Περιβαλλοντικές ιστορίες

ΑΠΟ: ΤΖΙΝΟΥ ΔΗΜΗΤΡΑ - Οκτ• 29•17

Αποτελέσματα Διαγωνισμού

Συγγραφής

Περιβαλλοντικής Ιστορίας

 Άρθρο1

Οι παρακάτω ιστορίες διακρίθηκαν στο «Διαγωνισμό Συγγραφής Περιβαλλοντικής Ιστορίας» , που διοργανώθηκε στο πλαίσιο του Δικτύου ΠΕ «Φύση χωρίς Σκουπίδια» της Ελληνικής Εταιρίας Προστασίας της Φύσης. Οι ιστορίες αυτές επιλέχθηκαν είτε για τη συνολική παρουσίασή τους, είτε επειδή κατέκτησαν ένα ή περισσότερα βραβεία από τα παρακάτω: πρωτοτυπία, φαντασία, δημιουργικότητα, ζωντάνια του λόγου- πλούσιο λεξιλόγιο-λογοτεχνικής έκφρασης, σύνδεση με τις ανθρώπινες αξίες και το περιβάλλον, προαγωγής αξιών, αισιόδοξη λύση, τα μηνύματα ελπίδας, παρότρυνση σε δράση. Οι Ιστορίες, με αναφορά επίσης των ονομάτων των υπεύθυνων εκπαιδευτικών, καθώς και της σχολικής τάξης των μαθητών, θα αναρτηθούν στην Ιστοσελίδα της ΕΕΠΦ τον Σεπτέμβριο, και θα αποτελέσουν το υλικό μιας ηλεκτρονικής έκδοσης του «Φύση χωρίς Σκουπίδια».

 

 

Περιβαλλοντικές Ιστορίες

 

 

Βραβεύτηκαν στο 

 

«Διαγωνισμό συγγραφής περιβαλλοντικής ιστορίας» 

2017

  

στο πλαίσιο του Δικτύου ΠΕ «Φύση Χωρίς Σκουπίδια»  της Ελληνικής Εταιρίας Προστασίας της Φύσης

Φύση

Συγγραφείς: μαθητές/τριες Α/θμιας και Β/θμιας Εκπαίδευσης

 

Οι ζωγραφιές (εκτός από τα διακοσμητικά μολύβια και την ταινία διαχωρισμού των ιστοριών) είναι έργα των συγγραφέων ή συμμαθητών τους

 

B

 Η εικόνα  είναι από την βραβευμένη Ιστορία «Ταξίδεψα κι εγώ όπως κι εσύ» της Β Τάξης του 10ου Δημοτικού Σχολείου Βύρωνα   

 

 

Σχολείο: 3 ο Γυμνάσιο Περιστερίου

Τίτλος: Η άλλη πλευρά του νομίσματος

Συγγραφείς: Νεφέλη Καψάλη, Τάξη Γ 3

Υπεύθυνη Εκπαιδευτικός: Αλεξάνδρα Τσούλου

 

Βραβείο Προαγωγής Ανθρώπινων Αξιών και Παρότρυνσης σε δράση για το Περιβάλλον Βραβείο Ζωντάνιας Λόγου-Λογοτεχνικότητας

  

Η άλλη πλευρά του νομίσματος

Ήταν μια ηλιόλουστη μέρα. Τα παιδιά είχαν πάει στην πλατεία για να παίξουν. Η μικρή Θέκλα έπαιζε με τους φίλους της κρυφτό. Είχε βρει μια καταπληκτική κρυψώνα ανάμεσα σε κάτι θάμνους. Ήταν σκυμμένη, για να μην φανεί. Το μόνο που μπορούσε να διακρίνει ανάμεσα από τους θάμνους και τα δεκάδες πεταμένα μπουκάλια ήταν ένα σκουριασμένο νόμισμα. Κατευθείαν σκέφτηκε πως και αυτό ανήκε με τα σκουπίδια, έτσι όπως ήταν. Μετά από λίγο έβγαλε το κεφάλι της προσεκτικά, είδε πως το πεδίο ήταν ελεύθερο και έτρεξε να πει φτου ξελευθερία. Είχε νικήσει. Παίξανε άλλες τρεις φορές και μετά πήγαν σπίτι τους, επειδή είχε αρχίσει να νυχτώνει.

