Από τον Αλέξη Συμβουλόπουλο, μαθητή Β Λυκείου
Στις 20 Απριλίου του 1889 ο Αλοΐσιος Χίτλερ και η Κλάρα Χίτλερ γέννησαν τον αργότερα περίφημο και ατρόμητο στρατηγό Αδόλφο Χίτλερ στην μικρή πόλη Μπραουνάου αμ Ιν στην Αυστροουγγαρία, κοντά στα σύνορα της Γερμανίας.
Ο Αδόλφος ήταν το τέταρτο παιδί των γονέων του. Από τα έξι παιδιά τους, μόνο τα δύο έφτασαν στην εφηβεία. Με βάση την επίδοσή του τα τελευταία χρόνια του ,οι γονείς του τον έγραψαν στο τεχνικό γυμνάσιο του Λιντς το οποίο ειδικευόταν στις τεχνικές σπουδές. Δεν ήταν καλός μαθητής και στα περισσότερα μαθήματα κοβόταν. Στα 16 του παράτησε το σχολείο και ισχυρίστηκε ότι το έκανε για να εκδικηθεί τον πατέρα του.
Τα παιδικά του χρόνια με τον πατέρα του ήταν πολύ πιο δύσκολα από ότι τα περισσότερα παιδιά της εποχής.
Τα επόμενα χρόνια που έμεινε στη Βιέννη και το Μόναχο αφού πέθανε ο πατέρας του, ζούσε μια ανέμελη και χαλαρή ζωή, ζωγραφίζοντας πίνακες και πηγαίνοντας πολλές βόλτες στις πόλεις.
Τον Φεβρουάριο του 1908 εγκαταστάθηκε στη Βιέννη. Εκεί γνώρισε τον ‘’ρατσιστή και αντισημίτη ιδεολόγο’’ ΓιεργκΛαντζ φον Λίμπενφελς. Εκεί καταστάλαξε μέσα του ο αντισημιτισμός κατά των εβραίων που αργότερα έπαιξε πολύ μεγάλο ρόλο στην ιδεολογία του.
Στον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο κατατάχθηκε στον πρωσικό στρατό. Τον Νοέμβριο του ίδιου χρόνου προήχθη σε δεκανέας και αυτή η προαγωγή του ήταν η τελευταία κατά την διάρκεια του πολέμου επειδή ο Φριτς Βίντεμαν έκρινε ότι ‘’δεν έχει καλά ηγετικά προσόντα’’.
Το 1915 βραβεύτηκε με τον Σιδερένιο Σταυρό και μετά από τρία χρόνια (1918) με τον Σιδερένιο Σταυρό Πρώτης Τάξης.
Ο Αδόλφος μέχρι τα πρώτα 30 χρόνια της ζωής του ήταν σαν να λέγαμε ένα τίποτα, ένας άνθρωπος χωρίς δουλειά, χωρίς στόχους, κάποιος που δεν είχε φίλους, ένας άνθρωπος ο οποίος δεν έκανε τίποτα με την ζωή του.
Μετά την ήττα της Γερμανίας στον Α΄ Παγκόσμιο ο γερμανικός λαός ήταν απογοητευμένος από την κυβέρνηση του και αναζητούσε καινούρια εξουσία. Ο Αδόλφος εκείνη την εποχή ήταν αρχηγός ενός κόμματος, του ¨Εθνοσοσιαλιστικού Κόμματος των Γερμανών Εργατών¨ ή αλλιώς του γνωστού σε όλους Ναζιστικού Κόμματος. Ο Χίτλερ υποσχέθηκε μια νέα ανανεωμένη Γερμανία. Το Ναζιστικό Κόμμα απευθυνόταν κυρίως στους ανέργους, τους φτωχούς, και την κατώτερη μεσαία τάξη. Το Ναζιστικό Κόμμα αναπτύχθηκε ταχύτατα και σε λίγο καιρό ο Χίτλερ ανέβηκε στην εξουσία.
Το 1932 το οι Ναζί κέρδισαν τις εκλογές με το 33% των ψήφων. Ένα χρόνο μετά οι Γερμανοί πολίτες πίστευαν ότι βρήκαν την σωτηρία τους, έως ότου ο Χίτλερ ανέβηκε στην εξουσία. Την στιγμή που έγινε καγκελάριος άρχισε να ενεργεί αναλόγως ώστε η Γερμανία να είναι μια χώρα στην οποία θα είχε την απόλυτη εξουσία αυτός. Κήρυξε την χώρα σε κατάσταση ανάγκης, με αποτέλεσμα να μην υπάρχει πλέον το δικαίωμα της ιδιωτικής ζωής.
