25η ΜΑΡΤΙΟΥ Θρησκευτική και Εθνική γιορτή των απανταχού Ελλήνων

Ο Παλαιών Πατρών Γερμανός ευλογεί τη σημαία της επανάστασης. Θεόδωρος Βρυζάκης, 1865. Απεικόνιση του θρύλου της Αγίας Λαύρας.

                                           25η ΜΑΡΤΙΟΥ
Θρησκευτική και Εθνική γιορτή των απανταχού Ελλήνων

Η 25η Μαρτίου είναι θρησκευτική και εθνική γιορτή των Ελλήνων. Καθιερώθηκε στις 15 Μαρτίου 1838, με βασιλικό διάταγμα από το βασιλιά Όθωνα, για να τιμάται και να εορτάζεται ο ξεσηκωμός των υπόδουλων Ελλήνων ενάντια στην Οθωμανική Αυτοκρατορία και τον Σουλτάνο. Τιμάται ο αγώνας των Ελλήνων για την ελευθερία, την  αυτοδιάθεση και τη δημιουργία ανεξάρτητου κράτους. Επιλέχτηκε η συγκεκριμένη ημερομηνία, που εορτάζεται ο Ευαγγελισμός της Θεοτόκου,  προκειμένου να τονωθεί το φρόνημα των Ελλήνων. Ο Αλέξανδρος Υψηλάντης, αρχηγός της Φιλικής Εταιρείας, αναφέρει για την ημέρα αυτή « ὡς εὐαγγελιζομένη την πολιτικήν λύτρωσιν του ἑλληνικοῦ ἔθνους». Ευαγγελισμός σημαίνει αναγγελία χαρμόσυνης είδησης και ετυμολογικά προέρχεται από το «εὐάγγελος»(=εὖ+ἄγγελος< ἀγγέλω) και με αυτή αναφερόμαστε στη χαρμόσυνη είδηση της επικείμενης γέννησης του Ιησού Χριστού, που δόθηκε από τον αρχάγγελο Γαβριήλ στη Μαρία.

Όσον αφορά την Επανάσταση δεν ξεκίνησε στις 25 Μαρτίου 1821, αλλά λίγες μέρες νωρίτερα στην Πελοπόννησο, όπου οι ελληνικοί πληθυσμοί ήταν πυκνότεροι, η παρουσία του οθωμανικού στρατού δεν ήταν ισχυρή και επιπλέον το μεγαλύτερο μέρος των οθωμανικών δυνάμεων τη συγκεκριμένη περίοδο βρισκόταν στη Ήπειρο στις πολεμικές επιχειρήσεις ενάντια στον Αλή Πασά. Ο θρύλος της Αγίας Λαύρας- ότι ο Παλαιών Πατρών Γερμανός ύψωσε το λάβαρο της επανάστασης στο μοναστήρι αυτό-, που απεικονίζεται σε καλλιτεχνικές αναπαραστάσεις στερείται ιστορικής βάσης σύμφωνα με σύγχρονους ιστορικούς και είναι εμπνευσμένος από το Γάλλο φιλέλληνα Φρανσουά Πουκεβίλ. Επιπρόσθετα ο Παλαιών Πατρών Γερμανός δεν αναφέρει τίποτα σχετικά με αυτό το γεγονός στα απομνημονεύματά του ενώ είναι ιστορικά τεκμηριωμένο ότι στις 25 ή 27 Μαρτίου βρισκόταν στην Πάτρα και στην Πλατεία Αγίου Γεωργίου όπου, αφού έστησε μεγάλο ξύλινο σταυρό και τέλεσε δοξολογία, όρκισε τους οπλαρχηγούς. Απήγγειλε τον όρκο και οι παρευρισκόμενοι ορκίζονταν φέρνοντας το χέρι τους στο σταυρό, τον ασπάζονταν και, όπως γράφει ο Διονύσιος Κόκκινος, «ἔλεγαν ὡς ὅρκον τα τρία αὐτά δραματικἀ λόγια: Ἑλευθερία ἤ Θάνατος».

