Μιαούλης Ανδρέας

          Ο Μιαούλης γεννήθηκε στις 20 Μαίου του 1769 (κατά πάσα πιθανότητα) στην Ύδρα. Το πραγματικό του επώνυμο ήταν Βώκος ή Μπώκος. Το επώνυμο Μιαούλης προήλθε είτε από τους ναύτες του, επειδή συνεχώς τους έδινε τη διαταγή «Μία ούλοι!», για να κωπηλατούν όλοι μαζί ταυτόχρονα, είτε από από ένα τουρικό μπρίκι που αγόρασε και ονομαζόταν «Μιαούλ». Μολονότι ήταν σχεδόν αγράμματος, ήταν εξαιρετικά ευφυής και υπερείχε στη ναυτική τέχνη. Ήταν μάλιστα ταγμένος στο καθήκον σε σημείο που φερόταν με μεγάλη αυστηρότητα στους υφισταμένους του. Από πολύ νωρίς ασχολήθηκε με τις ναυτιλιακές επιχειρήσεις και ήταν ένας από τους πιο ονομαστούς πειρατές της Αντολικής Μεσογείου.

         Μολονότι πίστευε πως οι Έλληνες δεν ήταν ακόμα καλά προετοιμασμένοι για μια εθνική εξέγερση εναντίον των Οθωμανών, όταν ξέσπασε η επανάσταση στην Ύδρα στις 28 Μαρτίου του 1821, ήταν από τους πρώτους που συμμετείχε. Μάλιστα πρόσφερε ένα μεγάλο χρηματικό ποσό για την ενίσχυση των ναυτικών επιχειρήσεων του Αγώνα, διέθεσε τα πλοία του αλλά και τον εαυτό του στην υπηρεσία της πατρίδας. Το φθινόπωρο του ίδιου χρόνου ανέλαβε ναύαρχος του υδραϊκού στόλου.

        Οι ναυμαχίες στις οποίες πήρε μέρος στέφθηκαν σχεδόν όλες με επιτυχία (στη Χίο, στα Ψαρά, στο Ναύπλιο, στην Ικαρία, στην Κρήτη). Στις 29 Αυγούστου του 1824, ο Μιαούλης, επικεφαλής του ελληνικού στόλου, κατατρόπωσε τον τουρκοαιγυπτιακό στόλο στον Γέροντα και τον Απρίλιο του 1825 αιφνιδίασε τον αιγυπτιακό στόλο στη Μεθώνη προκαλώντας του μεγάλες καταστροφές. Τέλη Μαΐου του ίδιου χρόνου συγκρούστηκε με τον οθωμανικό στόλο στη Σούδα, τον Νοέμβριο στη Γλαρέντζα της Αχαΐας αλλά και στο Μεσολόγγι, κατά τη διάρκεια της δεύτερης πολιορκίας το 1826, συμβάλλοντας αποφασιστικά στον επισιτισμό των Πολιορκημένων. Δυστυχώς, όμως, δεν πέτυχε να σπάσει τον αποκλεισμό της πόλης.

          Όταν έφτασε στην Ελλάδα ο Καποδίστριας, ανέλαβε την αρχηγία του ελληνικού στόλου στο Αιγαίο (για δεύτερη φορά) και βοήθησε αποτελεσματικά στην πάταξη της πειρατείας στο Αιγαίο. Στη συνέχεια, όμως, συγκρούστηκε με τον Καποδίστρια, παραιτήθηκε και προσχώρησε στην αντιπολίτευση. Τον Ιούλιο του 1831, επικεφαλής ενός μικρού στρατιωτικού σώματος, επιβιβάστηκε στον Πόρο, όπου και κατέλαβε μέρος του ελληνικού στόλου ανατινάζοντας παράλληλα τη φρεγάτα «Ελλάς» και την κορβέτα «Ύδρα» (την 1η Αυγούστου 1831), γεγονός για το οποίο κατακρίθηκε έντονα τόσο από τους συγχρόνους του, όσο και από την ιστοριογραφία.

          Μετά τη δολοφονία του Καποδίστρια, ήταν ένα από τα τρία άτομα που επελέγησαν προκειμένου να παραδώσουν το στέμμα και το σχετικό ψήφισμα στον Όθωνα. Τα τελευταία χρόνια της ζωής του ανέλαβε διάφορα αξιώματα στην οθωνική κυβέρνηση και πέθανε στην Αθήνα στις 11 Ιουνίου του 1835. Ο τάφος του βρίσκεται στον Πειραιά, στη δεξιά ακτή του λιμανιού, που ονομάστηκε Ακτή Μιαούλη. Αργότερα τα οστά του μεταφέρθηκαν σε νέο τάφο, στην είσοδο της Σχολής Ναυτικών Δοκίμων.

Σ. Πανανής

ΠΗΓΕΣ

https://www.sansimera.gr

https://www.ethnos.gr

https://el.wikipedia.org

Κάντε το πρώτο σχόλιο

Υποβολή απάντησης