Η Γεωργία Σκοπούλη*, με τα ώτα ευήκοα και το βλέμμα ευθύ, καταγράφει ατόφια τα βιώματα των ανθρώπων του μόχθου – σωματικού, ψυχικού και πνευματικού, μαρτυρίες που συνιστούν λαϊκές βιογραφίες και απομνημονεύματα από ζωές ανθρώπων, κυρίως στην Ήπειρο, που τους καθιστούν συνειδητούς αγωγούς άυλου πολιτισμού· πολιτισμού, που ξεπερνά το τοπικό, χάριν του ανθρώπινου και, τελικά, του πανανθρώπινου… Η ίδια, λαμβάνοντας υπόψη μια σειρά ερωτήσεων, γράφει για τους/τις μαθητές/τριές μας και τους/τις αναγνώστες/τριες του «Πρίσματος» στην υποφαινόμενη, Μ. Παραλίδου, την οπτική της πάνω στο τι έχει ωθήσει τη δημοσιογραφική και συγγραφική της πένα όλα αυτά τα χρόνια.
Αγάπη και σεβασμός στον εαυτό σας και στον άλλον, και μεράκι σε αυτό που κάνετε.
Αγαπητά παιδιά!
Εγώ που σας γράφω αυτά τα λόγια, από την Τρίτη του γυμνασίου ήθελα να γίνω δημοσιογράφος! Επηρεασμένη από πολλά βιβλία που διάβαζα, τα οποία αγόραζα όταν, μια φορά κάθε Σεπτέμβρη, γινόταν το παζάρι στα Γιάννενα. Ζούσα τότε στο κοντινό χωριό Πεδινή, όπου ζω και σήμερα. Μεταξύ των βιβλίων που διάβασα ήταν και το «Βιετνάμ» της Ιταλίδας δημοσιογράφου Οριάνας Φαλάτσι. Τότε γινόταν ο πόλεμος του Βιετνάμ,. Το είχε διαβάσει και ο πατέρας μου, αγρότης, ο οποίος είχε πάει μόνο δύο τάξεις στο γυμνάσιο. Με αποθάρρυνε, γιατί νόμιζε ότι όλοι οι δημοσιογράφοι πάνε και στους πολέμους!
Μετά ήθελα να γίνω γυμνάστρια, γιατί ήμουν αθλήτρια και πρωταθλήτρια στον ανώμαλο δρόμο των 800 μέτρων. Αλλά φαίνεται δεν ήμουν πολύ διαβαστερή και δεν πέρασα στις εξετάσεις. Όμως ήθελα κάτι να κάνω, κάτι να προσφέρω στην κοινωνία. Αλλά ήθελα και να φύγω, να πάω στην Αθήνα. Οι γονείς μου δεν μου έφεραν καμία αντίρρηση.
Τελείωσα την Σχολή Βοηθών Ιατρικών Επαγγελμάτων (ΣΒΙΕ) στην Αθήνα, κι έγινα Τεχνολόγος Ιατρικών Εργαστηρίων. Εργάστηκα 24 χρόνια σε νοσοκομεία της Αθήνας και των Ιωαννίνων. Επέστρεψα μετά 13 χρόνια στα Γιάννενα, το 1982, με σύζυγο και δύο παιδιά. Και από το 1983 άρχισα να γράφω στις εφημερίδες της πόλης μου, κι εξακολουθώ μέχρι σήμερα.
Δεν θεωρώ τον εαυτό μου δημοσιογράφο παρότι γράφω στις εφημερίδες σαράντα χρόνια, και παρότι τελείωσα και μια σχολή δημοσιογραφίας στα τότε Κέντρα Ελευθέρων Σπουδών (οι πανεπιστημιακές σχολές δημοσιογραφίας έγιναν πολύ αργότερα), όπου χρειάστηκε να διαβάσω αρκετά βιβλία και να μάθω αρκετά σχετικά με την δημοσιογραφία. Που για μένα ήταν χόμπι και όχι επάγγελμα.
