Η ΦΟΝΙΣΣΑ

   ΕΝΤΥΠΩΣΕΙΣ ΜΑΘΗΤΩΝ ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΠΡΟΒΟΛΗ

Την Πέμπτη 7/12 και την Παρασκευή 8/12 το σχολείο μας παρακολούθησε την «Φόνισσα» σε σκηνοθεσία της Εύας Νάθενα στο κινηματοθέατρο του Δήμου Νεάπολης-Συκεών. Ακολουθούν δυο κείμενα με εντυπώσεις και σκέψεις μαθητών, το πρώτο της Τσαγκαράτου Μαρίας της Γ Λυκείου και το δεύτερο της Ελένης Γκαμσίζη της Α Λυκείου. 

Η  ΦΟΝΙΣΣΑ

ΣΥΝΟΠΤΙΚΑ:

Μια ταινία όπου δε χωράνε ελαφρότητες ούτε ωραιοποιήσεις. Τα πάντα είναι βαριά μαζεμένα, όπως οι ζωές των ανθρώπων -κυρίως των γυναικών- εκείνη την εποχή. Περιγράφει ρεαλιστικά την κοινωνική δυναμική μιας εποχής που εξερευνάται μέσα από έναν τραγικό χαρακτήρα. Εξαιρετική σκηνοθεσία με πλάνα που θυμίζουν Αγγελόπουλο. Το σενάριο αν και λιτό χωρίς πολλούς διαλόγους, βαθιά στοχαστικό  που σε γεμίζει δέος και βαθιά συγκίνηση. H αλλαγή στο χρόνο και τα περάσματα από την πραγματικότητα στην ανάμνηση και στον εφιάλτη αξιοθαύμαστα με ερμηνεία κέντημα και τη σκηνή της αυτοχειρίας καθηλωτική.

ΕΙΔΙΚΟΤΕΡΑ:

Μέσα από την αναδρομή στο παρελθόν ο θεατής μαθαίνει κάποια σημαντικά στοιχεία για τη ζωή της γραίας. Όπως ότι η νοσηρότητα στη σχέση με την μητέρα της επέδρασε καταλυτικά στη διαμόρφωση της προσωπικότητας και της ψυχοσύνθεσης της, καθώς, φανερώνεται από τον τρόπο με τον οποίο την προίκισε και την πάντρεψε  η ανακούφιση και βιασύνης της να την «ξεφορτωθεί». Επομένως, η Χαδούλα (Φόνισσα) νιώθει παραγκωνισμένη και ανυπεράσπιστη από την ίδια της την οικογένεια και έτσι, αποτελεί μία μαρτυρική μορφή που έχει ως σκοπό να σώσει γονείς και κόρες από τα κακά που επιφέρει η ύπαρξή των γυναικών που κατά τη γνώμη της είναι αβάσταχτη και ανώφελη.(Μην ξεχνάμε όμως, ότι εκείνα τα χρόνια ότι οι κόρες ήταν δυσβάσταχτο φορτίο, γιατί δε κρατούσαν ζωντανό το επώνυμο και λόγω του επαχθή θεσμού της προίκας, οπότε η άποψη της δεν ήταν άτοπη).Ακόμη, γίνεται φανερή και η σύνδεση μεταξύ της θείας με την ανθρώπινη δικαιοσύνη από τον τρόπο που  εκείνη διαπλάθει και ερμηνεύει τη θρησκεία με τρόπο που δικαιολογεί τα εγκλήματα της.

ΤΣΑΓΚΑΡΑΤΟΥ ΜΑΡΙΑ

«Φόνισσα»

