Έθιμα ποντιακού γάμου

ΑΠΟ: ΓΥΜΝΑΣΙΟ ΑΣΣΗΡΟΥ - Δεκ• 31•16

Οι Πόντιοι θεωρούσαν το γάμο (χαράν) από τα μεγαλύτερα μυστήρια. Τα αγόρια παντρεύονταν 18 χρονών και τα κορίτσια 15.H τέλεση του γάμου γινόταν από Ιανουάριο έως την Απόκρεω ή από τον 15-Αύγουστο έως τη νηστεία των Χριστουγέννων. Πόντιοι πάντρευαν τα παιδιά τους πολύ νωρίς, συνήθως, 20-23 χρόνων τα αγόρια και σε μικρότερη ηλικία τα κορίτσια. Αν το κορίτσι περνούσε το εικοστό έτος συνήθιζαν να τη λένε γεροντοκόρη. Πολλές φορές οι γονείς λογόδιναν την κόρη τους όταν αυτή έπαιζε με τα παιδάκια της γειτονιάς. Την τύχη της κοπέλας όριζε ο δυναμικός πατέρας, αφού η συγκατάνευσή της στο γάμο ήταν περιττή. Ούτε όμως και ο νέος μπορούσε να έχει τη δική του γνώμη για τη μελλοντική του σύζυγο.

AVGI.PONTIAKOS.GAMOS.20.8.2015.9

Μια βδομάδα πριν το γάμο, συγγενείς του γαμπρού επισκέπτονταν τους γονείς της νύφης, γινόταν το ″λογόπαρμα″ και σιγούρευαν ότι όλα ήταν έτοιμα για την Κυριακή. Με την οριστικοποίηση οι συγγενείς του γαμπρού έδιναν χρήματα στους γονείς της νύφης ή παρέδιδαν τα νυφιάτικά της.

Οι προσκλήσεις για το γάμο γίνονταν άλλοτε με ούζο που κερνούσαν στο σπίτι, άλλοτε με κεντημένα μαντηλάκια και πιο συχνά με κεριά. Τα κεριά αυτά τα άφηναν οι συγγενείς των μελλόνυμφων λέγοντας τα εξής λόγια: «Ελάτε την Κερεκήν σο γάμον» και τους έδιναν φιλοδώρημα.

Την Τετάρτη, πριν την Κυριακή, φίλες και συγγενείς της νύφης πήγαιναν στο σπίτι της με δώρα, υφάσματα, ξηρούς καρπούς και φρούτα.

Ανήμερα του γάμου, στο σπίτι του γαμπρού γινόταν μεγάλο γλέντι. Το μεσημέρι, γινόταν το ξύρισμα του γαμπρού, εννοείται με συνοδεία ποντιακής λύρας (κεμεντζέ). Ο κουρέας (περπέρ’ς) που τον ξύριζε, φώναζε κάθε τόσο «ξυράφ κι κόφτ’ θέλ’ ακόνεμαν» και ο κουμπάρος έδινε χρήματα για να συνεχίσει.

AVGI.PONTIAKOS.GAMOS.20.8.2015.1

Μετά το ξύρισμα, ο γαμπρός έσπαγε την καρέκλα στην οποία καθόταν κατά τη διάρκεια του ξυρίσματος, για προληπτικούς λόγους, για να μην ξανακαθίσει για ξύρισμα, που σημαίνει να μη χαλάσει ο γάμος και παντρευτεί για 2η φορά.

Μετά απ’ όλα αυτά, σειρά είχε το στόλισμά του. Όταν τελείωσε και το στόλισμά του, ξεκινούσαν όλοι για το σπίτι της νύφης, πάλι με τη συνοδεία λύρας (κεμεντζέ). Μπροστά πήγαιναν ο γαμπρός με τον κουμπάρο. Ο γαμπρός, συνήθως, πήγαινε πάνω σε άσπρο ή κόκκινο άλογο. Όταν πλησίαζε, συναντούσε μπροστά του έναν τοίχο, από τους συγγενείς της νύφης. Ο ρόλος του τοίχου ήταν να εμποδίσει το γαμπρό να μπει στο σπίτι της νύφης. Ο μόνος τρόπος για να διαλυθεί ήταν να πληρώσει ο γαμπρός. Δώριζε μια κότα και ένα κρασί και τότε του επέτρεπαν να περάσει.

Στη συνέχεια, κατέβαινε από το άλογο, έμπαινε με το δεξί και αγκάλιαζε την πεθερά του. Οι συγγενείς του, που τον συνόδευαν, παρέδιδαν στη νύφη τα νυφιάτικά της και ένα ψωμί (ευλογημένο από παπά), το οποίο έκοβαν στη μέση και το έτρωγαν οι δυο αντιπρόσωποι των οικογενειών.

Την ώρα του στολισμού της νύφης, συγκεκριμένα τη στιγμή που φορούσε το νυφικό της, έκλαιγαν μάνα και κόρη γιατί αποχωρίζονταν. Τη στιγμή εκείνη ετοίμαζε η πεθερά φούστουρο (αυγά ομελέτα) –θεωρούταν καλό φαγητό– στο γαμπρό κι εκείνος με τη σειρά του την καλόπιανε δωρίζοντάς της ένα ασημένιο νόμισμα.

Μετά απ’ αυτά, ξεκινούσαν για την εκκλησία. Γαμπρός, νύφη και κουμπάρος πήγαιναν καβάλα σε άλογα. Πίσω τους ακολουθούσαν οι υπόλοιποι. Τη συγκεκριμένη στιγμή ο λυράρης έπαιζε λυπητερό τραγούδι, γιατί πλησίαζε η στιγμή του αποχωρισμού της κόρης από τη μάνα.

