«Μέσα από παραδοσιακά και σύγχρονα εργαλεία, η μαγεία του θεάτρου είναι ικανή να συγκινήσει ανθρώπους κάθε ηλικίας, κυρίως μέσα από την συνάντηση και την συνεργασία»
Συνέντευξη του Σκηνοθέτη – Θεατρολόγου-Οικονομολόγου Δημήτρη Χατζηθεοδοσίου, στις δημοσιογράφους – μαθήτριες: Μάρα Πολίτη, Κική Πολυμέρη & Στέλλα Πολυμέρη
Ο Δημήτρης Χατζηθεοδοσίου είναι ένας καλλιτέχνης με πολύπλευρη προσωπικότητα και ικανότητες που δραστηριοποιείται στον χώρο του Πνεύματος και της Τέχνης, στους οποίους έχει αφιερώσει συνειδητά την ζωή του. Έχει εργασθεί ως παραγωγός, σκηνοθέτης και ηθοποιός θεατρικών παραστάσεων ενώ διατηρεί και εξασκεί τις ιδιότητες του οικονομολόγου, του δραματολόγου και του χορογράφου και χορευτή. Δραστηριοποιείται ενεργά και επαγγελματικά στον τομέα των παραστατικών τεχνών για παραπάνω από 15 έτη με ενεργή επαγγελματική καλλιτεχνική δραστηριότητα θέατρα, μουσικές σκηνές και άλλους καλλιτεχνικούς ή ψυχαγωγικούς χώρους και αθλητικούς διαγωνισμούς της Θεσσαλονίκης και της ευρύτερης Βορείου και όχι, μόνον Ελλάδος.
1. Πόσο σημαντικά είναι τα μαθήματα υποκριτικής-θεάτρου/θεατρικό παιχνίδι για την έκφραση των παιδιών/εφήβων;
Το θέατρο αποτελεί ένα αρχέγονο μέσω κοινωνικοποίησης και διαλόγου. Δεν είναι τυχαίο ότι πολλοί ετυμολογούν την λέξη «υποκριτική» από την λέξη «αποκρίνομαι», δηλαδή απαντώ, βρίσκομαι σε μια διαδικασία διαλόγου όπου εξ’ ορισμού διαφορετικές απόψεις παραστόνται και αναμετρώνται. Μέσα από την υποκριτική και το παιχνίδι, γνωρίζει κανείς τους κώδικες επικοινωνίας της καθημερινής ζωής, εξασκείται στην ικανότητα του να επικοινωνεί με άρτιο και ολοκληρωμένο τρόπο τα συναισθήματα και τις σκέψεις του αλλά και να αναγνωρίζει αυτά των υπολοίπων. Ιδιαίτερα σε μια εποχική συγκυρία όπου τα οπτικοακουστικά μέσα τείνουν να αντικαθιστούν την πρωτοκαθεδρία του γραπτού και προφορικού λόγου, η γνώση και άσκηση στους υποκριτικούς – θεατρικούς κώδικες, καθίσταται εν τέλει κρίσιμος για την πλοήγηση στην ζωή της σύγχρονης κοινωνίας. Ασφαλώς, αποτελεί -διαχρονικά- ένα μέσω εξερεύνησης του εαυτού, των συναισθημάτων και σκέψεων του κάθε παιδιού/εφήβου, σε ένα ασφαλές από κοινωνικές επιπτώσεις περιβάλλον φαντασίας και πειραματισμού.
2. Κατά την εφηβεία σας, σας προσέλκυσε το θέατρο και αν ναι πώς;
Η αλήθεια είναι πως κατά την εφηβική περίοδο της ζωής μου είχα την ατυχία να έχω προσεγγίσει παραστάσεις που δεν μου άρεσαν, τόσο θεματικά, όσο και ως υλοποίηση. Αυτό με έστρεψε περισσότερο προς τους κόσμους του χορού, του κινηματογράφου και της λογοτεχνίας. Στην πορεία όμως κατάλαβα πως η ουσία του θεάτρου είναι οι άνθρωποι που το απαρτίζουν και οι στιγμές ζωής που μοιράζονται με το κοινό. Συνεπώς, κάθε αποτέλεσμα έχει να κάνει με τους ανθρώπους αυτού και τις ιδέες που προσπαθούν να ενσαρκώσουν επί σκηνής και για αυτό δεν πρέπει να αποκλείει και να χαρακτηρίζει κανείς το θέατρο και τα ταξίδια που αυτό επιφυλάσσει, βασιζόμενος σε μια ή δύο μη πετυχημένες παραστάσεις που μπορεί να παρακολούθησε.