Η ταινία που παρακολουθήσαμε την Πέμπτη 7/12 ήταν βασισμένη στο ομώνυμο ηθογραφικό διήγημα του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη, ένα διήγημα γνωστό σε πολλούς. Παρατήρησα βέβαια κάποιες διαφορές  μεταξύ της ταινίας και του διηγήματος. Όμως με αυτές τις αλλαγές είναι φανερό πως ο σκηνοθέτης δίνει την προσωπική του άποψη αλλά και η ιδιαίτερη ερμηνεία των ηθοποιών, που ξεχώριζε, είχε σημαντικό ρόλο. Οι εκφράσεις των προσώπων τους αλλά και η στάση του σώματος τους απέδιδε απόλυτα τα χαρακτηριστικά και τα συναισθήματα του κάθε ρόλου. Επιπρόσθετα το τοπίο που επιλέχθηκε απεικόνιζε την  σκληρότητα εκείνης της εποχής, όπως ο γκρίζος και σκοτεινός ουρανός, που επικρατούσε σε όλη την διάρκεια της ταινίας. Τα σπίτια αποτελούμενα από μεγάλους πέτρινους τοίχους και τοποθετημένα σε υψόμετρο ήταν σίγουρα μια λεπτομέρεια που κέρδιζε τις εντυπώσεις. Βέβαια από τις πληροφορίες που παίρνουμε, τα γυρίσματα πραγματοποιήθηκαν στην Μάνη και όχι στο νησί του συγγραφέα, τη Σκιάθο.

Η άποψη μου είναι ότι οποιοσδήποτε θελήσει να δει αυτήν την ταινία καλό θα ήταν να μελετήσει πρώτα το βιβλίο. Αυτό θα βοηθήσει στην κατανόηση κάποιων σκηνών που ήταν δυσνόητες λόγω των περίπλοκων σκέψεων της Φραγκογιαννούς, της κύριας ηρωίδας. Οι μεταβάσεις ανάμεσα στις σκέψεις της και στην πραγματικότητα ήταν αυτό που μπέρδεψε ίσως τους περισσότερους, κατά την γνώμη μου. Όμως πράγματι αυτό αποδείκνυε όλα όσα συνέβαιναν στο μυαλό της φόνισσας και την πολυπλοκότητα της κατάστασης.

Κατά την προσωπική μου γνώμη, όλοι οι ηθοποιοί  που επιλέχθηκαν αντιπροσώπευαν απόλυτα τον κάθε χαρακτήρα. Συγκεκριμένα όμως η ερμηνεία της Μαρίας Πρωτόπαππα ήταν αυτή που με εντυπωσίασε. Το πρόσωπο της δεν έπαιρνε σχεδόν ποτέ μια συγκεκριμένη έκφραση αλλά απέδιδε με επιτυχία το πόσο σκληρή και άπονη ήταν η μητέρα της Φραγκογιαννούς.

Επίσης η ενδυμασία ήταν ένα στοιχείο που δεν πέρασε απαρατήρητο. Φαίνονταν ρούχα ταλαιπωρημένα και υπερβολικά  πολλές φορές φορεμένα, καθώς δεν υπήρχαν πολλά από τα απαραίτητα της καθημερινότητας τους. Μια εξαίρεση ήταν οι γάμοι,όπου όλοι φορούσαν άσπρα ρούχα αλλά και πάλι ξεθωριασμένα από τον καιρό. Τέλος η φράση η οποία με έβαλε σε σκέψεις ήταν «ψηλώνει ο νους σου». Κατά αυτόν τον τρόπο ο συγγραφέας καταφέρνει να μας μεταδώσει το μήνυμα πως η Φραγκογιαννού, σε σχέση με όλα τα βιώματα και τα τραύματα της, φτάνει στο σημείο όπου το σώμα της περνάει και την λογική της. Τα χέρια της δεν είναι ελεγχόμενα από την ίδια. Το μυαλό της είναι άρρηκτα συνδεδεμένο με το παρελθόν και είναι και ο λόγος που λειτουργεί με αυτόν το τρόπο. Βέβαια τα όσα βλέπει, δηλαδή την τραγική κατάσταση των γυναικών και ακόμα των μικρών κοριτσιών του χωριού, δεν τη βοηθούν αλλά την παροτρύνουν στις αποτρόπαιες πράξεις της, με την δικαιολογία πως θα σώσει αυτά τα κορίτσια από την σίγουρη μοίρα τους.

Ελένη Γκαμσίζη Α’2

 

ΓΚΛΑΒΟΠΟΥΛΟΥ ΑΝΔΡΟΝΙΚΗ
Περί ΓΚΛΑΒΟΠΟΥΛΟΥ ΑΝΔΡΟΝΙΚΗ 10 Άρθρα
Καθηγήτρια Αγγλικών. Μέλος της ομάδας διαχείρισης του περιοδικού.

Κάντε το πρώτο σχόλιο

Υποβολή απάντησης