Η ζωή στο Βυζάντιο…

    Η ζωή των κατοίκων της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας έχει τις ρίζες της στην ελληνιστική περίοδο. Γνωρίζουμε αρκετά για την υψηλή κοινωνία, αλλά όχι και για τις κατώτερες τάξεις. Αναμφισβήτητο είναι ότι το Βυζάντιο έδωσε τα φώτα του πολιτισμού και της επιστήμης σ’ όλο τον κόσμο. Ας γνωρίσουμε, όμως, και κάποιες συνήθειες και έθιμα που συνδέονται με την καθημερινή ζωή των Βυζαντινών.

    Η γέννηση ενός παιδιού και ιδίως αγοριού ήταν επιδίωξη όλων των οικογενειών. Το βρέφος, αφού το έλουζαν και το τύλιγαν σε φασκιές, το έβαζαν σε λίκνο και καλούσαν τον αστρολόγο για να συντάξει το ωροσκόπιο του ( θεμάτιον ). Η πρώτη τροφή του νεογέννητου ήταν μέλι και γάλα.

    Το επώνυμο δεν υπήρχε, όπως σήμερα, αλλά, συνεχίζοντας την ελληνιστική παράδοση, χρησιμοποιούσαν ως επώνυμο το όνομα του πατέρα ή του παππού σε πτώση γενική, στο οποίο δόθηκε στη συνέχεια η κατάληξη –πούλος. Αργότερα καθιερώθηκαν επώνυμα ανάλογα με το επάγγελμα, την καταγωγή, την σωματική διάπλαση ακόμα και τα ελαττώματα του ατόμου.

    Όσον αφορά τον αρραβώνα τον γάμο και το διαζύγιο ίσχυαν τα ακόλουθα στο Βυζάντιο.

    Όταν η βυζαντινή κόρη συμπλήρωνε τα 12 χρόνια οι γονείς δια μέσου συγγενικών και φιλικών προσώπων, των προξενητών αναζητούσαν ως σύζυγο κάποιο νέο που να είχε συμπληρώσει τα 14 χρόνια. Ο αρραβώνας, που η διάρκεια του δεν υπερέβαινε τα δύο χρόνια ήταν ένα πολύ σημαντικό γεγονός, με επισημότητα σχεδόν θρησκευτική και επικύρωση με γραπτό συμβόλαιο. Τη νύφη οδηγούσε ο μελλόνυμφος στην εκκλησία, αφού την παραλάμβανε από την πατρική εστία. Μετά την τελετή ακολουθούσε επίσημο δείπνο.

    Υπήρχαν όμως και τα διαζύγια. Η νομοθεσία του κράτους, παρά την αντίθετη άποψη της Εκκλησίας, αναγνώριζε το δικαίωμα διαζυγίου, όταν το επιθυμούσαν και τα δύο μέρη. Τον δεύτερο γάμο αποδοκίμαζε η Εκκλησία, αλλά δεν τον απαγόρευε η πολιτεία. Ο τρίτος γάμος προκαλούσε κυρώσεις, ενώ ο τέταρτος τον αφορισμό της Εκκλησίας.

    Το 331 ο Μέγας Κωνσταντίνος εξέδωσε ένα νόμο περί διαζυγίου, σύμφωνα με τον οποίο, όταν μία γυναίκα έστελνε αναγγελία διαζυγίου θα έπρεπε να ερευνώνται μόνο οι ακόλουθες κατηγορίες: υπάρχουν αποδείξεις ότι αυτός είναι φονιάς, μάγος ή τυμβωρύχος; Αν ναι, τότε αυτή η γυναίκα θα έπρεπε να επαινείται και να ανακτά όλη την προίκα της. Αν όμως έστελνε αναγγελία διαζυγίου για λόγους ανεξάρτητους από αυτές τις τρεις κατηγορίες, θα έπρεπε να αφήσει ακόμα και την τελευταία φουρκέτα στο σπίτι του συζύγου της και να εκτοπιστεί σε κάποιο νησί για τη μεγάλη της έπαρση. Αν έστελνε αναγγελία διαζυγίου ο άντρας, θα έπρεπε να ερευνηθεί μήπως επιθυμεί να αποκηρύξουν μία μοιχαλίδα μάγισσα ή μαστροπό. Αν κάποιος άντρας έδιωχνε τη σύζυγό του η οποία δεν είχε αποδεδειγμένα σχέση με αυτές τις κατηγορίες, θα έπρεπε να της επιστρέψει όλη την προίκα και ο ίδιος να μην ξαναπαντρευτεί. Αν πράγματι έπραττε κάτι τέτοιο, επιτρεπόταν στην τέως σύζυγο να εισέλθει στο σπίτι του και να μεταβιβάσει στον εαυτό της όλη την προίκα της δεύτερης συζύγου, ως αποζημίωση για τη ζημιά που υπέστη.

    Όλες αυτές οι συνήθειες εκφράζουν την κοινωνία που τις γέννησε και συνάδουν με τα ήθη και τις πεποιθήσεις των κατοίκων της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας.

Πηγές

Ιστορία Αρχαία και Μεσαιωνική, Α” τάξη Α” κύκλου ΤΕΕ, Αθήνα 2000

G. Clarck, Οι γυναίκες στην όψιμη αρχαιότητα

 

Σοφία Μιμή

Κάντε το πρώτο σχόλιο

Υποβολή απάντησης