Η Μαρίνα Γουβιών
Η Μαρίνα των Γουβιών βρίσκεται στο νησί της Κέρκυρας και αποτελεί τη μεγαλύτερη μαρίνα της Αδριατικής θάλασσας, την πρώτη ιδιωτική μαρίνα της Ελλάδας καθώς και μία από τις είκοσι μία (21) του Ιονίου πελάγους. Συνιστά, όπως μας εξηγεί ο διευθυντής της κος Κωνσταντίνος Καραμπάτσος, αποκλειστικά χώρο ελλιμενισμού, διαθέτοντας 1235 θέσεις, εξυπηρέτησης σκαφών και πελατών, ενώ παρέχει και τεχνικές υπηρεσίες συντήρησης. Παράλληλα, φαίνεται ότι οι πελάτες προτιμούν τον χώρο και τις υπηρεσίες της λόγω της τοποθεσίας της καθώς απέχει 7km από τον διεθνή αερολιμένα, 6 km από την πόλη της Κέρκυρας και μικρή απόσταση από τον κεντρικό λιμένα. Συγχρόνως, τα μεγάλα της βάθη, που αγγίζουν τα 80 μέτρα σε ορισμένα σημεία, και οι διαστάσεις των θέσεων παραβολής διευκολύνουν την προσέλευση σκαφών. Μάλιστα, η γεωγραφική της θέση, οι παροχές, η φυσική ομορφιά, η ιστορία και τα πολιτισμικά στοιχεία του νησιού καθιστούν ακόμη πιο ελκυστική την άφιξη στην Κέρκυρα και συνάμα στη Μαρίνα Γουβιών.
Ποια η ιστορία της μαρίνας; Η έναρξη της κατασκευής της μαρίνας χρονολογείται το 1974 με πρωτοβουλία του ΕΟΤ, με την ανάπτυξή της να κορυφώνεται το 1996, ενώ και παλαιότερα αξιοποιούνταν ως λιμένας. Μάλιστα, η ενοικίαση του χώρου σε ιδιώτες σηματοδότησε μια νέα εποχή εκσυγχρονισμού και βελτιώσεων.
Ποια είναι η τωρινή έκταση της μαρίνας και ποιες οι μελλοντικές της βλέψεις; Η Μαρίνα Γουβιών είναι μία από τις μεγαλύτερες της Μεσογείου καθώς φιλοξενεί γύρω στα 1200 σκάφη στη θάλασσα και περίπου 500 στη στεριά. Υπάρχει πλάνο για την επέκταση των υποδομών της. Συγκεκριμένα στόχος θα είναι να φιλοξενεί 650 σκάφη στη στεριά και 1500 στη θάλασσα με την πρόσθεση πλωτών προβλητών που θα προφυλάσσουν το λιμάνι από καιρικές συνθήκες, με τις ανερχόμενες επενδύσεις να αγγίζουν τα επτά εκατομμύρια ευρώ.
Πως είναι οργανωμένη η Μαρίνα Γουβιών; Στο κέντρο της μαρίνας υπάρχουν ιδιωτικά σκάφη, ενώ περιμετρικά εντοπίζονται επαγγελματικά, κυρίως ιστιοφόρα και μηχανοκίνητα, τα οποία ενοικιάζονται σε διεθνείς πελάτες. Το οργανόγραμμα της μαρίνας απασχολεί μόνιμα 35 εργαζομένους, ενώ το καλοκαίρι περίπου 52. Καθώς όμως τότε υπάρχει ισχυρή ζήτηση εργασίας για παρεπόμενες υπηρεσίες, οι συνολικά απασχολούμενοι στις εγκαταστάσεις της μαρίνας ανέρχονται στα 1000 άτομα, πολλοί νεαρής ηλικίας που επιδιώκουν την ένταξη τους στον χώρο της ναυτιλίας ή του τουρισμού. Υπάρχουν διαφορετικά είδη εξειδίκευσης, τα οποία σχετίζονται με τη φύλαξη των εγκαταστάσεων και των σκαφών, τη δουλειά γραφείου, τη συντήρηση υποδομών και εξοπλισμού και την εξυπηρέτηση πελατών. Ακόμη, στις παροχές που διαθέτει συμπεριλαμβάνονται εστιατόρια, κέντρα πληροφόρησης, τραπεζικές υπηρεσίες, υγειονομικές μονάδες, φαρμακεία, κέντρα υγείας και χώροι αναψυχής στου οποίους περιλαμβάνονται γήπεδα cricket και croquet. Επίσης, πληρούνται οι προϋποθέσεις ασφάλειας και πυρασφάλειας καθώς υπάρχει άμεση συνεννόηση με το πυροσβεστικό τμήμα του νησιού.
Επειδή αναφερθήκατε στη ζήτηση εργασίας, ποιες ειδικότητες βρίσκονται στην πρώτη γραμμή ζήτησης; Για πολλούς τομείς η ζήτηση εργασίας είναι άμεση. Ειδικότητες όπως τεχνικοί σκαφών και πλοηγοί εμφανίζουν υψηλή απορροφητικότητα με πολύ καλές απολαβές όπως επίσης και το βοηθητικό προσωπικό σκαφών (μάγειρες, σερβιτόροι), επαγγέλματα κατά κόρον τουριστικά.