AVGI.PONTIAKOS.GAMOS.20.8.2015.5

Στην εκκλησία, τη στιγμή του ″χορού του Ησαϊα″, οι καλεσμένοι έριχναν ξηρά μούρα (τσεμίτσε), ρύζι, σιτάρι και άλλοι χρήματα, τα οποία μάζευαν τα μικρά παιδιά. 

Νιόπαντρο ζευγάρι στην Πολίχνη, 1952.

 Μετά τα στεφανώματα η γαμήλια πομπή παλαιότερα πορεύονταν στο σπίτι του γαμπρού όπου η μάνα του υποδεχόταν τη νύφη της με τη φράση «έλα καλέσσα οικοκυρά…να είσαι στερεωμέντσα και προκομέντσα». Τη φιλούσε και τη δώριζε χρυσαφικά. Τότε η νύφη έσπαζε ένα πιάτο στην είσοδο του σπιτιού, έθιμο που διασώζεται και στις μέρες μας. Εκεί άρχιζε το «τσουμπούς» (το γλέντι) με όλα τα προετοιμασμένα εδέσματα, για τα οποία φρόντιζαν οι γυναίκες συγγενείς του γαμπρού. Τα όργανα , όπως η ποντιακή λύρα, το νταούλι και το κλαρίνο ηχούσαν ως το ξημέρωμα και οι προσκεκλημένοι δεν κουράζονταν να χορεύουν. Ο χορός συνοδεύονταν με τραγούδι και άφθονο ποτό. Στους καυκάσιους πόντιους (σήμερα στην περιοχή του Κιλκίς) επικρατεί το έθιμο του δωρίσματος «χάρισμαν» στους νιόπαντρους κατά τη διάρκεια του γαμήλιου γλεντιού. Όλοι οι συγγενείς και οι φίλοι ανταποκρίνονταν στο κάλεσμα που τους απηύθυνε ένας βροντόφωνος «ο τελάλης» για τη συγκέντρωση των δώρων «φέρτε, φέρτε, φέρτε, και το πισ’ πα μ’ έρτε. Εκατόν, δακόσα , χίλια πεντακόσια» «ο τάδε …. Χαρίζ’ σον γαμπρόν και ση νύφεν …….. Ο Θεός ν’ αξιών’ ατόν και σα παιδί’ ατ.». Το νιόπαντρο ζευγάρι συγκεντρώνει ένα σεβαστό ποσό για το ξεκίνημα της καινούργιας ζωής .  Μετά τα μεσάνυχτα και μετά το χάρισμα τηρούσαν ένα άλλο έθιμο. Το «θήμιγμα ή θήμισμα» ήταν πιο πολύ έθιμο παρά χορός. Πρόκειται για έναν κύκλο χορού που τον αποτελούσαν εφτά μονοστέφανα ζευγάρια , ανδρόγυνα δηλαδή που έχουν έρθει σε πρώτο γάμο, και ένας επιπλέον χορευτής. Στο χορό μπαίνει και το νιόπαντρο ζευγάρι με τον κουμπάρο και την κουμπάρα την παρανφ’σα, αν υπάρχει. Στη μέση του χορού βρίσκονταν τα όργανα, συνήθως ο λυράρης, παίζοντας και τραγουδώντας, και ο παπάς με το θυμιατό του θυμιάζοντας τους νεόνυμφους και τους χορευτές. Η παρουσία του παπά σιγά σιγά εγκαταλείφθηκε εδώ στη Ελλάδα, εκεί όπου διατηρείται  το έθιμο. Κατά τη διάρκεια του τραγουδιού και του χορού δίνονταν συμβουλές , υποδείξεις , ευχές αλλά και παινέματα για τη νύφη. Ο χορός ήταν ομαλός, το ομάλ. Οι χορευτές κρατιούνται από τις παλάμες στο ύψος του ώμου. Κάθε ζευγάρι κρατάει μια λαμπάδα αναμμένη .Το όνομα του χορού θήμισμα ή θήμιγμα προέρχεται από παράφραση του ρήματος φημίζω (θημίζω) αυξάνω τη φήμη κάποιου, δηλαδή του ζευγαριού και μάλιστα της νύφης. « Θημεί, θημεί τον έγγαμον, θημεί και την εγγάμσα…»   Τα εφτά μονοστέφανα ζευγάρια, καθαρά χριστιανικός συμβολισμός, συμβολίζουν τις εφτά ημέρες της δημιουργίας, της οποίας ενσάρκωσης πρέπει να αποτελέσει το καινούργιο ζευγάρι. Ο  επιπλέον χορευτής στον κύκλο, το «τεκ’», το μονόν, είναι γνώρισμα της αυξημένης ευαισθησίας στις προλήψεις, που υπήρχε στον Πόντο και σ’όλη την Ελλάδα. Ήταν η άμυνα στη βασκανία και σε κάθε κακό από το οποίο έπρεπε να προφυλαχτεί το νιόπαντρο ζευγάρι.

ΠΗΓΕΣ

  • www.stargamos.gr
  • www.xanthi.ilsp.gr
  • https://el.wikipedia.org
  • 3lyk-polichn.thess.sch.gr
  • http://efxinospontos.gr/eidiseis/1285-anaparastasi-pontiakoy-gamou-stin-avgi-lagkada

Σχολιάστε

Top