
Ο Λουκής Ακρίτας, ήτανε πολυπράγμων και συνεισέφερε πολύ στο πνευματικό μα και πολιτικό έργο του Ελληνισμού. Από μικρή ηλικία αγάπησε τον πολιτισμό και αποφάσισε να αρνηθεί την οκνηρία και να οραματιστεί για ένα καλύτερο μέλλον με εκπαίδευση για όλους.
Ο Λουκής Ακρίτας, με το γενέθλιο όνομα του Λούκας Χατζηγιαννακού γεννήθηκε στη Μόρφου το 1908. Μεγάλωσε σε εξαμελή οικογένεια που δεν ήταν ιδιαίτερα εύπορη, αλλά ανέπτυξε μια αμιγή αγάπη για τη γενέθλια γη του πατέρα του τα Κάτω Ζώδια. Αυτές οι εμπειρίες από την γενέτειρα, θα αναδειχθούν στο μελλοντικό λογοτεχνικό και πολιτικό έργο του Ακρίτα. Θα νιώσει το βάρος της υποχρέωσης, όταν με το καλό γίνει Υπουργός Παιδείας να γεμίσει τα σχολεία του παιδικού του τόπου με βιβλία. Το επίθετο Ακρίτας που ο Λουκής το πήρε από τον παππού του, πραγματικά είναι «Ακρίδας» και όχι Ακρίτας καθώς είχε ένα ιδιαίτερο μίσος για το ζώο. Το «Ακρίδας» μετατράπηκε σε «Ακρίτας» αργότερα στην καριέρα του Λουκή καθαρά για αισθητικούς λόγους.
Η δίψα του για γνώση τον οδήγησε να σπουδάσει στο δημοτικό της Μόρφου και να φοιτήσει στο θρυλικό για τους Κυπρίους: Παγκύπριο Γυμνάσιο. Επιπλέον, ποθούσε να μεταβεί στην Αθήνα για να συνεχίσει της σπουδές του, ωστόσο η οικονομική κατάσταση της οικογένειας δεν του το επέτρεπε. Λίγα χρόνια αργότερα, το 1930, αποφάσισε να πάει στην Αθήνα χωρίς χρήματα, για να πραγματοποιήσει το όνειρό του, όμως αυτή η μετάβαση είχε μεγάλο ρίσκο. Στο τέλος όμως η επιλογή αυτή επρόκειτο να τον ανταμείψει.
Όπως προανέφερα, ο Λουκής Ακρίτας ήτανε πολυάσχολος και ένας από τους τομείς που ασχολήθηκε ήτανε η λογοτεχνία . Το 1935 με ένα πεζογράφημα «Νέος με καλές συστάσεις» ο Ακρίτας καθρεπτίζει τον εαυτό του σε αυτό το μυθιστόρημα μιας και ο ίδιος, όπως και ο νέος του μυθιστορήματος, παρουσιάζουν νοσταλγικές αναμνήσεις από τη γενέτειρα τους. Το πεζογράφημα έλαβε έντονες κριτικές μιας και βγήκε στην μέση του μεσοπολέμου, οπότε οι σχέσεις μεταξύ των ανθρώπων βρισκόντουσαν σε έξαψη.
Ακόμα ένας τεράστιος τομέας ανάπτυξης και προόδου για τον Ακρίτα, ήταν η πολιτική. Το 1950 ο Ακρίτας κάνει το πρώτο του βήμα στην πολιτική και εκλέγεται βουλευτής το 1951 στην Αθήνα. Λίγο αργότερα όμως μιας και η ΕΠΕΚ, το κόμμα του Ακρίτα, ήταν αυτόνομος σχηματισμός κι αρχίζει να αργοπεθαίνει, ο Ακρίτας βγαίνει εκτός ψηφοδελτίου. Μετά από σχεδόν μια δεκαετία ο Ακρίτας διορίζεται Υφυπουργός παιδείας και τότε οι οραματισμοί μπαίνουν σε εκκίνηση. Ο ρόλος του Ακρίτα και το σχέδιο του ήταν να ανορθώσει την παιδεία. Έτσι δημιούργησε πολλά σχολεία και θέσπισε μέτρα υπέρ της καθολικής εκπαίδευσης, όπως η υποχρεωτική φοίτηση στο Γυμνάσιο, η ακύρωση των εισαγωγικών εξετάσεων για την είσοδο στο Γυμνάσιο και το σημαντικότερο : δωρεάν εκπαίδευση για όλους τους νέους.
Ο Λουκής Ακρίτας ήταν ένας οραματιστής και αγαπούσε τα γράμματα και την παιδεία. Πίστευε πως τα γράμματα και η πνευματική καλλιέργεια μπορούν να σημάνουν τεράστια ανάπτυξη για την κοινωνία. Ο Ακρίτας ήταν επίσης επιδέξιος δημοσιογράφος και δοκιμιογράφος. Σε ένα κείμενο του, «Το ηλεκτρικό λαμπιόνι και το πνευματικό σκοτάδι» καυτηριάζει έντονα «τα πιστεύω» του ανθρώπου για τις δυνατότητες της τεχνολογίας και την παραμέληση του πνεύματος. Μάλιστα λέει χαρακτηριστικά:
«Τι θα φωτίσει το ηλεκτρικό λαμπιόνι, όταν οι καθημερινές αποδείξεις για την πνευματική καθυστέρηση μας πρέπει να εμπνέουν αγωνία και άγχος;»
Το πνευματικό έργο του Λουκή Ακρίτα τελειώνει σύντομα μιας και ο ίδιος πεθαίνει το 1965. Το στίγμα όμως που αφήνει πίσω στον κυπριακό πολιτισμό και ελληνισμό είναι τεράστιο. Ο Λουκής Ακρίτας ήταν πνευματικός άνθρωπος και γνώριζε πολλούς λόγιους, όπως ο Γιώργος Παπανδρέου και ο Ευάγγελος Παπανούτσος. Συνεργάστηκε μαζί τους στην Ελλάδα ιδίως στην πολιτική και αυτό υπήρξε ένα μεγάλο ερέθισμα για εκείνον.
Συμπεραίνουμε, λοιπόν, πως ο Ακρίτας ήτανε ένας θαυμάσιος και ευαίσθητος άνθρωπος ο οποίος οραματίστηκε την παιδεία στο μεγαλείο της.