Ο παππούς της μητέρας μου, Θοδωρής Τσιτσέλης, ήταν ταχυδρομικός υπάλληλος. Γεννήθηκε και έζησε σε ένα χωριό δίπλα στην λίμνη Τριχωνίδα του Ν. Αιτωλοκαρνανίας που λέγεται Γαβαλού Mακρυνείας. Το 1918, στρατεύτηκε και εντάχθηκε στις δυνάμεις του ελληνικού στρατού που έκαναν επιχειρήσεις στην Μικρά Ασία. Υπηρέτησε στο πεζικό σώμα και συμμετείχε σε πολλές μάχες, κατά την προέλαση των Ελλήνων στα βάθη της Μ.Ασίας, με αποκορύφωμα την μάχη στο Αφιόν Καραχισάρ, τον Σεπτέμβριο του 1921. Αφότου το ελληνικό μέτωπο, δυστυχώς, κατέρρευσε, το τάγμα του Θ. Τσιτσέλη οπισθοχώρησε προς την Κιουτάχεια και τελικά, πέρασε στην Ανατολική Θράκη. Εκεί, παρέμεινε από τον Δεκέμβριο του 1922, οπότε και τμήματα του ελληνικού στρατού σχημάτισαν την Στρατιά του Έβρου, μέχρι και την αποχώρηση αυτής, τον Μάιο του 1923.
Εντωμεταξύ, εξαιτίας της κατάρρευσης του μετώπου και της ξαφνικής και δύσκολης μεταφοράς του τάγματός του από την Μ. Ασία στην Ανατολική Θράκη, είχαν διακοπεί οι επικοινωνίες με το ταχυδρομείο της εποχής και η οικογένειά του στο χωριό δεν είχε λάβει κανένα απολύτως νέο του για διάστημα περίπου ενός έτους. Τον Μάιο του 1923, είχαν πια όλοι απελπιστεί και είχαν πεισθεί ότι είχε σκοτωθεί στο μέτωπο και ότι η σωρός του δεν θα έφτανε ποτέ πίσω. Έτσι, με βαριά καρδιά, είχαν αποφασίσει να τελέσουν κηδεία και να φτιάξουν ένα άδειο μνημείο με το όνομά του στο κοιμητήριο του χωριού.
Το προηγούμενο, όμως, βράδυ της ημέρας που είχαν ορίσει να γίνει η κηδεία, στον ύπνο του πατέρα του, Κωνσταντίνου Τσιτσέλη, ο οποίος ήταν πολύ ηλικιωμένος και με έντονο θρησκευτικό συναίσθημα, εμφανίστηκε ένας άνδρας που του είπε ότι ήταν ο Αγ. Χαράλαμπος, ότι δεν έπρεπε να κάνουν καμία κηδεία, γιατί, ο γιος του ήταν ζωντανός και τον προστάτευε ο ίδιος και ότι την επόμενη ημέρα το πρωί, θα έφταναν στο χωριό, ταυτόχρονα, δύο γράμματα και ένα τηλεγράφημα που είχαν αποσταλεί από τον Θοδωρή, αλλά είχαν καθυστερήσει. Ο ηλικιωμένος άνδρας ξύπνησε αναστατωμένος και πήγε γρήγορα στην πλατεία του χωριού. Πράγματι, λίγο αργότερα, πέρασε ο ταχυδρόμος και του παρέδωσε τα δύο γράμματα, που ο Θοδωρής είχε στείλει πριν από πολύ καιρό και είχαν καθυστερήσει, καθώς και ένα τηλεγράφημα με το οποίο τους ανακοίνωνε την άφιξή του, λίγες ημέρες αργότερα.
Όταν, τελικά, ο Θ. Τσιτσέλης επέστρεψε στο σπίτι του, είπε στην οικογένειά του ότι ο Αγ. Χαράλαμπος είχε ζήσει και είχε κάνει θαύματα στην Μ.Ασία, και γι αυτό, όσο πολεμούσε εκεί, συνήθιζε να προσεύχεται σε αυτόν και πράγματι, τον ένιωθε σαν προστάτη του. Τότε, έκαναν όλοι μαζί μια ευχαριστήρια λειτουργία για τον Άγιο σε ένα ξωκκλήσι του χωριού που είναι αφιερωμένο στο όνομά του και έκτοτε είναι ο προστάτης όλων μας.
Νέστωρας Λάζαρος Α΄3