
Στο βορειοδυτικό μέρος του χωριού Γλινάδου, μέσα στο λιβάδι και πολύ κοντά στη χώρα της Νάξου υπάρχει το μοναστήρι των Αγίων Τεσσαράκοντα Μαρτύρων (Αγίων Σαράντα). Η εκκλησία και τα χαλάσματα που έχει γύρω της ήταν μοναστήρι και μετόχι της Μονής Ξηροκάμπου του Αγίου Όρους.
Η ιστορία ξεκινάει στις 23 Αυγούστου 1648, όταν ο Μιχαήλ Θεόφιλος από τη Χώρα της Νάξου παραχώρησε ένα μέρος της περιουσίας του για την ίδρυση του μοναστηριού, διατηρώντας την επικαρπία μέχρι το τέλος της ζωής του. Το μοναστήρι ολοκληρώθηκε το 1653 και παρέμεινε ενεργό για 180 χρόνια, μέχρι τη διάλυσή του το 1834. Φέτος συμπληρώνονται 371 χρόνια από την ίδρυσή του.
Πρόκειται για ένα λιτό διώροφο κτίριο μικρών διαστάσεων, με χώρους διαμορφωμένους σε κελιά. Οι δύο όροφοι συνδέονταν μεταξύ τους μέσω πέτρινων σκαλοπατιών. Η αρχιτεκτονική του είναι ιδιαίτερη, θυμίζοντας τα εξοχικά μοναστήρια της βυζαντινής περιόδου. Στη δυτική πλευρά υπήρχε ένας παλιός στάβλος και μία ληνού, καθώς το μοναστήρι διέθετε αμπελώνα στην ευρύτερη περιοχή. Ανατολικά του κτιρίου βρισκόταν ένα πηγάδι που κάλυπτε τις ανάγκες του μοναστηριού και μία μεγάλη αυλή με αγρό.
Από το 1671 και μετά πολλοί Ναξιώτες συνέχισαν να κάνουν δωρεές και η περιουσία του μεγάλωνε. Μοναχοί υπήρχαν στο μοναστήρι μέχρι το 1834. Τότε διαλύεται, ενώ τα κτίσματα και τα έσοδα περνούν στη διαχείριση του ελληνικού δημοσίου. Με έγγραφο της 26ης Απριλίου του 1834, με τίτλο «Καταγραφή και εκτίμηση ακινήτων και φθαρτών ακινήτων κτημάτων του μοναστηριού των Αγίων Τεσσαράκοντα Μαρτύρων. Εμπεριέχεται δε και η εκτίμησης του ενοικίου των ακινήτων και φθαρτών κτημάτων». Το συγκεκριμένο είχε 14 χωράφια (αμπέλια, αγροί κ.ά.) εκτάσεις 74 στρεμμάτων και 4 εργαστήρια στη Χώρα της Νάξου. Το ίδιο έτος κάποια από αυτά εκτέθηκαν σε πλειστηριασμό με εκτίμηση της αξίας τους στις 491 δραχμές, ώσπου τελικά επέφεραν στο κράτος 605 δραχμές.
Πολύ μεγάλη υπήρξε η προσφορά του μοναστηριού στην οργάνωση της Ναξιακής παιδείας , στις απαρχές του νεοσύστατου ελληνικού κράτους. Από τα έσοδά του το μοναστήρι συντηρούσε με την οικονομική του στήριξη το αλληλοδιδακτικό σχολείο Δρυμαλίας (στους Ακαδήμους) που ιδρύθηκε το 1829 και το αλληλοδιδακτικό σχολείο «Μουσείον αλληλοδιδακτικόν» της Αγίας Κυριακής στη Χώρα της Νάξου που ιδρύθηκε το 1826 και κινδύνευε λόγω οικονομικής στενότητας να κλείσει.
Μέσα από έγγραφα αναλύονται τα γρόσια, τα ποσά, δηλαδή, που εισπράττουν οι διδάσκαλοι από ενοίκια του μοναστηριού των Αγίων Σαράντα για σχολεία και τη ναξιακή παιδεία.
Το 1847 το Άγιο Όρος και η μονή Ξηροποτάμου ήταν ακόμη επί τουρκικής κατοχής. Οι τότε επίτροποι της ιεράς μονής Ξηροποτάμου έστειλαν μοναχό να παραλάβει το μετόχι των Ταξιαρχών στη Σκόπελο και των Αγίων Σαράντα στο Γλινάδο Νάξου.
Ο μοναχός ήρθε στη Νάξο 6 Μαΐου 1848, συναντήθηκε με τον συμβολαιογράφο Πέτρο Βιτσαρά, που έκανε πληρεξούσιο και επίτροπο τον Ιωάννη Θ. Γκίλη, απαγορεύοντας να κάνει επισκευές στη μονή και στα εργαστήρια, εκτός και αν λάμβανε από τη μονή σχετικές οδηγίες. Η συμβολαιογραφική πράξη του 1848 έλεγε πως οι αγροί της μονής και τα εργαστήρια ήταν νοικιασμένα σε τέσσερις ανθρώπους.
Ο Γκίλης πρέπει να επόπτευε την περιουσία της μονής ως το 1860. Τότε, ο αρχιμανδρίτης Διονύσιος Ξεροποταμιανός ως πληρεξούσιος της μονής Ξηροποτάμου, έρχεται στη Νάξο στις 20 Απριλίου 1860 και νοικιάζει όλα τα κτήματα και ακίνητα της μονής σε διάφορα σημεία του νησιού, στον Νικόλαο Σαραντινό με εξαετές συμβόλαιο και είχε ως τιμή 800 δραχμές. Την ίδια ημερομηνία, με άλλη πράξη, ορίζεται από τον Διονύσιο πληρεξούσιος επίτροπος.