3. Το θέατρο είναι κάτι που απαιτεί πολύ συναίσθημα. Πιο συγκεκριμένα για την υποκριτική: διότι διατυπώνουμε και υποδυόμαστε καταστάσεις και σκηνές έντονες από αισθήματα πολλές φορές βάζουμε προσωπικά βιώματα στο νου μας για μια πιο ρεαλιστική απόδοση. Προσθέτοντας ότι μέσα από το θέατρο εκφραζόμαστε και οι ίδιοι σε προσωπικό επίπεδο. Πως είναι να εξελίσσετε και να ασχολείσαι με κάτι τέτοιο επαγγελματικά; Πως το διαχειρίζεσαι;
Πράγματι, πρόκειται για ένα μεγάλο ταξίδι αυτογνωσίας. Έρχεται κανείς αντιμέτωπος με τα πιο μύχιες πτυχές της ύπαρξής του. Όμως δεν είναι πάντοτε όλα τόσο «αβυσσαλέα» και υπαρξιακά. Όπως κάθε τέχνη, απαιτείται χρόνος, συνέπεια, «κανόνας» και επιμονή για να μπορέσει κανείς να μάθει τον εαυτό του και το υποκριτικό του εργαλείο. Άλλωστε για αυτό και η υποκριτική κατατάσσεται στις τέχνες και όχι στις επιστήμες. Είναι η τριβή με την πράξη που θα δημιουργήσει συν τω χρόνω το «κάλλος». Ασφαλώς, ο καθένας έχει την δική του αναζήτηση και είναι σημαντικό να μην ξεχνάει τις ρίζες και αφορμές του καθώς εξελίσσεται στις θεατρικές σκηνές, αλλά να γυρίζει συχνά πυκνά στην αφετηρία. Χρειάζεται υπομονή, επιμονή και κατά την άποψή μου σταθερές αρχές και αξίες. Κατά κύριο λόγο όμως αυτό που χρειάζεται είναι μια στάση αγάπης και κατανόησης προς την ζωή και τους ανθρώπους, γιατί το θέατρο είναι μια τέχνη από και για ανθρώπους. Αυτή η στάση, είναι αρκετή για να υπερδρασκελίσει κανείς όλα τα προβλήματα που θα συναντήσει. Άλλωστε, κάνουμε θέατρο και για να σταματήσουμε να παίρνουμε τόσο στα σοβαρά τα μικροδράματα της ζωής μας.
4. Τι συναισθήματα σας προκαλούσε η διαδικασία της υλοποίησης των πρώτων παραστάσεων σας και τι συναισθήματα σας προκαλεί τώρα;
Πάντοτε καθετί το καινούριο δημιουργεί συναισθήματα ενθουσιασμού, χαράς αλλά και νευρικής αναμονής και ίσως και άγχους. Σε ένα δημιουργικό επάγγελμα που κάθε φορά τα πράγματα ξαναγίνονται από την αρχή, η ίδια συναισθηματική διαδικασία επαναλαμβάνεται και αυτό είναι το γοητευτικό με την δημιουργικότητα. Παρόλα αυτά με τον καιρό, μαθαίνει κανείς να περιμένει αυτές τις συναισθηματικές διακυμάνσεις και να τις χαλιναγωγεί, αξιοποιώντας ‘τες δημιουργικά, απολαμβάνοντας και εκτιμώντας την κάθε στιγμή.