Κατά πόσο ωφελεί η ιδιωτική εκμετάλλευση της μαρίνας την πολιτεία και την ευρύτερη κοινωνία της Κέρκυρας; Τα οφέλη είναι σημαντικά. Καταρχάς το ετήσιο μίσθωμα (2,5 εκ. €) που καταβάλλει η εταιρία στο ελληνικό κράτος καλύπτει ένα μεγάλο μέρος των εσόδων του ΕΟΤ. Επιπλέον, η μαρίνα Γουβιών παρέχει στην τοπική κοινωνία πλήθος επαγγελματικών ευκαιριών. Εξάλλου οι τουρίστες που ελλιμενίζονται στη μαρίνα ευνοούν πολλαπλασιαστικά την τοπική οικονομία δεδομένου, ότι έχει αποδειχθεί πως οι δαπάνες των πελατών της στο νησί είναι πέντε φορές μεγαλύτερες από τις αντίστοιχες επισκεπτών πεντάστερων ξενοδοχείων.
Μάλιστα, η εταιρία που διαχειρίζεται τη μαρίνα μεριμνά και για την περιβαλλοντολογική ισορροπία καθώς η μαρίνα γειτνιάζει με μια προστατευόμενη περιοχή NATURA. Ειδικότερα, έχει θέσει υπό την προστασία της μία χερσαία ζώνη στην οποία έχει αναπτυχθεί χλωρίδα και πανίδα. Επιπρόσθετα, είναι πιστοποιημένη με ΙSO 14001 περιβαλλοντολογικής διαχείρισης. Έτσι, εφαρμόζει οικολογικές πρακτικές που περιλαμβάνουν τη χρήση φίλτρων κατά την πλύση των σκαφών, ενώ τα απόβλητα δεν επιβαρύνουν τον θαλάσσιο ή τον χερσαίο χώρο, με το οικολογικό της αποτύπωμα να ελαχιστοποιείται σημαντικά.
Ποια είναι η διαδικασία για την προσέλευση σκαφών; Θα ήταν καλό να έχει προηγηθεί κράτηση είτε διαδικτυακά είτε τηλεφωνικώς πριν την άφιξη ενός σκάφους προκειμένου να υπάρχει διαθεσιμότητα. Βέβαια, σε επείγουσες ή απρόσμενες περιπτώσεις, μπορεί να διασφαλιστεί θέση μέσω ασύρματης επικοινωνίας. Ενίοτε επίσης τα σκάφη χρησιμοποιούν τη Μαρίνα ως ενδιάμεσο λιμάνι, όμως υπάρχουν και άλλα που παραμένουν για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα, τα οποία έχουν καταρχήν αγγλική, ελβετική, ολλανδική, γαλλική, βέλγικη ή γερμανική σημαία. Ταυτόχρονα, υπάρχει προσωπικό που μεριμνά για την ομαλή πρόσδεση των σκαφών στην κατάλληλη θέση, ανάλογα με το μέγεθός τους, ενώ δε χρησιμοποιούνται άγκυρες αλλά ένα ευρύτερο σύστημα αγκυροβόλησης που συνεπάγεται πρακτικά και μερικά περιβαλλοντολογικά οφέλη. Μάλιστα, λιμενικό κλιμάκιο του νησιού βρίσκεται στις εγκαταστάσεις και φροντίζει για την τήρηση των νομικών προϋποθέσεων και για την παραπομπή σε τελωνιακές υπηρεσίας όταν χρειάζεται.
Είναι διάχυτη η πεποίθηση ότι η ναύλωση ενός σκάφους αποτελεί είδος πολυτελείας, συγκρίνοντας το κόστος με τη διαμονή σε ένα ξενοδοχείο. Τι έχετε να σχολιάσετε επ’ αυτού ; Ένα σύνηθες σκάφος δύναται να φιλοξενήσει 8 άτομα που ισοδυναμεί με δύο οικογένειες. Κατά τους μήνες αιχμής – Ιούλιος και Αύγουστος – η ναύλωση του σκάφους κυμαίνεται στα 3.000€-3.500€ εβδομαδιαίως. Αν όμως μιλάμε για Ιούνιο και Σεπτέμβριο ή ακόμα καλύτερα για Μάιο και Οκτώβριο τα ναύλα πέφτουν ακόμα και στο μισό. Επιπρόσθετα, εάν δε χρειάζονται τις υπηρεσίες πλοηγού (skipper), η χρέωση χαμηλώνει περισσότερο, στα 1.000€ εβδομαδιαίως. Καταλαβαίνετε λοιπόν ότι, υπό προϋποθέσεις, η επιλογή του θαλάσσιου τουρισμού, έναντι του συμβατικού, μπορεί όχι μόνο να είναι ακριβότερη, αλλά και οικονομικά πιο προσιτή επιλογή για το μέσο νοικοκυριό.