 

Η Θέκλα έφτασε σπίτι της αργά. Ήταν προβληματισμένη με όλα αυτά που είχε δει. Κατάλαβε μετά από ώρα πόσο μεγάλος ήταν ο σωρός από σκουπίδια που είχε αντικρίσει νωρίτερα και αυτό την έκανε να αναρωτιέται. Δεν ήταν μόνο τα σκουπίδια στο πάρκο, είχε αρχίσει να συνειδητοποιεί σιγάσιγά πως βρισκόταν περικυκλωμένη από έναν περίεργο στρατό. Ο καιρός βέβαια δεν βοηθούσε, είχε χαλάσει. Ήταν μουντός και σε έκανε να νιώθεις μελαγχολία. Είχε αναστατωθεί, χωρίς όμως να αντιλαμβάνεται τον λόγο. Όλη της η ζωή ήταν στην πόλη, γιατί να την έπιασε τώρα αυτή η φιλοσοφική αναστάτωση; Δεν ένιωθε καθόλου καλά. Καληνύχτισε τους γονείς της και πήγε για ύπνο. Ο καιρός είχε χειροτερέψει. Αστραπές και άγριοι άνεμοι ήταν σίγουρα το χαρακτηριστικό εκείνης της νύχτας. Με τα χίλια ζόρια κατάφερε να αποκοιμηθεί…

 

Ξύπνησε απότομα λόγω μιας δυνατής βροντής. Ένιωθε έναν περίεργο πόνο στο σώμα της, μια δυσκολία να κινηθεί. Κατάφερε μετά από πολλές προσπάθειες να ανοίξει το φως. Ο διακόπτης της φάνηκε μεγαλύτερος. Ένα δυνατό φως την χτύπησε κατάματα και αφού συνήλθε, παρατήρησε τον εαυτό της. Άρχισε να τσιρίζει. Δεν ήξερε τι άλλο μπορούσε να κάνει. Φώναζε τους γονείς της, αλλά καμία ανταπόκριση, ούτε καν ένα μουγκρητό. Σηκώθηκε από το κρεβάτι και προσπάθησε να κατευθυνθεί προς τον καθρέφτη. Τα πόδια της έτρεμαν. Με κοφτές, δειλές ματιές προσπαθούσε να βρει το θάρρος να μπορέσει να αντικρίσει τον εαυτό της. Πήρε δύο βαθιές ανάσες. Έκανε ένα μεγάλο βήμα και βρέθηκε πρόσωπο με πρόσωπο με τον καθρέφτη. Τα πόδια της δεν ήταν πια τα μελανιασμένα και γεμάτα γρατζουνιές πόδια της, αλλά δύο χονδροκομμένες λαμαρίνες. Η καλλίγραμμη μέση της είχε αντικατασταθεί από μια κονσέρβα. Τα μακριά της χέρια είχαν μετατραπεί και αυτά σε λαμαρίνες. Μα το χειρότερο ήταν το ωραίο της προσωπάκι με τα γαλαζοπράσινα μάτια, που είχε γίνει ένα πεταμένο χάρτινο ποτήρι του καφέ, το οποίο είχε για μάτια πεταμένα κουμπιά, χωρίς μύτη και με ένα χαλασμένο φερμουάρ για στόμα. Και σαν να μην έφταναν όλα αυτά, από ένα ψηλόλιγνο κορίτσι είχε μετατραπεί σε ένα πενήντα εκατοστών σκουπίδι. Δεν ήξερε τι να κάνει. Το πρώτο που της ήρθε στο μυαλό ήταν να πάει στους γονείς της. Κατέβηκε κατρακυλώντας τις σκάλες καθώς δεν είχε συνηθίσει το νέο της σώμα. Οι γονείς της δεν ήταν πουθενά. Άκουσε την πόρτα του σπιτιού να κλείνει ξαφνικά με δύναμη.

