Ο Κύριος Δερμιτζόγλου, φιλόλογος του Βαρβάκειου Προτύπου Γυμνασίου, δέχτηκε να απαντήσει σε μερικές ερωτήσεις για τον εαυτό του, το επάγγελμα του κι την εκπαιδευτική κοινότητα.
1. Γιατί επιλέξατε αυτό το επάγγελμα;
Η δουλειά του εκπαιδευτικού προέκυψε μέσα από μια προσωπική και επαγγελματική πορεία και σταδιοδρομία. Σπούδασα στο Τμήμα Ιστορίας-Αρχαιολογίας και απασχολήθηκα ως αρχαιολόγος για περίπου 4,5 χρόνια. Στα χρόνια αυτά είχα την τύχη να εργαστώ σε διάφορες θέσεις, υπηρετώντας είτε στο πεδίο είτε στη μουσειακή καταγραφή και τα εκπαιδευτικά προγράμματα για σχολικές ομάδες. Έπειτα απασχολήθηκα για 5 χρόνια στην Τριτοβάθμια Εκπαίδευση, όπου, εκτός από την έρευνα και άλλες διαχειριστικές εργασίες, ανέλαβα την επικουρική διδασκαλία μαθημάτων σε προπτυχιακούς και μεταπτυχιακούς φοιτητές καθώς και την υποστήριξή τους σε διπλωματικές εργασίες. Μέσα από την εκπαιδευτική διαδικασία, διαισθάνθηκα γρήγορα και κατάλαβα ότι αναπτύσσω μια ιδιαίτερα δυναμική σχέση με τους φοιτητές, η οποία, προσωπικά, μου δίνει μεγάλη ικανοποίηση. Ταυτόχρονα, συνειδητοποίησα τη μεγάλη ευθύνη που έχει ο εκπαιδευτής/καθηγητής/εκπαιδευτικός απέναντι στους εκπαιδευόμενους, την οποία ήμουν έτοιμος πλέον να αναλάβω και να επωμιστώ. Τα τελευταία χρόνια προέκυψε η δουλειά στο σχολείο, την οποία κάνω απολύτως συνειδητά, με μεγάλη χαρά, προσπαθώντας να δώσω καθημερινά ένα μέρος του εαυτού μου.
2. Ήταν η πρώτη σας επιλογή;
Η πρώτη μου επιλογή αφορούσε έναν γειτονικό κλάδο. Πάντα όμως γνώριζα πως μπαίνοντας σε αυτήν την πορεία είναι πιθανό να κληθώ να υπηρετήσω με συνέπεια και τον κλάδο της Φιλολογίας. Στην επαρκή προετοιμασία για αυτό βοήθησαν αρκετά οι καθηγητές μου στο Πανεπιστήμιο, οι οποίοι με ιδιαίτερη αυστηρότητα, αλλά πολλή αγάπη για το αντικείμενο, μου μετέδωσαν το ενδιαφέρον και το πάθος για τον λόγο, την ανθρώπινη σκέψη και δημιουργία. Πίσω από κάθε εύρημα του παρελθόντος βρίσκεται ο ίδιος ο άνθρωπος και κάθε ενασχόλησή μας, σε οποιοδήποτε επιμέρους πεδίο, έχει ως στόχο την προσέγγιση της ανθρώπινης σκέψης και δημιουργίας. Έτσι, αμέσως μετά την αποφοίτησή μου, το 2006, απασχολήθηκα με διάφορους τρόπους σε διάφορα πεδία των ανθρωπιστικών επιστημών, αποκτώντας εμπειρία, τριβή με το αντικείμενο και γνώση των βοηθητικών πεδίων, συνειδητοποιώντας ότι η προσωπική αναζήτηση και εξέλιξη δεν τελειώνουν ποτέ. Ταυτόχρονα, με διακρίνει μία φιλομάθεια, που με έχει ωθήσει σε αντίστοιχες μεταπτυχιακές σπουδές, που άπτονται των πεδίων της Αρχαιολογίας, της Ιστορίας της Τέχνης, της Εκπαίδευσης αλλά και των Επιστημών της Γης.
