Επέτειος Απελευθέρωσης των Ιωαννίνων

 

Πολλοί είναι αυτοί που δεν γνωρίζουν τι ακριβώς συνέβη λίγους μήνες πριν αλλά και στις 21 Φεβρουαρίου του 1913 στα Ιωάννινα, ημέρα κατά την οποία απελευθερώθηκε η πόλη μας από την Οθωμανική Κυριαρχία. Ο αγώνας για την απελευθέρωση των Ιωαννίνων υπήρξε η σημαντικότερη στρατιωτική διαφωνία μεταξύ Ελλάδας και Οθωμανικής Αυτοκρατορίας στο μέτωπο της Ηπείρου κατά τη διάρκεια του Α΄ Βαλκανικού Πολέμου ( 5 Οκτωβρίου 1912-18 Μαΐου 1913).

Η πολεμική αναμέτρηση για την απελευθέρωση των Ιωαννίνων κράτησε σχεδόν τρεις μήνες με πολλές αποτυχίες και επιτυχίες του ελληνικού στρατού. Με το ξέσπασμα του Α΄ Βαλκανικού Πολέμου τα ελληνικά στρατεύματα, που είχαν συγκεντρωθεί στην περιοχή της Άρτας με τον αντιστράτηγο Κωνσταντίνο Σαπουντζάκη, κράτησαν  αμυντική στάση με στόχο να κρατήσουν τα σύνορα. Από τις 6 Οκτωβρίου άρχισαν οι συγκρούσεις για την κατάκτηση της Ηπείρου . Γρήγορα ο ελληνικός στρατός ανέλαβε επιθετικές πρωτοβουλίες και τις επόμενες ημέρες κατέλαβε τη Φιλιππιάδα  και την Πρέβεζα. Στη συνέχεια κινήθηκε προς την πεδιάδα των Ιωαννίνων, όπου είχε συγκεντρωθεί ο κύριος στρατός των τουρκικών δυνάμεων, που εντωμεταξύ είχε ενισχυθεί με νέες δυνάμεις από την περιοχή του Μοναστηρίου.

Έτσι, εξαιτίας αυτού του γεγονότος, αλλά και των κακών καιρικών συνθηκών, η είσοδος  του ελληνικού στρατού σταμάτησε. Ο ορεινός όγκος του Μπιζανίου  αποτελούσε εξαιρετικά καλή αμυντική θέση για τον ελληνικό στρατό, που επιπλέον είχε ενισχυθεί πρόσφατα με πέντε μόνιμα πυροβολεία, κατασκευασμένα υπό την επίβλεψη Γερμανών ειδικών. Η κυβέρνηση ζητούσε την γρήγορη απελευθέρωση της Ηπείρου, πριν από τη  συνθήκη ειρήνης μεταξύ των εμπολέμων στη Συνεδρία  του Λονδίνου, που βρισκόταν σε εξέλιξη. Έτσι, ο στρατός της Ηπείρου ενισχύθηκε με μία ακόμη στρατιωτική δύναμη  από τη Θεσσαλονίκη, και υπό την ηγεσία του αντιστράτηγου Κωνσταντίνου Σαπουντζάκη ανέλαβε την πρώτη σημαντική επιθετική ενέργεια κατά των οχυρών του Μπιζανίου στις 29 Νοεμβρίου 1912, η οποία προς μεγάλη ανησυχία της ελληνικής κυβέρνησης απέτυχε.

