Ο Αθανάσιος Ψαλίδας γεννήθηκε το 1767 στα Ιωάννινα ήταν γιος του Πέτρου Ψαλίδα, εμπόρου που δούλευε στη Βλαχια και τη Ρωσια και της Ελισάβετ από κοντινή, ορεινή περιοχή του Ζαγοριου. Είχε τουλάχιστον δύο ακόμα αδέρφια.Ο Αθανάσιος Ψαλίδας υπήρξε λόγιος, συγγραφέας και διδάσκαλος, από τις σημαντικότερες μορφές του Νεοελληνικού Διαφωτισμού. Εργάστηκε με πάθος για τη διαφώτιση και τη συνειδητοποίηση ταυτότητας των υπόδουλων Ελλήνων ενώ αφού ξέσπασε η Επανάσταση του 1821 στρατολόγησε και εξόπλισε με δικές του δαπάνες Σουλιώτες και Χιμαριώτες πρόσφυγες και τους προώθησε στην επαναστατημένη Ελλάδα.Το 1793 συνελήφθη ανακρίθηκε ως ύποπτος φιλελεύθερων και φιλογαλλικών απόψεων από την αυστριακή αστυνομία. Ο ίδιος απόκρουσε τις κατηγορίες κι αφέθηκε ελεύθερος.Την εποχή που δίδαξε στα Ιωάννινα υπήρξε ένας από τους σημαντικότερους παράγοντες της πόλης. Πολυπράγμων και πληθωρικός, συμμετείχε σε δημογεροντίες, ως αιρετοκριτής (ένορκος) σε τοπικά δικαστήρια, και ακόμη, επειδή ήξερε ξένες γλώσσες, ο ίδιος ο Αλή Πασάς τον εμπιστευόταν ως διπλωμάτη και τον έστελνε σε διπλωματικές αποστολές στην Ευρώπη εκ μέρους του. Χαρακτηρίζονταν από κάποιους «αρχιδιδάσκαλος των Ιωαννίνων». Επίσης υποδεχόταν επισήμους κι έτσι γνώρισε τον Άγγλο ποιητή και φιλέλληνα λόρδο Βύρωνα, τον Γάλλο περιηγητή Φρανσουά Πουκεβίλ και τον Άγγλο γιατρό Χένρι Χόλλαντ.Όταν ξέσπασε η ένοπλη σύγκρουση του Αλή πασά και του Οθωμανού σουλτάνου το 1820 εγκατέλειψε τον πασά, εκμεταλλεύτηκε όσο ήταν δυνατόν τη ρήξη του με την Υψηλή Πύλη για την προώθησή των σκοπών της Φιλικής Εταιρείας και κατέφυγε για να προστατευτεί στο χωριό της μητέρας του στο ορεινό Ζαγόρι.Τους τελευταίους μήνες της ζωής του υπηρέτησε ως διευθυντής του Ελληνικού Λυκείου της Λευκάδας, όπου και πέθανε λίγο αργότερα, στις 20 Ιουλίου 1829 σε ηλικία 62 ετών.
ΓΕΩΡΓΙΑ ΜΠΑΛΩΜΕΝΟΥ
Θεόκλητος Φαρμακίδης
Εκπρόσωπος του Νεοελληνικού Διαφωτισμού. Μέλος της Φιλικής Εταιρείας.
Ο Διδάσκαλος του Γένους, κορυφαίος Έλληνας διαφωτιστής και αγωνιστής της Ελληνικής Επαναστάσεως, Θεόκλητος Φαρμακίδης (κατά κόσμο Θεόφραστος Φαρμακίδης) γεννήθηκε στη Νίκαια της Λάρισας στις 27 Ιανουαρίου 1784, όπου μορφώθηκε και χειροτονήθηκε διάκονος με το όνομα Θεόκλητος. Φοίτησε στη Μεγάλη του Γένους Σχολή (1804-1806), στη Σχολή των Κυδωνιών (1806-1811) και στην Ακαδημία του Ιασίου, όπου παρέμεινε για κάποιο διάστημα και χειροτονήθηκε πρεσβύτερος. Τότε διορίστηκε εφημέριος στον ναό του Αγίου Γεωργίου στη Βιέννη, όπου παρέμεινε από το 1811 έως το 1817 και συμπλήρωσε τη μόρφωσή του, μαθαίνοντας Λατινικά, Γαλλικά και Γερμανικά. Εκεί γνωρίστηκε και με τον Απόστολο Αρσάκη, του οποίου όμως δεν συμμεριζόταν την άποψη περί αρχαϊστικής γλώσσας. Από το 1816 μέχρι το 1818, μαζί με τον Κωνσταντίνο Κοκκινάκη, συνέχισε την έκδοση της εφημερίδας «Λόγιος Ερμής», η οποία στήριζε τις γλωσσικές απόψεις του Κοραή. Την ίδια εποχή ο Φαρμακίδης έγινε μέλος της Φιλικής Εταιρείας. Από το 1819 έως το 1821 σπούδασε Θεολογία στο πανεπιστήμιο του Γκαίτινγκεν στη Γερμανία, αφού ο φιλέλληνας λόρδος Γκίλφορντ του εξασφάλισε τις δαπάνες των σπουδών του. Τον Μάιο του 1821 ήρθε στην ηπειρωτική Ελλάδα, για να αγωνιστεί μαζί με τα αδέλφια του και από εκεί πήγε στις Σπέτσες και στη συνέχεια στο στρατόπεδο των Βερβένων, όπου εντάχθηκε στο επιτελείο του πρίγκιπα Δ. Υψηλάντη.