Ο Χίτλερ βασίστηκε στην ανάγκη των νέων να έχουν ένα σταθερό εισόδημα και έτσι χιλιάδες νέοι Γερμανοί τάχθηκαν στις βοηθητικές αστυνομικές δυνάμεις, δηλαδή τα Τάγματα Εφόδου, των οποίων βασική δουλειά ήταν να τρομοκρατούν, να χτυπάνε, ακόμα και να δολοφονούν αντιπάλους του Ναζιστικού Κόμματος. Μέχρι τον Ιούλιο του ίδιου χρόνου (1933) ο Χίτλερ είχε στο χέρι του όλη τη Γερμανία, μαζί και την εκκλησία και ήταν το μόνο πολιτικό κόμμα.
Οι ειδικές δυνάμεις της SS ήταν τα Τάγματα Θανάτου τα οποία αποτέλεσαν σημαντικό ρόλο στον αφανισμό των Εβραίων, των τσιγγάνων και των πολιτικών αντιπάλων του κόμματος. Τα τάγματα θανάτου ακολουθούσαν τον στρατό στις πρόσφατα κατακτημένες περιοχές και αναλάμβαναν δράση για την εξόντωση των εβραίων στις περιοχές αυτές ακριβώς μετά την κατάκτησή τους.
Τα του πολέμου είναι λόγο πολύ γνωστά…
Στις 22 Απριλίου 1945 ο Χίτλερ έπαθε νευρική κατάρρευση. Αυτό συνέβη όταν πληροφορήθηκε, κατά τη διάρκεια του καθημερινού σχολιασμού της κατάστασης στο υπόγειο καταφύγιο, κάτω από την Καγκελαρία στο Βερολίνο, ότι η επίθεση που είχε διατάξει για την άρση της πολιορκίας του Βερολίνου δεν είχε εκτελεστεί από τον Αρχηγό των μονάδων των Ες-Ες Στάινερ, γιατί εκείνος τη θεώρησε ανεφάρμοστη λόγω του συσχετισμού δυνάμεων. Ο Χίτλερ είπε ότι όλα πλέον χάθηκαν και ότι όλοι τον έχουν προδώσει, ακόμα και τα Ες-Ες. Άφησε ελεύθερο ένα μέρος του προσωπικού του και αρνήθηκε, παρά τις παρακλήσεις του Μπόρμαν, του Κάιτελ και του Γκαίρινγκ, να εγκαταλείψει το Βερολίνο. Διέταξε τον αρχιυπασπιστή του, ΓιούλιουςΣάουμπ, να κάψει όλα τα προσωπικά του στοιχεία και έγγραφα που βρίσκονταν στην Καγκελαρία και στο Καταφύγιο, καθώς και όσα βρίσκονταν στο Μόναχο.
Δύο θέματα κυριαρχούσαν στο καταφύγιο τις τελευταίες μέρες του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου: Πόσο κοντά είναι ο Κόκκινος Στρατός και ποιος είναι ο πιο σίγουρος τρόπος αυτοκτονίας. Στις 29 Απριλίου νυμφεύθηκε τη σύντροφο της ζωής του Εύα Μπράουν και αμέσως μετά υπαγόρευσε τη διαθήκη του. Όσοι από το προσωπικό ήθελαν, παρέλαβαν φιαλίδια με πρωσικό οξύ (υδροκυάνιο), όμως ο Χίτλερ έτρεφε παρανοϊκές υποψίες για την αποτελεσματικότητά τους και γι” αυτό έδωσε εντολή να δοκιμάσουν το δηλητήριο στο αλσατικό λυκόσκυλό του, τη Μπλόντι, στην οποία είχε δείξει περισσότερη στοργή από όση είχε δείξει σε οποιοδήποτε άνθρωπο. Ο Χίτλερ μπήκε για λίγο στο δωμάτιο με το νεκρό ζώο και ύστερα έφυγε ανέκφραστος. Την επόμενη μέρα, κατά τις 3:30, η Εύα Μπράουν αυτοκτόνησε με υδροκυάνιο. Συγχρόνως ο Χίτλερ έβαλε ένα πιστόλι στο στόμα τουκαι πυροβόλησε.Ο Μάρτιν Μπόρμαν μαζί με τον οδηγό του Χίτλερ ΈριχΚέμπκα, τον υπηρέτη του Χάιντς Λίγκε, τον επιλοχία των SS Όττο Γκίνσε και μερικούς στρατιώτες της προσωπικής του φρουράς έκαψαν τα πτώματα, τα οποία τάφηκαν αργότερα έξω από το καταφύγιο, μέσα σε κρατήρα από βόμβα. Παρόλ” αυτά διασώθηκαν η κάτω γνάθος και μία οδοντική γέφυρα του Χίτλερ και μία γέφυρα της Εύας Μπράουν, τα οποία οι Σοβιετικοί έδειξαν στον οδοντίατρο του Χίτλερ, ο οποίος τα αναγνώρισε.