 

Σκέφτηκε πως δεν θα μπορούσε να της συμβεί κάτι χειρότερο, οπότε έτρεξε κατευθείαν προς την πόρτα. Έπεσε δύο-τρεις φορές, αλλά τα κατάφερε. Τότε ήταν που είδε τους γονείς της, αλλά δεν ήταν μόνοι. Διάφορα σκουπίδια τους είχαν πιάσει και τους είχαν δέσει. Όχι μόνο τους δικούς της, αλλά όλων των παιδιών της πόλης. Ξαφνικά, κάποιος την έσπρωξε και της είπε «κουνήσου σκουπίδι». Προσπαθούσε να ενώσει τα κομμάτια. Της πέρασε μια εξήγηση από το μυαλό αλλά δεν πίστευε πως θα ήταν δυνατόν να συμβεί. Θυμήθηκε τις σκέψεις της πριν πάει για ύπνο και τώρα τις έβλεπε μπροστά της. Έναν κόσμο περικυκλωμένο από σκουπίδια. Και ήταν και αυτή μέρος του στρατού των σκουπιδιών. Ανίκανη να βρει κάποια άλλη λύση, ακολούθησε τα υπόλοιπα σκουπίδια. Ήταν χιλιάδες και όλων των ειδών, από τσαλακωμένα παλιόχαρτα μέχρι παλιές ηλεκτρικές σκούπες. Φωνάζανε όλα μαζί στους ανθρώπους που είχαν πιάσει πως μιας και τους πετάγανε στον δρόμο, λες και ήταν αποβράσματα, θα τους έκαναν και αυτά το ίδιο. Ήταν κυριαρχημένα από το μίσος και την εκδίκηση. Η Θέκλα από την άλλη, ήταν κυριαρχημένη από τον φόβο. Από την μία ήθελε να πέσει κάτω, στον βρώμικο γεμάτο τσίχλες δρόμο, να κουλουριαστεί και να κλάψει μέχρι να στερέψει από δάκρυα. Από την άλλη όμως είχε πεισμώσει, δεν ήθελε να παρατήσει την οικογένειά της. Ήθελε να βρει δύναμη να ουρλιάξει όσο πιο δυνατά μπορούσε και μετά να αρχίσει να τρέχει προς τα σκουπίδια.

 

Αποφάσισε πως δεν μπορούσε να κρεμάσει τους δικούς της. Χτύπησε με δύναμη μια κολώνα της ΔΕΗ και είπε από μέσα της πως θα βρει τον τρόπο να τους βοηθήσει. Ξεκίνησε να οργανώνει το σχέδιό της. Αρχικά ακολούθησε τα στρατιωτάκια σκου, όπως αυτοαποκαλούνταν, και βρήκε πού συγκέντρωναν τους ανθρώπους. Ήταν ένα εγκαταλελειμμένο εργοστάσιο ανακύκλωσης. Κατάφερε λόγω της νέας της εμφάνισης να τρυπώσει μέσα ανενόχλητη. Το επόμενο βήμα ήταν να μελετήσει τον χώρο και να βρει πώς θα τα σαμποτάρει. Μελέτησε κάθε κομμάτι του εργοστασίου. Κάθε φορά που πέρναγε από μπροστά της ένα σκουπίδι τού φώναζε «ανακύκλωσε ανθρώπους, ελευθέρωσε σκουπίδια» και αυτά την προσπερνούσαν χαμογελώντας. Το μόνο που κατάφερε να βρει ήταν δύο μεγάλοι μαγνήτες. Σκέφτηκε πως θα μπορούσε να τους χρησιμοποιήσει για να προστατευτεί από τους κονσερβοκούτηδες, αλλά ήταν ριψοκίνδυνο, καθώς είχε και αυτή κορμό από κονσέρβα και οι μαγνήτες θα μπορούσαν να παγιδεύσουν πρώτα την ίδια. Είχε πάρει την απόφαση να φτάσει όσο πιο μακριά μπορεί χωρίς  να την υποψιαστούν και από εκεί και πέρα να επιτεθεί κατά μέτωπο. Ανέβηκε στον δεύτερο όροφο. Εκεί της τράβηξε την προσοχή ένα παράθυρο ή ίσως περισσότερο αυτά που γίνονταν απέξω.