Όμως υπάρχει και κάτι άλλο, εκτός από τις γνώσεις. Είναι η αγάπη γι” αυτό το επάγγελμα, όπως και για κάθε επάγγελμα, είναι το μεράκι, το ήθος, είναι το θάρρος, η φαντασία, ο σεβασμός στους ανθρώπους και ο τρόπος με τον οποίον θα πλησιάσεις τα γεγονότα και τον άνθρωπο. Δεν ξανοίγονται εύκολα οι άνθρωποι σε έναν άγνωστο, δεν ανοίγουν την ψυχή τους αν δεν σιγουρευτούν ότι έχουν απέναντί τους κάποιον καλοπροαίρετο που δεν θα «εκμεταλλευτεί» αυτά που θα του πουν. Και το βλέπεις αυτό καθώς ξεκινάει η κουβέντα σιγά-σιγά και ζεσταίνεται, και σε εμπιστεύονται όλο και πιο πολύ, και πιο πολύ, και στο τέλος γίνονται και φίλοι!
Είναι και η υπομονή και η επιμονή σε αυτό που θέλετε να κάνετε και η απαίτηση και η διεκδίκηση αυτών που δικαιούστε σε αυτή την κοινωνία. Γιατί δικαιούστε πολλά, πάρα πολλά, γιατί εσείς είστε η συνέχειά μας, εσείς είστε το μέλλον της χώρας μας!
Όλοι οι άνθρωποι έχουν κάτι να πουν!
Σας τα λέω όλα αυτά, αγαπητά παιδιά, που πολλά από σας έτυχε να γνωρίσω στις 17 του Γενάρη 2024 στο σχολείο σας, γιατί και τα εφτά βιβλία μου δεν τα έγραψα εγώ, αλλά άνθρωποι που συνομίλησα μαζί τους και μου άνοιξαν την ψυχή τους.
Έκανα και κάνω κάτι που με ευχαριστεί. Δίνω φωνή σε ανθρώπους που διαφορετικά δεν θα μιλούσαν ποτέ, δεν δημοσιεύονταν ποτέ η δική τους άποψη, ή δική τους ιστορία. Δίνω φωνή σε καθημερινούς ανθρώπους, αλλά και σε πιο γνωστούς στην κοινωνία μας. Αγρότες, αγρότισσες, συγγραφείς, επιστήμονες, καλλιτέχνες…
Η εμπειρία μου έχει δείξει ότι όλοι οι άνθρωποι «έχουν κάτι να πουν». Κι ο καθένας αφήνει το δικό του αποτύπωμα μέσα στην κοινωνία. Διηγείται τη δική του ιστορία, που είναι και κομμάτι της ιστορίας του τόπου που ζει, την αληθινή ιστορία.
Κι έμαθα πολλά από αυτούς τους ανθρώπους, οι οποίοι έχουν επηρεάσει και την δική μου αντίληψη για την ζωή. Και τους ευχαριστώ πολύ γι” αυτό, αλλά και γιατί με εμπιστεύτηκαν και μου άνοιξαν την ψυχή τους!
Ευχαριστώ κι εσάς και τους δασκάλους σας που μου κάνατε την τιμή να συμπεριλάβετε στο περιοδικό σας και τη… δική μου φωνή!
Η κ. Γεωργία Σκοπούλη γεννήθηκε στην Πεδινή Ιωαννίνων το 1950, έζησε στην Αθήνα από το 1968, επέστρεψε το 1982. Ξεκίνησε να γράφει σε εφημερίδες των Ιωαννίνων το 1983. Συνεργάστηκε με την «Ελευθερία» (1983-1986), τον «Ηπειρωτικό Αγώνα» (1986-2000), τους «Νέους Αγώνες» (2000-2003) και τον «Ηπειρωτικό Αγώνα» (2003 μέχρι σήμερα). Ασχολήθηκε με ρεπορτάζ, έρευνες και συνεντεύξεις στο χώρο της Υγείας, της Παιδείας και του Πολιτισμού. Έχει γράψει επτά βιβλία: «Μα, πρέπει να έχεις κάτι να πεις», «Αυτές που γίναν ένα με τη γη», «Ο Γιατρός», «Στ” Απόσκια της Ιστορίας», «Αυτές που ζήσανε σε δύο κόσμους», «Περπατήσαμε μαζί το δικό του βουνό», «Εμείς που χωρίσαμε» gskopuli.blogspot.com/.
Χρησιμοποιούμε cookies για να σας προσφέρουμε την καλύτερη δυνατή εμπειρία στη σελίδα μας. Εάν συνεχίσετε να χρησιμοποιείτε τη σελίδα, θα υποθέσουμε πως είστε ικανοποιημένοι με αυτό.Εντάξει