Ο πόλεμος του Βιετνάμ ήταν ίσως η μεγαλύτερη ένοπλη σύγκρουση μεταξύ Δύσης και Ανατολής κατά τη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου. Θεωρητικά η μάχη ήταν μεταξύ του Δημοκρατικού Στρατού του Βιετνάμ (Βόρειο Βιετνάμ) και της Δημοκρατίας του Βιετνάμ (Νότιο Βιετνάμ). Στην πραγματικότητα όμως ήταν ένας πόλεμος μέσω αντιπροσώπων μεταξύ των ΗΠΑ και της ΕΣΣΔ, ένας από τους πολλούς που έγιναν λόγω της απροθυμίας των υπερδυνάμεων να εμπλακούν σε απευθείας πόλεμο μεταξύ τους που ίσως θα κατέληγε σε πυρηνική καταστροφή. Αμερικανοί στρατιώτες είχαν ήδη εμπλακεί από το 1959, αλλά σε μεγάλους αριθμούς κατέφθασαν κατά το 1965.
Κατά τη διάρκεια του Β΄ ΠΠ το Βιετνάμ, όπως και ολόκληρη η χερσόνησος της Ινδοκίνας, καταλήφθηκε από τους Ιάπωνες, οι οποίοι την κατέστησαν βάση των επιχειρήσεών τους στη νοτιοανατολική Ασία. Παρά όμως την ιαπωνική κατοχή, την τοπική εξουσία συνέχισαν να ασκούν οι Γάλλοι, οι οποίοι διέθεταν εκεί στρατό 60.000 ανδρών. Το 1941 ο Χο Τσι Μιν ίδρυσε την «Ένωση για την Ανεξαρτησία του Βιετνάμ», η οποία υποστηριζόμενη από τους τότε συμμάχους Κινέζους και Αμερικανούς αγωνίστηκε κατά της γάλλο-ιαπωνικής κατοχής.Τον Μάρτιο του 1945 οι Ιάπωνες αφόπλισαν τα γαλλικά στρατεύματα και εκδίωξαν τους Γάλλους από την εξουσία. Με την ήττα και την παράδοση των Ιαπώνων, τον Αύγουστο του 1945, το βόρειο τμήμα του Βιετνάμ καταλήφθηκε από την Κίνα και το νότιο από βρετανικά στρατεύματα. Ο Χο Τσι Μιν με τους αντάρτες Βιετμίν, κατέλαβε το Ανόι (πρωτεύουσα του Β. Βιετνάμ) και στις 2 Σεπτεμβρίου ανακήρυξε την ανεξαρτησία του Βιετνάμ, το οποίο ονόμασε Λαϊκή Δημοκρατία. Οι Βρετανοί απελευθέρωσαν τους Γάλλους που κρατούνταν σε στρατόπεδα αιχμαλώτων και τους επανεξόπλισαν. Τα γαλλικά αυτά τμήματα, μαζί με άλλα που αποβιβάστηκαν στο νότιο Βιετνάμ και τη βοήθεια των Βρετανών επανέκτησαν τον έλεγχο της περιοχής.

Η αμερικανική πολιτική ηγεσία αναγκάστηκε να αλλάξει τη στρατηγική της. Στόχος τους τώρα ήταν η σταδιακή απεμπλοκή τους από το Βιετνάμ και η ταυτόχρονη ενίσχυση των νοτιοβιετναμικών δυνάμεων ώστε να αναλάβουν αυτοί τις ευθύνες του πολέμου. Μέχρι το τέλος του 1970 είχαν αποσυρθεί 122.000 Αμερικανοί στρατιώτες και όλα τα άλλα ξένα τμήματα. Μέχρι τον Αύγουστο του 1972 όλα τα μάχιμα αμερικανικά τμήματα είχαν εγκαταλείψει την Ινδοκίνα ενώ οι νοτιοβιετναμικές δυνάμεις έφθασαν να αριθμούν περισσότερους από 900.000 άνδρες. Στις 27 Ιανουαρίου 1973 ο υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ συνυπέγραψε με εκπρόσωπο της κυβέρνησης του Βορείου Βιετνάμ τη συμφωνία κατάπαυσης των εχθροπραξιών και την αποχώρηση όλων των αμερικανικών δυνάμεων εντός 60 ημερών. Η συμφωνία αυτή ισοδυναμούσε με συνθηκολόγηση και παρέδιδε το Νότιο Βιετνάμ στους Βιετκόνγκ.

