Παιδική ηλικία
Η Μαρία Σοφία Άννα Καικιλία Καλογεροπούλου, γεννήθηκε στις 2 Δεκεμβρίου του 1923 στην Νέα Υόρκη. Ήταν κόρη του φαρμακοποιού Γεωργίου Καλογερόπουλου από τον Μελιγαλά Μεσσηνίας και της Ευαγγελίας Δημητριάδη από τη Στυλίδα Φθιώτιδος. Οι γονείς της είχαν μετακομίσει στην αμερικανική μεγαλούπολη προς αναζήτηση καλύτερης τύχης. Η Κάλλας έπαιρνε μαθήματα πιάνου από 7 ετών και σύντομα ανακάλυψε ότι της άρεσε να τραγουδά την μουσική παρά να την παίζει. Το 1937 οι γονείς της χώρισαν και η μητέρα με τα δύο κορίτσια γύρισαν στην Ελλάδα. Η Μαρία συνέχισε τις σπουδές της στο δραματικό τραγούδι με την Elvira de Hidalgo στην Βασιλική Ακαδημία Μουσικής. Παρόλο που η σχολή δεχόταν σπουδαστές άνω των 16 ετών, έκαναν εξαίρεση για τη Μαρία λόγω του μεγάλου ταλέντου της. Σε ηλικία 16 ετών η Μαρία έπαιξε στην Εθνική Λυρική Σκηνή σ’ ένα μικρό ρόλο της Όπερας “Boccaccio”. Στα 20 πήρε πρωταγωνιστικό ρόλο στην Tosca. Μετά τον 2ο Παγκόσμιο Πόλεμο, δυσκολεύτηκε να βρει δουλειά και γύρισε στη Νέα Υόρκη κοντά στον πατέρα της. H Metropolitan Opera δεν τη δέχτηκε οπότε έφυγε για Ιταλία. Στη Βερόνα γνώρισε τον πλούσιο επιχειρηματία Giovanni Meneghini και παντρεύτηκαν.
Η καριέρα της στην Όπερα
Η Μαρία Κάλλας υπήρξε μια από τις μεγαλύτερες και πιο εμβληματικές φωνές της όπερας στον 20ό αιώνα, η οποία συνδύασε σπάνιο ταλέντο με έντονη δραματική παρουσία. Το έργο της υπερβαίνει τα όρια του μουσικού κόσμου, αφού η Κάλλας δεν ήταν μόνο μια εξαιρετική σοπράνο, αλλά και μια ερμηνεύτρια που άφησε ανεξίτηλο το στίγμα της στην ιστορία της όπερας. Η καλλιτεχνική της πορεία καλύπτει σημαντικούς ρόλους σε έργα μεγάλων συνθετών όπως ο Βέρντι, ο Πουτσίνι, ο Τσαϊκόφσκι και ο Μπελίνι. Στην κορυφή της καριέρας της, η Κάλλας ανέβασε ρόλους σε εμβληματικά έργα όπως η «Τόσκα», η «Νόρμα», η «Μακμπέθ» και η «Ηλέκτρα». Η φωνή της, συνδυάζοντας τεχνική αρτιότητα και συναισθηματική δύναμη, τη μεταμόρφωνε σε καλλιτέχνη που ήταν ικανή να αγγίξει το κοινό σε βαθύτερο επίπεδο, εκφράζοντας την τραγικότητα των ρόλων με απαράμιλλη ένταση και πάθος. Η συμβολή της στην αναγέννηση της όπερας στην μεταπολεμική εποχή είναι ανεκτίμητη. Με τη μοναδική της ικανότητα να ενσαρκώνει τους χαρακτήρες των έργων με τόσο αληθοφάνεια, η Κάλλας επηρέασε και ανανέωσε την προσέγγιση στην όπερα, φέρνοντας μια νέα εποχή ερμηνευτικής εκφραστικότητας και τεχνικής δεξιοτεχνίας.
Ώριμα χρόνια και Θάνατος
Κατά τη διάρκεια της ζωής της, έγινε γνωστή στο ευρύ κοινό κυρίως μέσα από τις αναφορές του τύπου στα αμφιλεγόμενα γεγονότα της επαγγελματικής της συμπεριφοράς και της προσωπικής της ζωής, όπως η σχέση της με τον Έλληνα εφοπλιστή Αριστοτέλη Ωνάση. Ωστόσο, η καλλιτεχνική της πορεία αποτελεί τη βασική υστεροφημία της· δεκάδες χρόνια μετά τον θάνατο της, παραμένει το πρότυπο της «απόλυτης πριμαντόνας».
Στη δεκαετία του ’60 η υπέροχη φωνή της Μαρίας Κάλλας παρουσίασε αισθητή φθορά. Παρόλο που αποσύρθηκε επίσημα από την σκηνή στις αρχές της δεκαετίας του ’60 συνέχισε να τραγουδά στην Metropolitan Opera από τον Ιανουάριο του 1964 έως Ιούλιο 1965. Η τελευταία της εμφάνιση ήταν στο Covent Garden στις 5 Ιουλίου1965 με την Tosca.
Στις 16 Σεπτεμβρίου 1977 σε ηλικία 55 ετών η Μαρία Κάλλας ξαφνικά πέθανε από καρδιά στο σπίτι της στο Παρίσι. Ο θάνατός της άφησε ένα μεγάλο κενό στον κόσμο της μουσικής, αλλά η κληρονομιά της ζει και συνεχίζει να εμπνέει γενιές καλλιτεχνών και ανθρώπων που λατρεύουν την όπερα. Με την εξαιρετική φωνητική της τεχνική και την απαράμιλλη ερμηνευτική της ικανότητα, δίκαια θεωρείται μία από τις μεγαλύτερες φωνές του 20ού αιώνα.
Ντάο Φατίμα Β4