5. Τι συμβουλή θα δίνατε σε ένα έφηβο που θέλει μα ασχοληθεί με την τέχνη του θεάτρου αλλά φοβάται την κριτική και έχει άγχος;
Κατ’ αρχήν, το να φοβάται κανείς δεν συνάδει με το ιδεώδες μιας ανοιχτής και δημοκρατικής κοινωνίας στην οποία -τουλάχιστον προθετικά- καλούμαστε να συμμετάσχουμε. Φυσικά στην πράξη, το ταξίδι ανακάλυψης της θέσης του καθενός στο κοινωνικό δίκτυο, είναι ορισμένες φορές επίπονη. Μέσα από το θέατρο μπορεί κανείς, σε ασφαλές περιβάλλον (γιατί εν τέλει πρόκειται για μια παράσταση η οποία θα σκορπίσει στον άνεμο μετά το πέρας της) να δοκιμάσει κώδικες και συμπεριφορές, να γνωρίσει ανθρώπους και να τολμήσει να εμπιστευτεί, να συνεργαστεί, να επικοινωνήσει, να εκτεθεί. Μέσα από αυτό το τόλμημα, μπορεί κανείς να ανακαλύψει τον πλούτο που κρύβει μέσα του και να διακρίνει τί είναι χρήσιμο σε αυτόν και τους άλλους και τί όχι, μπαίνοντας έτσι σε μια διαδικασία ανοικοδόμησης της προσωπικότητας του. Τελικά ο άνθρωπός, αγωνίζεται και εξασκείται προκειμένου να διαμορφώσει την προσωπικότητα που θέλει με τον ίδιο τρόπο που ο ηθοποιός αγωνίζεται να διαπλάσει τον ρόλο του. Η κριτική δεν πρέπει να φοβίζει κανέναν, καθώς αποτελεί έναν τρόπο να βελτιωθεί κανείς ή να αποκρύψει κάποιος άλλος την αδυναμία του να δράσει. Ως προς το άγχος, ας θυμηθούμε πως η ζωή είναι γεμάτη τραγικά συμβάντα, αλλά και πως πάντα συνεχίζεται, συνεπώς το άγχος ας μην είναι παραλυτικό μα παρακινητικό για δράση και δημιουργικότητα. Η δράση είναι ο πυρήνας του θεάτρου, συνεπώς, αν κάποιος νιώθει αυτά τα συναισθήματα, ας χαλαρώσει! Βρίσκεται στον σωστό χώρο!
6. Ένα από τα χαρακτηριστικά των εφήβων είναι ότι βαριούνται εύκολα. Πόσο εύκολο είναι να κερδίσεις το ενδιαφέρον και την προσοχή τους; Υπάρχουν κάποιοι «θεατρικοί κώδικες» που έχετε διαπιστώσει ότι λειτουργούν;
Πράγματι και είναι δικαιολογημένο, κυρίως από το γεγονός του ότι μεγαλώνουν σε έναν κόσμο με ραγδαίες ταχύτητες, διασυνδεδεμένο και οπτικοακουστικό. Παρόλα αυτά, το μέσο του θεάτρου, εξελίσσεται και ενσωματώνει μέσα του όλες τις πολιτισμικές και τεχνολογικές αλλαγές της εποχής. Μέσα από παραδοσιακά και σύγχρονα εργαλεία, η μαγεία του θεάτρου είναι ικανή να συγκινήσει ανθρώπους κάθε ηλικίας, κυρίως μέσα από την συνάντηση και την συνεργασία. Ασφαλώς, όταν μιλάμε ειδικά για την ηλικιακή κατηγορία των εφήβων, θεωρώ ότι το χιούμορ, η σύγχρονη γλώσσα αλλά κυρίως ο σύγχρονος προβληματισμός στο θέατρο (θέματα που τους αφορούν στο τώρα ή στο αύριο) είναι ικανά όχι μόνο να απασχολήσουν αλλά και να αποτελέσουν επένδυση για την προσοχή τους.
