Η Αλλαγή

Δέκα Ιουλίου. Για πολλούς μία τυχαία ημέρα. Βρέχει. Η Μαρία βρίσκεται στο εξοχικό της στην Ρόδο όπου έχει πάει για κάποιες εβδομάδες. Τετραώροφο σπίτι με εσωτερική πισίνα, γυμναστήριο, ένα τεράστιο καθιστικό, μία κουζίνα εξοπλισμένη με εργαλεία τελευταίας τεχνολογίας και πολλά άλλα. Ανοίγει την τηλεόραση και πετυχαίνει τις ειδήσεις. Όσο ο δημοσιογράφος εκφωνεί τα νέα εκείνη έχει καρφώσει τα μάτια της στο κάτω μέρος της οθόνης. Εκεί αναφέρονται ονομαστικά κάποια νέα, η ώρα με ακρίβεια δευτερολέπτου, ο καιρός και η ημερομηνία. Ξαφνικά η οθόνη της τηλεόρασης μαυρίζει όμως η Μαρία έχει συγκρατήσει κάτι. Στην τηλεόραση εκεί που γράφονται η ημερομηνία έλεγε δέκα Ιουλίου του 1999.

Η Μαρία τότε συνειδητοποιεί ότι σε λιγότερο από έξι μήνες όλη η ανθρωπότητα δεν θα έχει μόνο άλλη εκατονταετία αλλά και χιλιετία. Έτσι σκαρφίζεται μία ιδέα. Πηγαίνει στο χώρο βιβλιοθήκη του σπιτιού και αρχίζει να ψάχνει τι έχει γίνει από το 1000 ως το 1999. Σχεδόν χίλια χρόνια δεν τα λες και λίγα. Πόσο εξελίχθηκε ο άνθρωπος; Τι ανακαλύφθηκε; Ποια σημαντικά γεγονότα έγιναν; Όλες αυτές οι απορίες γεννιούνται στο μυαλό της. Ευτυχώς έχει στο πίσω μέρος του μυαλού της ότι μέσα στη βιβλιοθήκη τους θα βρει όλες αυτές τις απαντήσεις που ψάχνει. Παράλληλα η βροχή αρχίζει να δυναμώνει.

Η Μαρία κατεβαίνει τις σκάλες πηγαίνει στην κουζίνα και φτιάχνει ένα χαμομήλι βιολογικό από την Ρόδο για να της κάνει συντροφιά. Έτσι κι αλλιώς ο άνδρας της λείπει επειδή είναι ναυτικός και αυτή η περίοδος είναι μία από τις πιο τουριστικές και άνθρωποι σαν και εκείνον είναι αναγκαίοι. Αυτή την εβδομάδα ο Κωνσταντίνος βρίσκεται σε ένα πλοίο με χιλιάδες επιβάτες να ταξιδεύουν το οποίο είναι κρουαζιερόπλοιο. Η κρουαζιέρα αυτής της εβδομάδας περιλαμβάνει όλη την Μεσόγειο. Κύπρο, Κρήτη, Σικελία, Σαρδηνία, Κορσική, Κανάρια νησιά και άλλα. Η Μαρία όμως έχει ξαναπάει πολλές φορές αυτήν τη κρουαζιέρα και μιας, που είχε σημαντικότερα πράγματα να κάνει στην Ρόδο προτίμησε να μείνει εκεί.

Τέλος πάντων. Το νερό έχει βράσει. Η Μαρία έχει διαλέξει από πριν μία κούπα με κάτι μύλους, κάποιους ανθρώπους με παραδοσιακές στολές μιας χώρας και τυριά. Η κούπα είναι από την Ολλανδία την είχαν αγοράσει τον περασμένο χειμώνα όπου είχαν πάει στο Άμστερνταμ με τον Κωνσταντίνο τον σύζυγό της. Η Μαρία ανεβαίνει προσεκτικά τις σκάλες και μπαίνει στην βιβλιοθήκη. Αφού έχει περάσει κάποια ώρα και έχει βρει κάποιες επαναστάσεις, ανακαλύψεις, πανδημίες και σπάνια και άλλα σημαντικά γεγονότα αποφασίζει να τα καταγράψει σε ένα έγγραφο ώστε να έχει συγκεντρωμένα και μαζεμένα. Αλλά είχε ένα πρόβλημα. Δεν μπορούσε να ανοίξει τον υπολογιστή αφού δεν είχε ρεύμα.