 

Είδε σπίτια να έχουν ζωστεί στις φλόγες, ρούχα και έπιπλα πεταμένα στους δρόμους, ανθρώπους να κείτονται χτυπημένοι, σκουπίδια να γελάνε μαζί τους, μα πάνω από όλα είδε αναμνήσεις να καταστρέφονται. Αναπόλησε για λίγο τις ωραίες μέρες που χαρακτηρίζονταν από πράσινα παρκάκια και όλων των ειδών τα χρώματα, σπίτια. Ένα δάκρυ κύλησε. Και μετά άλλο ένα. Αναστέναξε. Ξεφύσηξε. Έπειτα συνέχισε, νιώθοντας την καρδιά της ραγισμένη, αλλά και νιώθοντας και η ίδια υπαίτια, καθώς δεν ήταν λίγες οι φορές που είχε πετάξει η ίδια σκουπίδια. Συνέχισε ακάθεκτη προς τον τρίτο όροφο μιας και όλα τα σκου πήγαιναν προς τα εκεί.

 

Μόλις πάτησε το πόδι της στον όροφο άκουσε μια κραυγή κυριαρχημένη από φόβο. Έστρεψε το βλέμμα της προς τα εκεί. Ήταν η μητέρα της και ο πατέρας της αλλά και όλοι οι άλλοι κάτοικοι της πόλης. Κραύγαζαν λόγω των βασανιστηρίων που τους έκαναν. Τους σήκωναν και τους πετούσαν στο πάτωμα, ώστε να νιώσουν σαν σκουπίδια. Ήταν έτοιμη να τρέξει προς το μέρος τους αλλά, για καλή της τύχη, παρατήρησε τον μοχλό του ρεύματος και έτρεξε προς τα εκεί. Τον κατέβασε. Σκοτάδι. Κραυγές. Η Θέκλα έτρεχε στα τυφλά προς το μέρος που είχε δει τους γονείς της. Το ένιωθε πως ήταν κοντά. Ήξερε πως με άλλα δύο βήματα θα βρισκόταν στην αγκαλιά των γονιών της. Σε μια αγκαλιά που θα την καθησύχαζε και θα την παρηγορούσε. Αλλά το φως επέστρεψε. Όλα τα σκουπίδια έτρεξαν προς τους γονείς. Ο αρχηγός τους τους φώναξε πως «αυτή η ιστορία τελειώνει εδώ, θα τους κάνουμε να νιώσουν σαν και εμάς όσο δεν πάει, πετάξτε τους από το παράθυρο». Η μικρή τα ‘χασε. Ο αρχηγός τους φώναξε «πρώτα αυτοί» δείχνοντας τους γονείς της. Της κόπηκαν τα πόδια. Τα σκου είχαν φτάσει ήδη δίπλα από το παράθυρο με τους γονείς της. Οι γονείς της έριξαν ένα τελευταίο βλέμμα ο ένας στο άλλο και τους πέταξαν. Η Θέκλα ένιωσε πως έπεφτε μαζί τους.

 

Πετάχτηκε απότομα από το κρεβάτι της ιδρωμένη. Σηκώθηκε και έτρεξε κατευθείαν προς τους γονείς της. Δεν είχε συνειδητοποιήσει πως είχε επιστρέψει στον κανονικό της εαυτό. Τους είδε να κοιμούνται αγκαλιασμένοι και ένιωσε μια γαλήνη. Ανέβηκε στο δωμάτιό της και θαύμασε το σώμα της. Ήταν εννέα το πρωί, οπότε κατέβηκε κάτω να φάει. Τελείωσε το πρωινό της, ντύθηκε και πήγε στο πάρκο που ήταν και χθες. Θαύμασε τη φύση. Μάζεψε από κάτω ό,τι σκουπίδι υπήρχε και κάθισε πάνω στο χλοερό γρασίδι για να χαλαρώσει. Αγνάντεψε τον καθαρό ουρανό, αφουγκράστηκε τα πουλιά, ηρέμησε. Ξαφνικά θυμήθηκε εκείνο το σκουριασμένο νόμισμα που είδε χθες. Έψαξε ανάμεσα στους θάμνους και το είδε. Το σήκωσε, άλλα μόλις το γύρισε, δεν είδε άλλη μία σκουριασμένη πλευρά. Είδε ένα λουλούδι να βγαίνει από μέσα του. Το θεώρησε το μικρό της θαύμα και μήνυμα ελπίδας για τον κόσμο. Ήταν πια σίγουρη πως είχαν χρόνο να προστατέψουν τον κόσμο από το να γίνει το μέρος που είχε δει στο όνειρό της. Άρχισε να τρέχει προς το σπίτι της φωνάζοντας – ΥΠΑΡΧΕΙ ΕΛΠΙΔΑ ΓΙΑ ΤΗ ΦΥΣΗ-!!

