γνωρίσουν τον κόσμο» . Μετά από μια σύντομη εκπαίδευση στην Αμμόχωστο, στέλνονταν στη Θεσσαλονίκη και στο τέλος τοποθετούνταν σε διάφορες μάχιμες μονάδες. Πολλοί Κύπριοι υπηρέτησαν στη Δοϊράνη, στις Σέρρες, στην Καλλίπολη, στη Ροδόπη, στη Σερβία, στην Κωνσταντινούπολη και σε διάφορα άλλα μέρη. Αρκετοί απ’ αυτούς σκοτώθηκαν στις μάχες. Υπάρχει ένας κατάλογος 30 Κυπρίων εθελοντών ημιονοδηγών που βρίσκονται θαμμένοι σε 5 στρατιωτικά κοιμητήρια του Μακεδονικού μετώπου .
Μετά τη λήξη του Α΄παγκόσμιου πολέμου, οι Έλληνες της Κύπρου επιδίωξαν την ένωση της Κύπρου με την Ελλάδα. Το θέμα το χειρίστηκε ο Ελευθέριος Βενιζέλος στη Συνδιάσκεψη ειρήνης των Παρισίων (1919) αλλά δεν κατόρθωσε να επιτύχει τον στόχο αυτό. Συνεπώς, αν και ο πρώτος Παγκόσμιος πόλεμος δεν ένωσε την Κύπρο με την Ελλάδα, είχε τουλάχιστον σαν αποτέλεσμα την απαλλαγή της Κύπρου από τα δεσμά της Τουρκίας (Ιούλιος 1923 – Συνθήκη της Λοζάνης).
Β΄ Παγκόσμιος Πόλεμος
Η Κύπρος όπως έχει ήδη αναφερθεί ήταν από το 1925 βρετανική αποικία, έτσι για αυτήν ο 2ος Παγκόσμιος πόλεμος ξεκίνησε τον Σεπτέμβριο του 1939. Ο βρετανικός στρατός ζητούσε «εθελοντές»,υπό αμοιβή, για θέσεις οδηγών, μηχανικούς αυτοκινήτων, γραφείς και μαγείρους. Έτσι τον Φεβρουάριο του 1940 δημιουργήθηκε το «Κυπριακό Σύνταγμα» (Cyprus Regiment), που περιελάμβανε λόχους ημιονηγών, σκαπανέων, μεταγωγικού, κινητών πλυντηρίων, Πεζικού και Μηχανικού, ενώ τον Ιούνιο του 1940 ιδρύθηκε η «Κυπριακή Εθελοντική Δύναμη» (Cyprus Volunteer Force) με αρμοδιότητες την κατασκευή οχυρωματικών έργων, τη μεταφορά υλικών και τη φρούρηση στρατιωτικών κτιρίων. Ταυτόχρονα πολλοί Κύπριοι της διασποράς κατατάχθηκαν στους συμμαχικούς στρατούς των χωρών διαμονής του, στην Αίγυπτο, την Μεγάλη Βρετανία, την Ελλάδα, τις Ηνωμένες Πολιτείες και τη Αυστραλία.
Αρχικά οι Κύπριοι ήταν επιφυλακτικοί στην συμμετοχή τους στον πόλεμο υπό την αιγίδα της Βρετανικής Αυτοκρατορίας, αφού το νησί είχε ζήσει μια περίοδο απολυταρχικής διακυβέρνησης, «Παλμεροκρατία» (1931-1940). Η είσοδος όμως της Ελλάδας στον 2ο Παγκόσμιο πόλεμο στο πλευρό της Αγγλίας, άλλαξε το κλίμα. Το «ΟΧΙ» στις 28 Οκτωβρίου του 1940, είχε τεράστιο αντίκτυπο στην Κύπρο καθώς η είδηση αυτή προκάλεσε πρωτοφανή θαυμασμό και ψυχική διάθεση και είχε ως αποτέλεσμα τη συμφιλίωση των Ελλήνων Κυπρίων με τους Άγγλους κυρίαρχους και τον άμεσο αλλά όχι επίσημο, τερματισμό της δικτατορικής διακυβέρνησης του νησιού. Ο ανταποκριτής του Reuters στη Λευκωσία μετέδωσε ότι όταν η Ελλάδα αποφάσισε να αντισταθεί στις Ιταλικές δυνάμεις, ενθουσιασμός επικράτησε σε ολόκληρο το νησί και ελληνικές σημαίες υψώθηκαν παράνομα.