7. Ποια θεωρείτε ότι είναι τα σημαντικότερα προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι σημερινοί έφηβοι στην Ελλάδα; Μπορεί το θέατρο να βοηθήσει στην επίλυση κάποιων από αυτά;
Προβλήματα υπήρχαν πάντοτε και θα υπάρχουν, αποτελεί μέρος της φύσης της υλικής υπόστασής μας. Ένα από τα κύρια προβλήματα που έχουν οι έφηβοι κατά την εκτίμησή μου, είναι η έλλειψη επικοινωνίας, η ηττοπάθεια και η έλλειψη νοήματος. Για όλα αυτά και για κάθε πρόβλημα, βρίσκω πως σε μεγάλο βαθμό η λύση βρίσκεται στον πλησίον, στον συνάνθρωπο, στον διπλανό, στον άλλον. Στο πώς το «εγώ» μπορεί να μεταμορφωθεί και να συνεργαστεί με τον άλλο. Το θέατρο, είναι κατ’ εξοχήν η τέχνη της συνάντησης, του διαλόγου και του άλλου και για αυτό θαρρώ πως μπορεί να αποτελεί λύση για την επανεύρεση του «ανθρώπινου» στοιχείου στις σχέσεις όλων μας.
Σχετικά με το έργο «Vox Unius, Vox Nullius ή Οι Εχθροί του Λαού»:
8. Τι διαπραγματεύεται;
Το έτος 2084, η εναπομείνουσα ανθρωπότητα κατοικεί σε υπόγειες αυτοματοποιημένες αποικίες. Ένας εντεταλμένος ερευνητής της Μεγάλης Μητέρας του συστήματος – μια τεχνητή νοημοσύνη-, επιστρέφει από την εμπόλεμη και μολυσμένη επιφάνεια στην Αποικία με αριθμό 777 με την ελπίδα ότι θα ανατρέψει τα δεδομένα σχετικά με την χρήση της Θεραπείας που χρησιμοποιούν όλοι οι τρόφιμοι για να παραμένουν αιώνια νέοι και υγιείς. Όμως την ανακάλυψή του δεν θα χαιρετίσουν με συμπάθεια οι επόπτες, οι ιππότες αλλά και οι ίδιοι οι συντοπίτες του. Στην προσπάθειά του να αντισταθεί θα δει την φωνή του να εκμηδενίζεται και τις ανακαλύψεις του να επισκιάζονται από τα σκοτεινά μυστικά της Καλλίπολις. Πρόκειται για ένα πολιτικό δράμα επιστημονικής φαντασίας, που πραγματεύεται τον τρόπο με τον οποίο οι άνθρωποι λαμβάνουν αποφάσεις, την χρήση της τεχνολογίας στις ανθρώπινες κοινωνίες, ζητήματα ευγονικής και εν τέλει το ίδιο το θέμα της ελεύθερης βούλησης του ανθρώπου. Σε ένα μετά-αποκαλυπτικό τοπίο ξεδιπλώνονται διαχρονικού και νέοι προβληματισμοί, εξίσου, και ταυτόχρονα μία ή περισσότερες ιστορίες αγάπης.
9. Πώς σας ήρθε η έμπνευση να γράψατε και να σκηνοθετήσετε ένα έργο που θίγει τέτοια θέματα;
Το πρωτότυπο αυτό έργο αντλεί έμπνευση από την συγκυρία της πανδημίας, την έκρηξη νέων τεχνολογιών γενετικής αλλά και την θεολογία, ενώ ταυτόχρονα συνομιλεί με το «1984» του Τζώρτζ Όργουελ και το αριστούργημα του Ερρίκου Ίψεν «Ο Εχθρός του Λαού», την Πολιτεία του Πλάτωνα και άλλα κλασσικά έργα. Εγείρονται θέματα Βιοηθικής, Τεχνητής Νοημοσύνης, Δημοκρατίας, Ιδιωτικότητας και εν τέλει πίστης στο ανθρώπινο πνεύμα, θέματα που άπτονται της σύγχρονης πραγματικότητας όσο ποτέ άλλοτε. Πέραν αυτών το εμπνεύστηκα το έργο από δύο άλλες πηγές, μία ελάσσονα και μία μείζονα. Η ελάσσονα είναι το μεταποκαλυπτικό δραματουργικό σύμπαν που έχω δημιουργήσει και η μείζονα είναι οι έφηβοι – μέλη της θεατρικής ομάδας «The Path», οι οποίοι αποτέλεσαν τα μοντέλα (τόσο ως χαρακτήρες, όσο και ως προβληματισμοί) για την συγγραφή του έργου. Θα ήταν ασφαλές να πώ, ότι το έργο γράφτηκε για τον καθέναν από αυτούς, αποκλειστικά σχεδόν.