Το 1922 αρχίζει η συστηματική πώληση ως το 1950. Η περίοδος αυτή χαρακτηρίστηκε ως “αιώνας πωλήσεων”. Πρώτος αγοραστής ήταν ο Ιπποκράτης Εξαρχόπουλος, ο οποίος πήρε στην κατοχή του στις 15 Ιουλίου 1925 το μοναστήρι, τον ναό και το αμπέλι-χωράφι λίγο πιο κάτω από το μοναστήρι. Στις 4 Οκτωβρίου 1940 πουλάει το μοναστήρι, τον ναό και το χωράφι.
Άξιο απορίας είναι το πως παρ’ όλη τη φήμη του μοναστηριού, δεν αναφέρεται από τους ξένους περιηγητές, οι οποίοι από τον 17ο έως τον 19ο αιώνα επισκέφτηκαν το νησί μας. Ο μόνος που ανέφερε λίγες σειρές είναι ο Ιησουίτης μοναχός Λίχτλε, που ωστόσο έκανε λάθος, αναφέροντας πως είναι μετόχι του μοναστηριού της Πάτμου.
Ο ναός των Αγίων Τεσσαράκοντα Μαρτύρων, ρυθμού μονόκλιτης καμαροσκεπής παλαιοχριστιανικής βασιλικής που άρχισε να οικοδομείται το 1652, με δαπάνες ενός ζευγαριού, αποπερατώθηκε μετά από τέσσερα έτη, το 1656. Το υπέρθυρο του κτιρίου που κάποτε φιλοξενούσε μοναχούς φέρει τη χρονολογία 1638 μ.Χ..
Ο πανσέβαστος ναός των Αγίων Τεσσαράκοντα Μαρτύρων του Χριστού εγκαινιάστηκε από τον μητροπολίτη Παροναξίας Νικόδημο στις 22 Ιουνίου 1656.
Οι κτήτορές του κόσμησαν το σκαλιστό τέμπλο (διανθισμένο με άμπελους και δικέφαλους αετούς ) με θαυμάσιες φορητές εικόνες, η τεχνοτροπία των οποίων αγγίζει τη βυζαντινή αγιογραφία. Ξεχωρίζει ο ένθρονος ευλογών Χριστός, οι Άγιοι Σαράντα και η Παναγία κρατούσα το θείο Βρέφος.
Στο δεξιό μέρος του μαρμάρινων σκαλοπατιών της κυρίας εισόδου είναι χαραγμένο οικόσημο του κτήτορος Μιχαήλ Θεοφίλου κι επάνω από την Αγία Τράπεζα, στην κόγχη του ιερού, ξεδιπλώνει τα φτερά του το σύμβολο της Ορθοδοξίας, ο βυζαντινός δικέφαλος αετός. Ο ναός ανήκει σήμερα στην ενορία του Γλινάδου, καθώς εκεί την παραχώρησαν οι τελευταίοι, οι οποίοι αγόρασαν τη μονή το 1950. Πριν λίγο καιρό στο μοναστήρι βρέθηκαν οστεοφυλάκια με τρεις κάρες. Σήμερα βρίσκονται στην εκκλησία της Μεταμορφώσεως του Σωτήρος Γλινάδου.
Χάρη στους τελευταίους ιδιοκτήτες και τους πιστούς ο ναός διατηρήθηκε σε πολύ καλή κατάσταση. Ανακαινίστηκε όταν ήταν εφημέριος ο π. Κωνσταντίνος Λιανός. Την ημέρα της γιορτής του, δηλαδή στις 9 Μαρτίου, τον επισκέπτεται πλήθος κόσμου για προσκύνημα.
Οι μαρτυρίες λένε πως στο μοναστήρι κατοικούσαν 40 καλόγεροι, οι οποίοι, στην εποχή της Τουρκοκρατίας, σκοτώθηκαν από τους Τούρκους. Λέγεται ότι υπήρχαν εκεί τα οστά τους, τα οποία κάποιοι ντόπιοι λένε πως είχαν δει. Τέλος, λέγεται πως οι κάτοικοι του χωριού γκρέμιζαν τους τοίχους της μονής γύρω γύρω για να πάρουν τις πέτρες και να φτιάξουν πηγάδια.
Σήμερα το μοναστήρι, βρίσκεται σε διαδικασία αναστήλωσης, χάρη στη συλλογική προσπάθεια της ενορίας του Γλινάδου και των κατοίκων του χωριού. Όλοι στάθηκαν αρωγοί , υποστηρίζοντας το έργο με κάθε δυνατό τρόπο. Κάθε χρόνο τιμάται με μεγαλοπρέπεια η μνήμη των Αγίων Τεσσαράκοντα Μαρτύρων στις 9 Μαρτίου, προσελκύοντας πλήθος επισκεπτών. Οι γυναίκες του χωριού και της γειτονιάς ετοιμάζουν κεράσματα, τα οποία προσφέρονται στους παρευρισκόμενους, δημιουργώντας μια φιλόξενη ατμόσφαιρα. Σ’ αυτήν την εκδήλωση οφείλεται και η ύπαρξη του μεγάλου μαρμάρινου τραπεζιού στον προαύλειο χώρο της εκκλησίας. Η γιορτή μετατρέπεται σε μία μεγάλη πανήγυρη, γεμάτη χαρά και πίστη.
*Πληροφορίες από το βιβλίο του Εμμανουήλ Σέργη.
Βενιέρη Καλλιόπη (Α1)