3. Ποιο μάθημα προτιμάτε να διδάσκετε;
Κατά τη γνώμη μου, το κάθε αντικείμενο συμπληρώνει το άλλο. Χωρίς την κατανόηση δομικών στοιχείων της Γλώσσας, τη γνώση γραμματικοσυντακτικών δομών και ετυμολογίας των λέξεων, που από μόνες τους προσφέρουν ένα μακραίωνο ταξίδι στον χρόνο, μπορεί κανείς να προσεγγίσει, για παράδειγμα, ένα έργο δραματουργίας μόνο επιφανειακά. Η Ιστορία του πολιτισμού και των γεγονότων έρχονται να συμπληρώσουν τα παραπάνω, προσφέροντάς μας μια σφαιρικότερη εικόνα και ίσως βαθύτερη κατανόηση του ανθρώπου του παρελθόντος και της σκέψης του. Η δε ετήσια και επαναλαμβανόμενη διδασκαλία των αντικειμένων/σχολικών μαθημάτων βοηθά τόσο τους μαθητές όσο και τους εκπαιδευτικούς στη μεγαλύτερη εμβάθυνση. Για τον λόγο αυτό, πλέον δε μπορώ να ξεχωρίσω κάποιο αντικείμενο από κάποιο άλλο.
4. Ποια πιστεύετε ότι είναι η ιδανική σχέση μεταξύ καθηγητή και μαθητή, ώστε να υπάρχει αρμονική συνύπαρξη και να επιτυγχάνονται οι σκοποί του μαθήματος;
Η σχέση καθηγητή και μαθητή είναι απαραίτητο να διαπνέεται πρώτα απ’ όλα από αμοιβαίο σεβασμό, εμπιστοσύνη, που καλλιεργείται σταδιακά, και οριοθετημένη ελευθερία. Θεωρώ βέβαια πως αυτά αποτελούν στοιχεία κάθε ιδανικής σχέσης. Πέρα από αυτά, η ηλικία και η «θέση εξουσίας» μας κάνουν να ξεχνάμε πολλές φορές ότι απέναντί μας έχουμε εν δυνάμει πολίτες και ότι ίδιοι μας λειτουργούμε ασυναίσθητα ως πρότυπα των μαθητών. Η ευθύνη είναι μεγάλη από την πλευρά των εκπαιδευτικών. Επιπλέον, για να πετύχει η μαθησιακή διαδικασία χρειάζεται να αισθανθούν τόσο οι μαθητές όσο και οι εκπαιδευτικοί καλά, λειτουργώντας μέσα σε κλίμα ασφάλειας και ηρεμίας. Τέλος, είναι απαραίτητο να καλλιεργείται η ελευθερία της έκφρασης μέσα στη σχολική τάξη και για να επιτευχθεί αυτό μεταξύ διαφορετικών προσωπικοτήτων και χαρακτήρων θέλει αρκετό κόπο από τον εκπαιδευτικό.
5. Εάν ένας μαθητής δεν προσπαθεί αρκετά τότε πώς τον αντιμετωπίζετε;
Το επιθυμητό στους καθημερινούς εκπαιδευτικούς μου στόχους είναι η κινητοποίηση, ενεργοποίηση των μαθητών και η δημιουργία ερεθισμάτων. Όταν και εφόσον αυτά επιτυγχάνονται, μόνο ικανοποίηση μπορώ να νιώσω. Πόσο μάλλον όταν πλέον ένας μαθητής αρχίζει να προσπαθεί, όχι για εμένα, αλλά για τη δική του βελτίωση!