 

Ε εικόνα

 

Δ

 

 

 

Σχολείο: 3ο Γυμνάσιο Περιστερίου

Τίτλος:  Ένα πολυταξιδεμένο μπουκάλι

Συγγραφείς: Κωνσταντίνος Αργυράκης, Τάξη Γ

Υπεύθυνη Εκπαιδευτικός: Γεωργία Κολλινιάτη

 

Βραβείο Προαγωγής Ανθρώπινων Αξιών και Παρότρυνσης σε δράση για το Περιβάλλον

 

Ένα πολυταξιδεμένο μπουκάλι

Μία μέρα ο Δημήτρης είχε τα γενέθλιά του και κάλεσε τους φίλους του στο σπίτι του, για να γιορτάσουν όλοι μαζί. Όλα ήταν τέλεια προετοιμασμένα, το σπίτι ήταν στολισμένο, είχε στείλει τις προσκλήσεις σε όλους, είχε φροντίσει τη μουσική και λίγο πριν ξεκινήσει η γιορτή, πήγε να πάρει αναψυκτικά και σνακ. Πήρε πολλά πράγματα, μέσα σε αυτά βρισκόταν και ένας χυμός. Αυτός ο χυμός ήταν μέσα σε ένα πλαστικό μπουκάλι. Ήρθαν οι φίλοι του, έκαναν την γιορτή, πέρασαν όμορφα, κατανάλωσαν τα σνακ και τους χυμούς και στο τέλος έφυγαν.

Γ εικόνα

Την ώρα που μάζευε τα σκουπίδια ο Δημήτρης βρήκε αυτόν τον χυμό. Είχε μισοτελειώσει, τον άνοιξε και ήπιε τον υπόλοιπο. Αργότερα, συνέχισε να μαζεύει και είδε πιο προσεκτικά το πλαστικό μπουκάλι που είχε μέσα τον χυμό, το πήρε στα χέρια του και το πήγε στο δωμάτιό του. Αφού μάζεψε και τα υπόλοιπα σκουπίδια, τα πέταξε, γιατί δεν έκαναν ανακύκλωση ως οικογένεια, παρόλο που το παιδί τούς είχε ενημερώσει για τα οφέλη της ανακύκλωσης προς το περιβάλλον!

 

Στη συνέχεια πήγε στο δωμάτιό του, πήρε το μπουκάλι και αποφάσισε να χαράξει σε αυτό το όνομά του και την ημερομηνία των γενεθλίων του, όπως και έκανε. Αφού τελείωσε, στο μπουκάλι φαινόταν ξεκάθαρα η ημερομηνία και το όνομά του. Την άλλη μέρα η μητέρα του την ώρα που συγύριζε το σπίτι, συνεπώς και το δωμάτιο του παιδιού, πήρε το μπουκάλι και τα άλλα απορρίμματα του σπιτιού και τα πέταξε στον κάδο της γειτονιάς.

 

Στη συνέχεια πέρασε το απορριμματοφόρο του δήμου και οι άνθρωποι που μαζεύουν τα σκουπίδια πήραν όλα τα απορρίμματα από τον κάδο και τα μετέφεραν στο όχημα. Όμως τους ξέφυγε το μπουκάλι που έπεσε στο δρόμο χωρίς να το δουν. Λίγο αργότερα έπιασε μια ξαφνική αλλά δυνατή μπόρα και μετακίνησε το μπουκάλι σε έναν υπόνομο. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα το μπουκάλι να μετακινηθεί πολλά χιλιόμετρα μακριά και στο τέλος να φτάσει στη θάλασσα. Λόγω των ρευμάτων και των κυμάτων, το μπουκάλι άρχισε το μακρύ ταξίδι του!