Ήταν πιάνει αναπόφευκτο. Έπρεπε να κατέβει στο υπόγειο να δει τι πρόβλημα υπήρχε με την γεννήτρια. Μόνο που εκείνη φοβόταν από την ιδέα ακόμη. Τι να κάνει όμως μιας που δεν είχε άλλη επιλογή κρατούσε τον φακό γερά και σταθερά και άρχισε να κατεβαίνει. Όταν πια πλησίαζε στην αποθήκη άρχισε να ακούγεται ένας θόρυβος ο οποίος αυξάνονταν. Ανοίγει την πόρτα με μεγάλο φόβο και βλέπει την γεννήτρια που προσπαθεί να δουλέψει εδώ και πολύ ώρα. Τότε καταλαβαίνει ότι δεν είχε ακούσει κάτι επειδή ήταν μακριά. Η μηχανή δεν είχε κάποια σοβαρή βλάβη απλά είχε σκαλώσει ένα σκουπόξυλο που εμπόδιζε την παραγωγή ρεύματος. Το έβγαλε και τα φώτα που ήταν ανοιχτά και οι ηλεκτρονικές συσκευές άνοιξαν.

Ενθουσιασμένη άρχισε να πηγαίνει τρέχοντας στην βιβλιοθήκη για να αρχίσει το γράψιμο. Ανάβει τον υπολογιστή δημιουργεί νέο αρχείο. Ως τίτλο βάζει 1000 – 1999. Ψάχνει πληροφορίες στο διαδίκτυο και σε συνδυασμό με αυτά που είχε από πριν διαβάσει φτιάχνει ένα έγγραφο με είκοσι σελίδες. Περιλαμβάνει χρονικές αναδρομές, ιστορικές πηγές, εικόνες, φωτογραφίες, πληροφορίες, συνεντεύξεις και οικοδομή μία υπερπλήρη παρουσίαση. Ικανοποιημένη και περήφανη για τον εαυτό της τηλεφωνεί σε μία φίλη της. Ταυτόχρονα η βροχή κοπάζει και ξεπροβάλει ένα ουράνιο τόξο.

Η Άννα σηκώνει το τηλέφωνο. Αφού μιλούν για κανένα τέταρτο και η μία λέει τα νέα της στην άλλη η Μαρία προτείνει στην Άννα αφού έχει τώρα ήλιο να αδράξουν την ευκαιρία και να συναντηθούνε στην παραλία για μπάνιο. Η Άννα είναι θετική στην ιδέα και κανονίζουν σε μισή ώρα να βρεθούν. Η Μαρία πηγαίνει στο κλιμακοστάσιο αλλάζει και πηγαίνει στην παραλία. Εκεί συναντά την Άννα στην οποία αφηγείται με λεπτομέρεια την αναλαμπή που της ήρθε στα ξαφνικά και τι έκανε πριν. Η Άννα εντυπωσιάζεται με όσα είχε σκεφτεί και ζητάει από την φίλη της, να της στείλει το αρχείο για να το μελετήσει. Η Μαρία είναι σύμφωνη και προτείνει να πάνε για μία βουτιά.

Η θάλασσα είναι λάδι και το νερό ζεστό. Αυτή η βουτιά είναι ότι χρειάζονταν οι δύο φίλες μετά από αυτήν την πολύπλοκη μέρα.

Φουντουκίδου Ελπίδα

Κάντε το πρώτο σχόλιο

Υποβολή απάντησης