6. Πως κρίνετε/εξάγετε τον βαθμό που αντιστοιχεί σε κάθε μαθητή και ποια είναι τα κριτήριά σας;
Για την αξιολόγηση των μαθητών σίγουρα κανείς συνυπολογίζει αρκετά δεδομένα, όπως είναι οι επιδόσεις του σε γραπτές δοκιμασίες, η συμμετοχικότητά του, η συνέπεια και η προσπάθεια αλλά και το ενδιαφέρον. Ένας χαρακτηρισμός με βάση μια βαθμολογική κλίμακα μπορεί είτε να μην επιδράσει καθόλου, είτε να κινητοποιήσει, είτε ακόμη και να ανακόψει μια θετική εξέλιξη ή μια προσπάθεια ενός ανθρώπου προς μια κατεύθυνση. Για εμένα είναι μια σοβαρή διαδικασία, που απαιτεί σκέψη και, σε έναν βαθμό, διορατικότητα για τον άμεσο αντίκτυπο που μπορεί να έχει ένας βαθμός σε κάποιον μαθητή.
7. Ποια είναι η γνώμη σας για το webex;
Το Webex αποτέλεσε ένα πολύ χρήσιμο εργαλείο και μέσο, για μία περίοδο κρίσης, αναγκαστικής κοινωνικής απομάκρυνσης και απομόνωσης. Από την προσωπική μου εμπειρία, μπορώ να πω ότι η διαδικασία λειτούργησε σε ικανοποιητικό βαθμό. Σίγουρα, μας κράτησε ενεργούς και σε επαφή για ένα μεγάλο χρονικό διάστημα. Το ίδιο το Σχολείο δεν έπαψε να υφίσταται και να λειτουργεί, έστω και με αυτόν τον τρόπο. Καλώς ή κακώς, η τηλεκπαίδευση και οι τηλεσυναντήσεις ήρθαν για να μείνουν, χαρακτηρίζοντας πλέον την εποχή μας. Η αλήθεια είναι όμως πως αυτήν τη στιγμή δεν αποτελεί ένα δημοκρατικό μέσο ˗καθώς δε μπορούν όλοι να έχουν πρόσβαση την ίδια ώρα στις υπηρεσίες αυτές και μάλιστα να απολαμβάνουν την ίδια ποιότητα˗ και σίγουρα δε μπορεί να αντικαταστήσει τη δια ζώσης διδασκαλία, η οποία, για να λειτουργήσει αποτελεσματικά, απαιτεί φυσική αλληλεπίδραση των συμμετεχόντων και βλεμματική επαφή.
8. Πόσο πιστεύετε ότι η τηλεκπαίδευση επηρέασε τόσο την δική σας ψυχολογία όσο και των μαθητών;
Κατά τη γνώμη μου, η τηλεκπαίδευση λειτούργησε υποστηρικτικά για όλους. Παραμείναμε ενεργοί και διατηρήσαμε την επαφή μας σε ένα διάστημα εγκλεισμού και απομόνωσης. Με αυτόν τον τρόπο, τουλάχιστον, λειτούργησε σε εμένα και έμεινα μακριά από τη θλίψη και το άγχος. Κατά την επιστροφή μας στο Σχολείο ήδη είχα καταφέρει να γνωρίσω κάποιους από τους μαθητές, που συμμετείχαν ενεργά στα διαδικτυακά μαθήματα, κάτι που δείχνει ότι σε έναν βαθμό η διαδικασία λειτουργούσε. Από την άλλη, δε μου δόθηκε η δυνατότητα να γνωρίσω, να προσεγγίσω και να κατανοήσω τις ανάγκες παιδιών των οποίων η συμμετοχή ήταν σχεδόν ανύπαρκτη, για διάφορους λόγους. Επίσης, το τελευταίο διάστημα της τηλεκπαίδευσης σίγουρα είχαμε όλοι κουραστεί. Είμαστε κοινωνικά όντα και η ζωή μας είναι εκεί έξω, είτε κουραζόμαστε από τις μετακινήσεις, είτε κοιμόμαστε λιγότερο για να προλάβουμε τις υποχρεώσεις μας, είτε κάνουμε περισσότερες δραστηριότητες και καταπιανόμαστε με διάφορα πράγματα στην καθημερινότητα μας. Όταν είμαστε κοντά, η ζωή μας αποκτά νόημα.
Τον ευχαριστούμε θερμά!!!
Οι μαθήτριες, Προνοΐτη Εύα και Χατζοπούλου Νόρα