Στις 8 Δεκεμβρίου αποφασίστηκε η αποστολή δύο ακόμη στρατιωτικών δυνάμεων στην περιοχή, ενώ την επομένη ο διάδοχος Κωνσταντίνος με τηλεγράφημά του προς την πολιτική ηγεσία έθετε θέμα αντικατάστασης του αντιστράτηγου Σαπουντζάκη, τον οποίον χαρακτήριζε «αδέξιον». Το ίδιο βράδυ, το υπουργικό συμβούλιο αποφάσισε να αναθέσει την ηγεσία του Στρατού της Ηπείρου στον Κωνσταντίνο, ο οποίος παρά τις αρχικές αντιρρήσεις του δέχτηκε. Έτσι, στις  3 Ιανουαρίου του 1913 έφθασε στο Στρατηγείο της Ηπείρου η σχετική διαταγή, η οποία περιλάμβανε και τη ρητή απαγόρευση προς τον στρατό της Ηπείρου να ενεργήσει οποιαδήποτε επιθετική ενέργεια πριν από την άφιξη του Κωνσταντίνου.

Εκεί που ο ελληνικός στρατός περίμενε τον ερχομό του Κωσταντίνου ένα απρόοπτο γεγονός άλλαξε τη μοίρα  των πραγμάτων. Ένα αυτοκίνητο με δύο άνδρες προσπάθησε να περάσει προς τις τουρκικές γραμμές. Ο Σαπουντζάκης, που ήθελε να αποκαταστήσει το στρατιωτικό του εγωισμό, εξέφρασε τους φόβους του προς το υπουργείο Στρατιωτικών ότι οι επιβάτες του αυτοκινήτου θα πρόδιδαν στους Τούρκους τη διάταξη των ελληνικών δυνάμεων και διατύπωσε τη γνώμη ότι μια αιφνιδιαστική επίθεση πριν από την άφιξη του διαδόχου θα απέφερε καλά αποτελέσματα. Το αίτημά του έγινε δεκτό από το επιτελείο, και η νέα επίθεση κατά των οχυρών του Μπιζανίου ξεκίνησε το πρωί της 7ης Ιανουαρίου 1913. Ο τουρκικός στρατός  κατόρθωσε να αποκρούσει και αυτή την επίθεση, προκαλώντας απώλειες στον ελληνικό στρατό.

Το απόγευμα της 10ης Ιανουαρίου 1913 έφθασε στο μέτωπο ο Κωνσταντίνος, ο οποίος μετά την ενημέρωσή του από τον αντιστράτηγο Σαπουντζάκη έδωσε εντολή την επομένη μέρα για κατάπαυση του πυρός. Ο νέος αρχηγός βρήκε διαλυμένο  το στρατό, όχι τόσο από τις απώλειες στη μάχη, όσο από της σκληρές καιρικές συνθήκες του  χειμώνα (ψύξεις, κρυοπαγήματα) και της υπερκόπωσης των ανδρών. Οι μάχιμοι από 40.000 είχαν περιοριστεί στις 28.000 άνδρες, δύναμη μικρή για τον Κωνσταντίνο, προκειμένου να κάνει την τρίτη επίθεση για την κατάληψη του Μπιζανίου, που θα σήμαινε και την απελευθέρωση των Ιωαννίνων.

Στις 30 Ιανουαρίου ο Κωνσταντίνος ζήτησε ενισχύσεις, αλλά η κυβέρνηση  που επισκέφθηκε το μέτωπο απέρριψε το αίτημα του, καθώς δεν μπορούσαν να έρθει στρατός από τη Μακεδονία. Το σχέδιο που συμφώνησαν  ο Κωνσταντίνος και ο ελληνικός στρατός  για την απελευθέρωση του Μπιζανίου προσδοκούσε την κύρια επίθεση στις 20 Φεβρουαρίου 1913. Νωρίτερα, στις 17 Ιανουαρίου, με επιστολή του προς τον Εσάτ Πασά είχε ζητήσει την παράδοση των Ιωαννίνων για λόγους ανθρωπιστικούς, μιας και η Τουρκία είχε ουσιαστικά χάσει τον πόλεμο. Η απάντηση του Τούρκου διοικητή ήταν αρνητική.

