Όνειρο έιναι… (Μέρος Ενδέκατο)

Όνειρο έιναι… (Μέρος Ενδέκατο)

Όταν έφθασα σπίτι ήμουν πολύ αναστατωμένη, δε μπορούσα να πιστέψω ότι είχα πληγωθεί τόσο πολύ εξαιτίας του Ορέστη. Είχα ένα προαίσθημα, ότι δεν έπρεπε να φύγω τελικά από το σπίτι του Άσερ.  Ο Άσερ ήταν μαζί μου όλο αυτό τον καιρό, που τον είχα ανάγκη.  Θα έπρεπε να κάνω το ίδιο.  Επιπλέον ποτέ δεν είδα τον Ορέστη να φεύγει από το σπίτι του.  Ίσως έβρισκα την ευκαιρία να του μιλήσω αν και δεν ήμουν σίγουρη για το αν το επιθυμούσα ακόμα αυτό.

Βέβαια ήταν πολύ αργά και οι δικοί μου σίγουρα δε θα μ’ άφηναν να φύγω.  Υπήρχε μόνο μια λύση να βγω από το παράθυρο, δε θα έχανα την ευκαιρία να ξαναφτιάξουν τα πράγματα στη ζωή μου, επειδή δεν  ήμουν αρκετά γενναία.  Το να χρησιμοποιήσω σεντόνια για την απόδραση, όπως στις ταινίες για να κατέβω, φάνταζε ακατόρθωτο, όμως μιας και προερχόμαστε από μαϊμούδες, ίσως να θυμόμαστε πώς να σκαρφαλώνουμε.  Ευτυχώς για εμένα το μαϊμουδίστικο ένστικτό μου δεν είχε εξαφανιστεί με την πάροδο του χρόνου και έτσι κατάφερα να κατέβω από τα κλαδιά του δέντρου που έφταναν μέχρι το παράθυρό μου.  Ήμουν επιτέλους ελεύθερη να ακολουθήσω το ένστικτό μου και να αποκτήσω μια ευκαιρία για να ξανακερδίσω όσα είχα χάσει τον τελευταίο καιρό.

Μόλις έφτασα έξω από το σπίτι του Άσερ κατάλαβα ότι κάτι πήγαινε στραβά.  Το ρεύμα δεν είχε επανέλθει και το σπίτι του ήταν βυθισμένο στο σκοτάδι.  Μικρές λάμψεις δραπέτευαν στιγμιαία από την τζαμαρία του σαλονιού και χάνονταν στο σκοτάδι.  Πλησίασα την τζαμαρία.   Κάποιος την είχε ξεχάσει ανοιχτή. Το απόλυτο σκοτάδι απλωνόταν στο σαλόνι. Δεν υπήρχε καμία διαρροή ηλεκτρικού ρεύματος που να μπορούσε να δικαιολογήσει τις λάμψεις πoυ είχαν προηγηθεί.

Ξαφνικά ένας εκκωφαντικός ήχος ακούστηκε από το δίπλα δωμάτιο.  Προσπάθησα να προσανατολιστώ μέσα στο σκοτάδι και να κατευθυνθώ προς το δίπλα δωμάτιο, για να δω τι είχε συμβεί.  Μόλις διέσχισα το σαλόνι και έφτασα στην είσοδο του επόμενου δωματίου δε μπορούσα να πιστέψω στα μάτια μου.  Ο χώρος που πριν λίγες ώρες ήταν γεμάτος με μεταμφιεσμένους εφήβους που χόρευαν, έχει μετατραπεί σε πεδίο μάχης.

Σε κάθε γαλάζια λάμψη που προέρχονταν από κει κατάφερα να διακρίνω τον Ορέστη και τον Άσερ, αλλά η όρασή μου δε με βοηθούσε στο να ανιχνεύσω τον εχθρό τους, παρόλο που ένιωθα την καρδιά να θέλει να σπάσει τα δεσμά της από το υπόλοιπο σώμα και να δείξει σε όποιον τα έβαζε μαζί τους, ότι έπρεπε να περάσει πάνω από το πτώμα μου για να τους πειράξει.

