Ο Άγιος Τρύφωνας γεννήθηκε στην Λάμψακο της Φρυγίας τον 3ο μ.Χ. αιώνα. Καταγόταν από αγροτική και φτωχική οικογένεια.
Οι φτωχοί όμως και ταπεινοί γονείς του αγαπούσαν πολύ το Χριστό και δίδαξαν και στον μικρό Τρύφωνα την πίστη και την ευλάβεια στον Θεό.
Οι καλοί γονείς του Τρύφωνα τον έμαθαν από μικρό να εργάζεται.
Η εργασία του ήταν να βόσκει χήνες.
Συνέχεια προσευχόταν ο Τρύφωνας στην εξοχή, που βρισκόταν μόνος με τα ζωάκια του. Και για την αγνή ζωή που ζούσε και την πολλή προσευχή που έκανε, έλαβε πλούσια την Χάρη του Θεού. Έλαβε και το χάρισμα να κάνει θαύματα, να θεραπεύει ασθένειες.
Ο Άγιος Τρύφωνας αγαπούσε πολύ τα ζώα και ήταν κοντά στην κακοπάθειά τους και την αρρώστια τους. Και τα θεράπευε, όπως θεράπευε και τους ανθρώπους. Και τα ζώα όπως και οι άνθρωποι τον αγαπούσαν.
Επικοινωνούσε με τα ζώα ο Άγιος. Τους μιλούσε κι αυτά τον υπάκουαν. Διέταζε τις ακρίδες και τα βλαβερά έντομα να φύγουν από τις σοδειές των γεωργών και κατά σμήνη εξαφανίζονταν.
Δεν γνώριζε τίποτα για τον μικρό Τρύφωνα ο αυτοκράτορας της Ρώμης Γορδιανός μέχρι που αρρώστησε η κόρη του. «Μόνο ο Τρύφωνας μπορεί να κάνει καλά την κόρη σου», πληροφορήθηκε ο αυτοκράτορας. Κι έστειλε ανθρώπους του σε όλη την αυτοκρατορία να τον βρουν και να τον φέρουν στο παλάτι.
Τον βρήκαν. Νεαρό παλικάρι 15 χρονών. Τον βρήκαν στον τόπο, που έβοσκε ήρεμα τις χήνες του.
Τον πήραν και τον πήγαν στη Ρώμη. Τον οδήγησαν στον αυτοκράτορα και εκεί ο Τρύφωνας έκανε θερμά την προσευχή του και θεράπευσε την βασανισμένη πριγκίπισσα.
Ευγνώμονας ο αυτοκράτορας γέμισε τον Τρύφωνα με δώρα πολύτιμα. Κι αυτός αν και πολύ φτωχός μοίρασε όλα τα δώρα του σε ανθρώπους που τα είχαν μεγαλύτερη ανάγκη από αυτόν.
Ταπεινός, ελεήμων, αγαπούσε βαθιά το Θεό, τους ανθρώπους, τα ζώα, τη φύση και προσευχόταν ασταμάτητα, γεμάτος ευγνωμοσύνη για ό,τι είχε, όλη την ημέρα.
Αυτός ήταν ο Άγιος Τρύφωνας κι όλοι τον εκτιμούσα, τον αγαπούσαν και τον είχαν στήριγμά τους.
Πέρασαν τα χρόνια και ήρθε άλλος αυτοκράτορας, ο Δέκιος. Άνθρωπος σκληρός, απάνθρωπος και άπιστος, που προσπάθησε με κάθε τρόπο να καταδιώξει και να εξοντώσει τους χριστιανούς. Τίποτα όμως δεν θα μπορούσε να σταματήσει τον Άγιο Τρύφωνα, που τον καιρό εκείνο αγωνιζόταν για τη διάδοση του Ευαγγελίου του Χριστού στη Νίκαια.
Έμαθε για τον Άγιο ο άρχοντας της Νίκαιας και διέταξε να τον φέρουν μπροστά του.
Ο Άγιος, ομολόγησε χωρίς φόβο την πίστη του στο Χριστό. Περιφρόνησε τα καλοπιάσματα και τις κολακείες, δεν φοβήθηκε στη συνέχεια τα φρικτά βασανιστήρια. Δεν αρνήθηκε τον πολυαγαπημένο του Χριστό, δεν θυσίασε στα είδωλα. Κι ο Χριστός στεκόταν δίπλα του σε κάθε βασανιστήριο, τον ενίσχυε, τον δυνάμωνε!
Αγανακτισμένος από την αλύγιστη πίστη και την υπομονή του Αγίου στα βασανιστήρια ο άρχοντας έδωσε εντολή να τον αποκεφαλίσουν. Λίγο πριν την εκτέλεση της εντολής όμως ο Άγιος προσευχήθηκε θερμά στο Χριστό. Κι Εκείνος παρέλαβε την ψυχή του Τρύφωνα και την οδήγησε στον παράδεισο.
Ως μεγαλομάρτυρα τον τιμάει η εκκλησία μας την 1η του Φλεβάρη.
Γεμίζουν οι εκκλησίες με αγρότες εκείνη την ημέρα, αφού ο Άγιος θεωρείται ο προστάτης των αμπελουργών και των γεωργών. Γι’ αυτό τον λόγο οι γεωργοί δεν εργάζονται την ημέρα της γιορτής του. Πηγαίνουν στην εκκλησία και ραντίζουν τα χωράφια τους με τον αγιασμό που τελείται στους ναούς.