Το συμβάν αυτό εκμεταλλεύτηκε φυσικά η Μεγάλη Βρετανία μιας και Κύπριοι εθελοντές άρχισαν να κατατάσσονται αθρόα στον αγγλικό στρατό. Την περίοδο εκείνη μάλιστα κατατάχθηκαν και κάποιες εκατοντάδες γυναίκες εθελόντριες σε βοηθητικές υπηρεσίες. Να σημειωθεί ότι πολλοί Κύπριοι, ανάμεσα τους και τουρκικής καταγωγής θέλησαν να καταταγούν εθελοντές, αφιλοκερδώς, στον ελληνικό στρατό και σημαντικός αριθμός από αυτούς βρήκαν τρόπο και μεταφέρθηκαν στην Ελλάδα, παρότι η Βρετανική διοίκηση δεν διευκόλυνε την μετακίνηση τους.
Παρόλο που δεν διεξάχθηκαν μάχες σε κυπριακό έδαφος, υπήρξαν βομβαρδισμοί, από τους Ιταλούς και τους Ναζί. Στις 21 Σεπτεμβρίου του 1940, τρία ιταλικά αεροπλάνα έκαναν αναγνωριστικές πτήσεις στον κυπριακό ουρανό. Την εποµένη µέρα, τα αεροπλάνα επέστρεψαν βομβαρδίζοντας την περιοχή της Μόρφου και το λιµάνι του Ξερού. Eμφανίστηκαν ξανά μερικούς µήνες αργότερα και βομβάρδισαν το χωριό Έµπα της Πάφου, ενώ δυο µέρες αργότερα βομβάρδισαν και το αεροδρόµιο της Λευκωσίας. Επιπλέον τον Ιούλιο του 1941, υπήρξαν πολλοί βοµβαρδισµοί και στην επαρχία Πάφου, Λευκωσίας και στο Βαρώσι όπου τα ιταλικά αεροσκάφη στόχευαν σημεία στρατηγικής σημασίας όπως στρατόπεδα, αποθήκες και λιμάνια.
Συνολικά, στον δεύτερο Παγκόσμιο πόλεμο, πήραν μέρος 37.000 Κύπριοι υπό τη σημαία του Κυπριακού συντάγματος, την ελληνική και άλλες. Ο αριθμός αυτός είναι πραγματικά μεγάλος αν αναλογιστεί κανείς πως αντιστοιχούσε στο περίπου 10% του πληθυσμού της νήσου εκείνη την εποχή. Οι Κύπριοι, μάλιστα, πολέμησαν σχεδόν σε όλα τα μέτωπα της Ευρώπης, της Μέσης Ανατολής και της Αφρικής. Αναφέρεται χαρακτηριστικά ότι οι Kύπριοι ημιονηγοί διακρίθηκαν στην εκκένωση της Δουγκέρκης, στη μάχη του Κερέν, στην Αβησσυνία, και στο Κασσίνο της Ιταλίας. Η Κύπρος ήταν η πρώτη βρετανική Αποικία που έστειλε άνδρες της σε πολεμικές επιχειρήσεις, τον Ιανουάριο 1940, στη Γαλλία. Πολλοί σκοτώθηκαν και βρίσκονται θαμμένοι σε στρατιωτικά κοιμητήρια σε διάφορες χώρες ενώ δεν ήταν λίγοι όσοι έζησαν τις σκληρές κι απάνθρωπες συνθήκες της αιχμαλωσίας.
Κωνσταντίνος Τσιατσιάβας -Φανούρης Τσίλας (Γ4)