 

Μετά από πολλά χρόνια, ο Δημήτρης μεγάλωσε, σπούδασε δάσκαλος, παντρεύτηκε και έκανε μια υπέροχη οικογένεια με δύο παιδιά. Όταν μεγάλωσαν τα παιδιά, η οικογένεια του Δημήτρη έκανε ένα ταξίδι σε μία εξωτική χώρα της Καραϊβικής, τον Άγιο Δομίνικο. Ήθελαν να επισκεφτούν τις όμορφες πόλεις της, να δουν τα φημισμένα αξιοθέατα, να γνωρίσουν τους φιλόξενους ανθρώπους και να κάνουν μπάνιο στις υπέροχες ακτές με τα κρυστάλλινα νερά! Αφού έφτασαν στην χώρα, μετά από λίγες μέρες ενώ έκαναν μπάνιο σε μια από τις πιο διάσημες παραλίες του νησιού, ο μικρός του γιος είδε ένα μπουκάλι να επιπλέει στην θάλασσα. Στην αρχή προσπάθησε να το αποφύγει μιας και ήταν βρώμικο, αλλά αυτό συνέχισε να τον πλησιάζει, σαν να το οδηγούσε κάποιο αόρατο χέρι! Όταν το παρατήρησε καλύτερα, είδε ότι επάνω του ήταν γραμμένο ένα όνομα και κάτι αριθμοί. Έτσι το πήρε και με έκπληξη είδε ότι στο μπουκάλι ήταν χαραγμένο το όνομα του πατέρα του και η ημερομηνία της γέννησής του.

 

Ο Δημήτρης είδε το μπουκάλι, θυμήθηκε τα γενέθλιά του και ξαφνιάστηκε, γιατί πίστευε ότι μετά από τόσο πολλά χρόνια το μπουκάλι δεν θα υπήρχε, εκτός αυτού η απόσταση ανάμεσα στις δύο χώρες ήταν πάρα πολύ μεγάλη. Διαπιστώνοντας ότι το μπουκάλι είχε μια πολύ μικρή αλλοίωση και τίποτα άλλο, κατάλαβε πόσο κακό για το περιβάλλον είναι να πετάμε τα απορρίμματά μας στη θάλασσα και να μην κάνουμε ανακύκλωση.

 

Το μπουκάλι αυτό το κράτησε και ήταν ο σημαντικότερος λόγος που οδήγησε τον Δημήτρη να δημιουργήσει μια οργάνωση που βασικό μέλημά της είχε την προώθηση της ανακύκλωσης. Ο Δημήτρης έκανε τεράστιες προσπάθειες για να καταφέρει να πείσει τους δήμους και το ίδιο το ελληνικό κράτος για να ευαισθητοποιηθούν περισσότερο με το πρόβλημα της ανακύκλωσης και να τοποθετήσουν στους δρόμους περισσότερους μπλε κάδους, αλλά και κάδους ξεχωριστούς για κάθε ανακυκλώσιμο υλικό. Κατάφερε να περάσει σημαντικά μηνύματα στους ανθρώπους και με τη βοήθεια άλλων οργανώσεων η Ελλάδα να βρίσκεται στις πρώτες θέσεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του κόσμου στην ανακύκλωση.

 https://eepf.gr/sites/eepf.gr/files/news-attached/%CE%9A%CE%B5%CE%AF%CE%BC%CE%B5%CE%BD%CE%B1%CE%92%CF%81%CE%B1%CE%B2%CE%B5%CF%85%CE%BC%CE%AD%CE%BD%CF%89%CE%BD%CE%99%CF%83%CF%84%CE%BF%CF%81%CE%B9%CF%8E%CE%BD%CE%A4%CE%B5%CE%BB%CE%B9%CE%BA%CF%8C_0.pdf

Ε εικόνα

 

Δ

 

 

Σχολιάστε

Top