Ήταν ο εκδότης της πρώτης ελληνικής εφημερίδας στα έως τότε απελευθερωμένα εδάφη «Ελληνική Σάλπιγξ». Στο πρώτο της φύλλο η εφημερίδα δημοσίευσε την Προκήρυξη της 24ης Φεβρουαρίου 1821 του Αλέξανδρου Υψηλάντη, την οποία είχε απευθύνει από το Ιάσιο για την επανάσταση στη Μολδοβλαχία. Στο δεύτερο φύλλο της φιλοξένησε την έκκληση του Υψηλάντη στους κατοίκους της Λειβαδιάς, με την οποία τους ζητούσε να βρίσκονται σε πολεμική εγρήγορση και ομόνοια, αλλά και να μην κακοποιούν άοπλους Τούρκους. Στο τρίτο φύλλο της εφημερίδας, το οποίο ήταν και το τελευταίο, καταχωρίστηκε έκκληση του Πετρόμπεη Μαυρομιχάλη και της Μεσσηνιακής Συγκλήτου, με την οποία έκαναν γνωστό στους Ευρωπαίους ότι οι Έλληνες ξεσηκώθηκαν για την ελευθερία τους. Η κυκλοφορία της εφημερίδας διακόπηκε, καθώς όπως είπε ο Φαρμακίδης, «δεν ενέδωσα εις το δεσποτικόν μέτρον της προεξετάσεως», δηλαδή της προληπτικής λογοκρισίας. Τα τρία φύλλα της εφημερίδας σώζονται και φυλάσσονται στη Βιβλιοθήκη της Βουλής των Ελλήνων.
Ο Φαρμακίδης εξελέγει πληρεξούσιος σε αρκετές εθνοσυνελεύσεις. Συμμετείχε ως μέλος στις δύο πρώτες Εθνοσυνελεύσεις και διορίστηκε μέλος του Αρείου Πάγου Ανατολικής Χέρσου Ελλάδος, έφορος της Παιδείας και της Ηθικής Ανατροφής των Παίδων και το διάστημα από το 1823 έως το 1825 δίδαξε στην Ιόνιο Ακαδημία της Κέρκυρας. Το 1825 διορίστηκε διευθυντής του Εθνικού Τυπογραφείου και αρχισυντάκτης της «Γενικής Εφημερίδος της Ελλάδος», της μετέπειτα «Εφημερίδος της Κυβερνήσεως».
Ήταν υποστηρικτής του αγγλικού κόμματος, κάτι που τον έφερε αντιμέτωπο με τον Καποδίστρια. Έγραψε μάλιστα επικριτική επιστολή εναντίον του, για την οποία δικάστηκε και φυλακίστηκε. Μετά την αποφυλάκισή του πήγε στην Ύδρα, όπου συντάχθηκε με την αντικαποδιστριακή παράταξη, ενώ μετά τη δολοφονία του Καποδίστρια διορίστηκε, στις 14 Απριλίου 1832, έφορος του Γενικού και Προκαταρκτικού Σχολείου στην Αίγινα. Επί Αντιβασιλείας ήταν σύμβουλος του Μάουρερ σε εκκλησιαστικά θέματα και εργάστηκε υπέρ του αυτοκέφαλου της Ελληνικής Εκκλησίας. Το 1833 διορίστηκε Γραμματέας της Ιεράς Συνόδου της Εκκλησίας του Βασιλείου της Ελλάδος. Διακρίθηκε για την αγάπη του προς τη μάθηση, την οξύτητα του πνεύματός του και την ελεύθερη σκέψη του, την οποία δεν θέλησε να περιορίσει ακόμα και όταν οι φιλελεύθερες ιδέες του τον έφεραν αντιμέτωπο με την Εκκλησία, που παρόλες τις υπηρεσίες που πρόσφερε σε αυτήν, τον απομόνωσε για μεγάλο χρονικό διάστημα.
Ήταν αφιλοχρήματος και διέθετε τα χρήματά του για τη θεραπεία των φτωχών. Διέθετε τα λίγα χρήματα που κρατούσε για τον εαυτό του για την αγορά βιβλίων. Όταν του προσφέρθηκε ο «Μεγαλόσταυρος του Σωτήρος», ως αναγνώριση των υπηρεσιών του στο έθνος, ο Φαρμακίδης αρνήθηκε να τον παραλάβει λέγοντας: «Εάν τι καλόν έπραξα, το εμόν καθήκον εξετέλεσα. Ικανή δε μοι έσεται αμοιβή η συνείδησις, ότι εξεπλήρωσα τούτο».
Ήταν ιδρυτικό μέλος της Φιλεκπαιδευτικής Εταιρείας (1836) και ένας από τους φίλους του Αποστόλου Αρσάκη οι οποίοι τον συμβούλευαν να βοηθήσει τη Φιλική Εταιρεία στο έργο της. Πέθανε φτωχός στην Αθήνα το 1860.
ΣΤΕΦΑΝΟΣ ΓΙΟΛΔΑΣΗΣ