Ο ζωγράφος Θεόφιλος. Η άλλη Λέσβος
Και πιο αργά, την ώρα που άρχισε να σουρουπώνει, περπατήσαμε μαζί τους ως τη Βαρειά, την εξοχική τοποθεσία όπου είχε ζήσει η οικογένεια του ζωγράφου, ανάμεσα σε μαλακές κατηφοριές γεμάτες λιόδεντρα και ανοίγματα απ’ όπου, ξαφνικά, έβλεπες τη θάλασσα και πιο βαθιά, καθαρογραμμένα, τα βουνά της Ανατολής.
Αρκετές γερόντισσες επιμένανε ακόμη να φορούν τις μακριές απανωτές βράκες. Βαδίζανε αργά και γυρίζανε κατά μας τα ηλιοκαμένα τους πρόσωπα. Όταν πετύχαινες ανοιχτή καμιάν αυλόπορτα, το μάτι σου έπαιρνε γλάστρες, πιθάρια, παιδιά, γατιά, μιαν εικόνα ειρηνική σαν το λάδι και σταματημένη κάπου εκεί, γύρω στο Μεσαίωνα. Ήτανε κιόλας όλ’ αυτά Θεόφιλος. Θέλω να πω, ένιωθες την ανταπόκριση που υπήρχε ανάμεσα στα λιόδεντρα και στα ρυτιδιασμένα πρόσωπα, στα περιβολάκια με τις ροδιές και στις ακρογιαλιές που μυρίζανε φρεσκοανοιγμένο καρπούζι, στα πιθάρια και στις βράκες, στα τριανταφυλλένια βουνά και στα αρχέγονα σιωπηλά καΐκια. Κι αμέσως, την ίδια στιγμή, την ανταπόκριση που υπήρχε ανάμεσα σ’ όλ’ αυτά και στις ζωγραφιές του Θεόφιλου. Αληθινοί ελαιώνες επί τέλους, αληθινοί άνθρωποι, αληθινά πράγματα.
Εκείνα τα χρώματα και τα σχήματα που βλέπαμε που βλέπαμε κάθε μέρα γύρω μας και που τα κουβαλούσαμε στην ομαδική μας μνήμη από αιώνες, τα γνώριμα, τα οικεία, που τόσα χρόνια οι ακαδημαϊκοί μας ζωγράφοι –μερικοί με αξιόλογο ταλέντο, δεν αντιλέγω– μας είχανε στερήσει από τη χαρά να τ’ αναγνωρίζουμε. Το πιο απλό πράγμα του κόσμου, ένα δέντρο η ελιά, η καθημερινή μας σύντροφος δεν είχε αξιωθεί ποτέ ν’ ανέβει στο καβαλέτο. Ναι ήταν η πρώτη φορά που την απαντούσαμε στις ζωγραφιές του Θεόφιλου.
Οδυσσέας Ελύτης, Ο ζωγράφος Θεόφιλος. Η άλλη Λέσβος, Ανοιχτά χαρτιά, Εκδόσεις Ίκαρος, Αθήνα 1982 (1974)
Ο Οδυσσέας Ελύτης (2 Νοεμβρίου 1911 – 18 Μαρτίου 1996), ήταν ένας από τους σημαντικότερους Έλληνες ποιητές, μέλος της λογοτεχνικής γενιάς του ’30.
Ήταν το τελευταίο από τα έξι παιδιά του Παναγιώτη Αλεπουδέλη και της Μαρίας Βρανά. Ο πατέρας του καταγόταν από τον συνοικισμό Καλαμιάρη της Παναγιούδας Λέσβου και είχε εγκατασταθεί στην πόλη του Ηρακλείου από το 1895, όταν σε συνεργασία με τον αδελφό του ίδρυσε ένα εργοστάσιο σαπωνοποιίας και πυρηνελαιουργίας. Η μητέρα του καταγόταν από τον Παπάδο της Λέσβου. Το 1914 ο πατέρας του μετέφερε τα εργοστάσιά του στον Πειραιά και η οικογένεια εγκαταστάθηκε στην Αθήνα.
Το 1960, βραβεύτηκε με το Κρατικό Βραβείο Ποίησης και το 1979, με το βραβείο Νόμπελ Λογοτεχνίας, ο δεύτερος και τελευταίος μέχρι σήμερα Έλληνας που τιμήθηκε με βραβείο Νόμπελ. Γνωστότερα ποιητικά του έργα είναι τα Άξιον Εστί, ο Ήλιος ο πρώτος και οι Προσανατολισμοί. Πολλά ποιήματά του μελοποιήθηκαν, ενώ συλλογές του έχουν μεταφραστεί μέχρι σήμερα σε πολλές ξένες γλώσσες. Το έργο του περιλαμβάνει ακόμα μεταφράσεις ποιητικών και θεατρικών έργων και σημαντικά δοκίμια.
Ο Οδυσσέας Ελύτης αποτέλεσε έναν από τους τελευταίους εκπροσώπους της λογοτεχνικής γενιάς του ’30, ένα από τα χαρακτηριστικά της οποίας υπήρξε το ιδεολογικό δίλημμα ανάμεσα στην ελληνική παράδοση και τον ευρωπαϊκό μοντερνισμό. Ο ίδιος ο Ελύτης χαρακτήριζε τη δική του θέση στη γενιά αυτή ως παράξενη σημειώνοντας χαρακτηριστικά: «Από το ένα μέρος ήμουνα ο στερνός μιας γενιάς, που έσκυβε στις πηγές μιας ελληνικότητας, κι απ’ την άλλη ήμουν ο πρώτος μιας άλλης που δέχονταν τις επαναστατικές θεωρίες ενός μοντέρνου κινήματος». Επηρεάστηκε από τον υπερρεαλισμό και δανείστηκε στοιχεία του, τα οποία ωστόσο αναμόρφωσε σύμφωνα με το προσωπικό του ποιητικό όραμα, άρρηκτα συνδεδεμένο με το λυρικό στοιχείο και την ελληνική λαϊκή παράδοση. Η μεταγενέστερη πορεία του Ελύτη υπήρξε πιο ενδοστρεφής, επιστρέφοντας στον αισθησιασμό της πρώιμης περιόδου του και σε αυτό που ο ίδιος ο Ελύτης αποκαλούσε ως έκφραση μιας «μεταφυσικής του φωτός».
Πέθανε στις 18 Μαρτίου του 1996 από ανακοπή καρδιάς στην Αθήνα.
Πηγές:
Αθανάσης Στρατής, Αθανάσης Νίκος, Λέσβος Πατρίδα μου, Μυτιλήνη 2010.
https://paletaart.wordpress.com/
https://www.mytilene.gr/logotexnes/odysseas-elytis-viografiko/