- 10. Ποια ήταν τα συναισθήματα που δημιουργήθηκαν κατά την διάρκεια της συγγραφής του έργου;
Σίγουρα η έξαψη της δημιουργικότητας, το δέος ότι γράφεις κάτι που σε ξεπερνά ως άνθρωπο, τα συναισθήματα όλων των ηρώων και όλων των οπτικών γωνιών. Η συνειδητοποίηση ότι όλοι οι χαρακτήρες στο έργο αυτό αποτελούν από πλευράς άλλων ηρώων, «εχθρούς του λαού», που σε κάνει να νιώθεις την ένταση της δυσκολίας του να υποστηρίξει κανείς την μία ή την άλλη πλευρά. Τελικά η αγάπη του ότι αυτό το έργο θα ενσαρκώσουν οι άνθρωποι από τους οποίοπυς το εμπνεύστηκες και θα το προσφέρουν στους ανθρώπους που αγαπούν.
11. Ποια ήταν τα συναισθήματα που βιώσατε ως σκηνοθέτης αλλά και ως ομάδα κατά την διάρκεια των μαθημάτων κι των προβών;
Πρόκειται για μια περιπέτεια πραγματικά πρωτόγνωρη. Η εντατικότατα με την οποία δουλέψαμε με την ομάδα “The Path», οι τεχνικές που χρησιμοποιήσαμε, το μεράκι και ο χρόνος που επενδύσαμε στην δημιουργία του έργου, προσεγγίζει την εργαστηριακή θεατρική δουλειά των σκηνοθετών του προηγούμενου αιώνα. Διανύσαμε πολλά χιλιόμετρα μαζί με τα παιδιά και σε πολλές περιπτώσεις σταθήκαμε σαν μια μικρή οικογένεια ο νένας για τον άλλον. Στηρίξαμε ό ένας τον άλλον όποτε το είχε ανάγκη, γελάσαμε και αστειευτήκαμε, χαρήκαμε με τις χαρές του. Θεωρώ, πως με την ομάδα αυτήν καταφέραμε μια υπέρβαση. Δημιουργήσαμε με ελάχιστη στήριξη μια υπερπαραγωγή, εφάμιλλη τουλάχιστον των παραγωγών του ελευθέρου θεάτρου, ενώ γίναμε καλύτεροι άνθρωποι μέσα από τον αγώνα μας να φέρουμε εις πέρας το εγχείρημα και μέσα από την υποστήριξη ο ένας του άλλου. Αυτή, δε, η προσπάθειά μας, είχαμε την τύχη να συγκινήσει και άλλους καλλιτέχνες που προσέφεραν στον σκοπό μας αφιλοκερδώς: ο μεγαλειώδης Κωνσταντίνος Γκαρίπης που συνέθεσε πρωτότυπη μουσική για το έργο, ο δεξιοτέχνης Κωνσταντίνος Νικολακάκης, γλύπτης, που κατασκεύασε το σκηνικό του έργου και οι αξεπέραστες Ζωή Αλκυονίς και Πετρή Καραδημητρίου που κατασκεύασαν τα κοστούμια του έργου μας. Είμαι πραγματικά περήφανος και συγκινημένος που γνώρισα τα παιδιά και τολμήσαμε, ως ομάδα, να αναλάβουμε την πρόκληση της παράστασης ενός τέτοιου έργου, αιχμηρού θεματικά και απαιτητικού καλλιτεχνικά και τεχνικά, με ίδιες δυνάμεις.