Η αδρεναλίνη στο σώμα μου είχε υπερβεί τα όριά της, ένιωθα πιο δυνατή από ποτέ. Αυτό με έκανε να ανοίξω την πόρτα και τότε κατάλαβα, ότι η μπλε λάμψη ήταν ένα είδος κεραυνού που έβγαινε από τα χέρια του Άσερ και ο εχθρός τους δεν ήταν ένας, αλλά πολλές φιγούρες βυθισμένες στο σκοτάδι σα σκιές.

Ο Άσερ φαινόταν να προστατεύει τον Ορέστη, ο οποίος φαινόταν εξουθενωμένος και βαριανάσανε.  Μόλις και οι δύο πλευρές συνειδητοποίησαν ότι βρισκόμουν εκεί πάγωσαν.  Ο Ορέστης και ο Άσερ άρχισαν να τρέχουν προς το μέρος μου , αλλά μια από τις σκιές στάθηκε πιο γρήγορη από αυτούς και με ένα άγγιγμά της ένιωσα κενή και κοκαλωμένη.  Η αδρεναλίνη και η γενναιότητα που συντρόφευαν την καρδιά μου εκμηδενίστηκαν.  Το σώμα μου δε με υπάκουε πια.  Το μόνο που μπορούσα να κάνω ήταν να διακρίνω το φόβο στα μάτια του Άσερ, ο οποίος εκσφενδόνισε μια ντουζίνα από λάμψεις κατά των σκιών που βρίσκονταν σε απόσταση από εμένα αλλά εκείνες δε φαίνονταν να παθαίνουν κάτι.

Eνώ ο Άσερ το έκανε αυτό, ο Ορέστης κινήθηκε στο σκοτάδι και βρέθηκε ακριβώς πίσω από τη σκιά που με είχε παγώσει σ΄ αυτή τη θέση και με ένα είδος φλόγας την εξάλειψε.  Ο Άσερ μόλις συνειδητοποίησε το κατόρθωμα του ξαδέλφου του, μας πλησίασε και οι σκιές άρχισαν να μας περικυκλώνουν. Όλα έδειχναν ότι δεν είχαμε καμιά ελπίδα απέναντί τους.  Πάλι βρισκόμουν στην ίδια θέση όπως στην αρχή όλων, ανήμπορη να βοηθήσω τους φίλους μου, αλλά με μια τεράστια θέληση να καίει στο στήθος μου.  Ένα δάκρυ κατάφερε να κυλήσει από τον αβοήθητο παγωμένο εαυτό μου.  Αυτό ήταν αρκετό για να αλλάξουν όλα.  Ξαφνικά ένιωσα την καρδιά μου να πλημμυρίζει από συναισθήματα και δύναμη.  Ο «κοκαλωμένος» μου εαυτός άρχισε να ξαναποκτά την κινητικότητά του και ένα είδος κόκκινου λαμπερού φωτός άρχισε  να βγαίνει από το σώμα μου και να περικλείει σταδιακά τον Άσερ, τον Ορέστη και τους σκιερούς αντιπάλους μας, οι οποίοι εξαφανίστηκαν κατευθείαν.

Ήμουν πραγματικά ευτυχισμένη.  Δεν ήξερα πως, αλλά επιτέλους είχα φανεί χρήσιμη στους φίλους μου.  Λίγα λεπτά μετά την έκρηξη παλλόμενου φωτός από το σώμα μου, ένιωσα τα βλέφαρά μου να κλείνουν και έπεσα στην αγκαλιά του Άσερ, λίγο πριν χάσω τις αισθήσεις μου ευχήθηκα όλα αυτά να ήταν αληθινά…

 

 

….συνεχίζεται

Αντωνία Ποδότα

 

Σχολιάστε

Top