Στις 19 Φεβρουαρίου 1913, ο Κωνσταντίνος με κάποιες ενισχύσεις της τελευταίας στιγμής διέθετε 41.000 ετοιμοπόλεμους άνδρες και 105 κανόνια, τα οποία άρχισαν να εισβάλουν με επιτυχία κατά των τουρκικών θέσεων στο Μπιζάνι. Ο Εσάτ Πασάς παρέταξε 35.000 στρατιώτες και 162 κανόνια. Η γενική ελληνική επίθεση ξεκίνησε  τις πρωινές ώρες της 20ής Φεβρουαρίου, και μέχρι τις πρώτες βραδινές ώρες της ίδιας μέρας τα ελληνικά στρατεύματα με ισχυρή δύναμη  είχαν φθάσει στα όρια των Ιωαννίνων, στον Άγιο Ιωάννη. Ο ελληνικός στρατός φρόντισε να καταστρέψει τα τηλεφωνικά δίκτυα, διακόπτοντας την επικοινωνία της τουρκικής διοίκησης με το στρατό της, που παρέμενε αποκομμένος αλλά άθικτος στο Μπιζάνι.

Η παράδοση ήταν πλέον μονόδρομος για τον Εσάτ Πασά. Στις 11 το βράδυ της 20ής Φεβρουαρίου έφθασε στις προφυλακές του 9ου Τάγματος Ευζώνων ένα αυτοκίνητο στο οποίο επέβαιναν ο επίσκοπος Δωδώνης, ο υπολοχαγός Ρεούφ και ανθυπολοχαγός Ταλαάτ. Έφεραν μαζί τους επιστολή που υπογραφόταν από τους προξένους στα Ιωάννινα της Ρωσίας, της Αυστροουγγαρίας, της Γαλλίας και της Ρουμανίας και περιείχε πρόταση του Εσάτ Πασά προς τον Κωνσταντίνο για άμεση και χωρίς όρους παράδοση των Ιωαννίνων και του Μπιζανίου. Στις 2 π.μ. της 21ης Φεβρουαρίου 1913 οι τρεις απεσταλμένοι έφθασαν στο στρατηγείο της 2ας Μεραρχίας. Εκεί ένα  αυτοκίνητο  τους οδήγησε στις 4:30 π.μ. στο χάνι του Εμίν Αγά, όπου ήταν  το ελληνικό στρατηγείο.

Ο Κωνσταντίνος συμφώνησε με το περιεχόμενο της επιστολής και στις 5:30 το πρωί δόθηκε εντολή κατάπαυσης του πυρός σε όλες τις μονάδες.  Το πρωί της 22ας Φεβρουαρίου 1913 οι πρώτες μονάδες του ελληνικού στρατού παρέλασαν στην πόλη υπό τις επευφημίες των κατοίκων. Τα Ιωάννινα, μετά από 483 χρόνια δουλείας, ήταν και πάλι ελεύθερα. Το χαρμόσυνο άγγελμα για την απελευθέρωση των Ιωαννίνων έγινε αμέσως γνωστό στην Αθήνα, σκορπώντας  ενθουσιασμό και χαρά. Αυτό είναι το ιστορικό της απελευθέρωσης των Ιωαννίνων, της πόλης μας, και κατά τη γνώμη μας θα πρέπει να τιμάμε δεόντως αυτή τη μέρα, καθώς ταυτόχρονα τιμάμε και εκείνους που δώσανε τη ζωή τους για να ζούμε εμείς ελεύθεροι, χαρούμενοι και να απολαμβάνουμε την πανέμορφη πόλη μας.

Στον σύνδεσμο που ακολουθεί μπορείτε να παρακολουθήσετε σχετικό ντοκιμαντέρ – αφιέρωμα από το κανάλι της Βουλής για την απελευθέρωση των Ιωαννίνων. https://www.youtube.com/watch?v=4mZMY_wWN90

Μαριάνα Βυζούκη, Μελίνα Μαγκλάρα, Κωνσταντίνα Παργανά

Πηγή: https://www.pontosnews.gr

 

 

 

 

 

 

 

 

Κάντε το πρώτο σχόλιο

Υποβολή απάντησης