Οι πρώτες ημέρες της Επανάστασης

  • Στις 17 Μαρτίου 1821 οι πρόκριτοι της Μάνης υψώνουν τη σημαία της επανάστασης στο χωριό Τσίμοβα (Αερόπολη).
  • Στις 21 Μαρτίου 1821 ξεκινά η πολιορκία των Καλαβρύτων από 600 Έλληνες αγωνιστές. Μετά από πέντε ημέρες μαχών οι πολιορκημένοι Τούρκοι αναγκάζονται να παραδοθούν.
  • Στις 23 Μαρτίου 1821 οι Μανιάτες υπό την αρχηγία του Πετρόμπεη Μαυρομιχάλη και με τη βοήθεια του Θ. Κολοκοτρώνη καταλαμβάνουν την Καλαμάτα. Την ίδια μέρα, ο Ανδρέας Λόντος με τους άνδρες του θέτουν υπό τον έλεγχό τους τη Βοστίτσα (σημερινό Αίγιο). Η σημαία της Επανάστασης υψώνεται στο Μαραθωνήσι (Γύθειο) από τους Γρηγοράκηδες και στα Λαγκάδια οι αδελφοί Δεληγιάννη και Πλαπούτα κηρύσσουν και εκεί την Επανάσταση. Από την Κωνσταντινούπολη αναχωρεί ο Εμμανουήλ Παππάς, προκειμένου να ξεκινήσει την Επανάσταση στη Μακεδονία.
  • Τις επόμενες ημέρες επαναστάσεις ξεσπούν σε διάφορα σημεία της Πελοποννήσου και στη συνέχεια στη Στερεά Ελλάδα, στην Κρήτη, στα νησιά του Αιγαίου, στη Θεσσαλία, στην Ήπειρο, στη Μακεδονία και στη Θράκη.

Για το σουλτάνο η Επανάσταση ήταν ανταρσία ενάντια στη νόμιμη εξουσία του. Ο Πατριάρχης, ο ανώτατος κλήρος και οι Φαναριώτες ήταν αξιωματούχοι της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Γι’ αυτό ο σουλτάνος πίστευε ότι έπρεπε να εμποδίσουν την ανταρσία. Έτσι στράφηκε εναντίον τους και εκτέλεσε ορισμένους ανώτατους κληρικούς και Φαναριώτες, ανάμεσά τους και τον πατριάρχη Γρηγόριο Ε ́. Αλλά και σε διάφορες πόλεις της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας ορισμένοι μουσουλμάνοι σκότωσαν ορθόδοξους και λεηλάτησαν τις περιουσίες τους. Ήθελαν να τους τρομοκρατήσουν, για να μην επεκταθεί η Επανάσταση και σε άλλες περιοχές. Ο σουλτάνος δεν πήρε στα σοβαρά τους επαναστάτες, γι’ αυτό και δεν έστειλε από την αρχή ισχυρό στρατό να καταπνίξει την Ελληνική Επανάσταση. Θεωρούσε ότι οι Έλληνες δε θα τα κατάφερναν χωρίς βοήθεια από τη Ρωσία. Για να πετύχει η Επανάσταση έπρεπε να την υποστηρίξουν και να την αναγνωρίσουν οι Μεγάλες Δυνάμεις της εποχής (η Μεγάλη Βρετανία, η Ρωσία, η Αυστρία, η Γαλλία, η Πρωσία), σε μια περίοδο που αυτές ήταν ενάντια σε κάθε επαναστατικό κίνημα. Η Οθωμανική Αυτοκρατορία, για να καταπνίξει την Ελληνική Επανάσταση, έκανε εκστρατείες που ξεκινούσαν από τα μεγάλα στρατιωτικά κέντρα (Λάρισα, Λαμία, Γιάννενα, Άρτα) που βρίσκονταν κοντά στις επαναστατημένες περιοχές.

Παράλληλα με τις πολεμικές επιχειρήσεις και προκειμένου να εδραιωθεί η Επανάσταση οι επαναστατημένοι αρχίζουν να οργανώνουν πολιτικά τις περιοχές που απελευθερώνονταν, να δημιουργούν δηλαδή νέους πολιτικούς θεσμούς, τοπικούς οργανισμούς ,ένα είδος τοπικών κυβερνήσεων. Αυτό όμως φέρνει στην επιφάνεια διαμάχες καθώς διάφορες κοινωνικές ομάδες ερίζουν για τη διαχείριση της εξουσίας.