Η μάχη των Βρυσακίων (15 Ιουλίου 1821)

Ο Ομέρ Βρυώνης, θέλοντας να εξουδετερώσει την επανάσταση στην Εύβοια, για να έχει τα χέρια του ελεύθερα προς εύκολη καθυπόταξη της Ανατ. Στερεάς και κατόπιν της Πελοποννήσου, έφθασε στη Χαλκίδα από τη Θήβα με 2.000 στρατιώτες τον Ιούλιο του 1821.

Οι Χαλκιδαίοι τούρκοι είπαν στο Βρυώνη ότι οι Έλληνες είναι επαναστάτες χωριάτες και ανίκανοι για πόλεμο. Ο Αγγελής Γοβιός, προβλέποντας έξοδο των Τούρκων και επικείμενη μεγάλη μάχη, τοποθέτησε τους στρατιώτες του ως ακολούθως: Αυτός με 300 εκλεκτούς κατέλαβε το οχύρωμα των Βρυσακίων στην θέση Ουρδί. Τους υπολοίπους στρατιώτες, περίπου χίλιους, τους διαμοίρασε, ένα μέρος με οπλαρχηγούς τον Κώτσο και τον Αγγελή Νικολάου τοποθέτησε ανατολικά και τους άλλους με αρχηγό τον Μπαλαλά νότια. Από τη θάλασσα παρακάλεσε το πλοίο του Κριεζή και τα πλοία της Λίμνης να πλησιάσουν στην ξηρά και να υποστηρίξουν το οχύρωμα και να βγάλουν από τα πλοία τέσσερα κανόνια στην ξηρά υπό τον άξιο ναυτικό Θεόδωρο Μπούφη.

Ο Αγγελής τρέχει στα χαρακώματα και εμψυχώνει τους άνδρες του με αυτά τα λόγια: «Αδέρφια μου, μην τους φοβάσθε τους χαλιτούπηδες, τους ρεζίληδες τουρκοχαλκιδαίους. Όσοι και νάναι, με τη δύναμη του Θεού, εύκολα θα τους χαλάσουμε. Αδέρφια, σήμερα θα δοξάσουμε τα ευβοϊκά όπλα».

Οι Έλληνες, έχοντας εμπιστοσύνη στον αρχηγό τους και στη βοήθεια των πλοίων, ανέκτησαν μεγάλο θάρρος κι έγιναν ατρόμητοι.

Στις 15 Ιουλίου 1821, ο Ομέρ Βρυώνης βγήκε από το Φρούριο της Χαλκίδας με τους Αρβανίτες του, με τους Χαλκιδαίους τούρκους και με ιππικό και πυροβολικό και πήρε θέση απέναντι από το Ελληνικό στρατόπεδο.

Ο Αγγελής, γνωρίζοντας ότι αρχηγός των τούρκων ήταν ο Βρυώνης, εκμυστηρεύτηκε την αλήθεια μόνο στον Κώτσο και τον Μπαλαλά δίνοντάς τους θάρρος, ενώ στους άλλους είπε ότι είναι Τούρκοι Χαλκιδαίοι, χαύνοι και δειλοί, τους οποίους με τη βοήθεια του Θεού εύκολα θα καταστρέψει.

Ο Βρυώνης άρχισε τον κανονιοβολισμό για να καταστρέψει το οχύρωμα των Ελλήνων. Οι Έλληνες επέμεναν καρτερικά και άρχισαν να πυροβολούν όταν πλησίασαν οι Τούρκοι κι ύστερα από διαταγή του Αγγελή. Η μάχη άρχισε και από τα δυο μέρη με πείσμα. Οι Έλληνες ιερείς, ντυμένοι με τα ιερά τους άμφια, περιφέρονταν στο στρατόπεδο των Ελλήνων ψάλλοντας: «Σώσον Κύριε τον λαόν Σου και ευλόγησαν την κληρονομίαν Σου…». Ανέπεμπαν δε δεήσεις στο Θεό για τη συντριβή του εχθρού και έδιναν μεγάλο θάρρος στους αγωνιστές.

Ο Ομέρ Βρυώνης, για να παρακολουθήσει την εύκολη μάχη, όπως τη φανταζόταν, καθόταν στη θέση «Τρύπιο Λιθάρι» και από εκεί παρακολουθούσε τον αγώνα. Όταν είδε την εξέλιξη της μάχης, που ήταν ντροπή γι” αυτόν, αναφώνησε σαν άλλος Ξέρξης: «Μωρ’ αυτά δεν είναι ρεντίφικα τουφέκια, όπως μου είπαν, παρά είναι κλέφτικα και Σουλιώτικα».

Οι τούρκοι, επί επτά ώρες συνεχώς πολεμούσαν πεισματικά τους Έλληνες και τρεις φορές επιτέθηκαν κατά των οχυρωμάτων τους, αλλά και τις τρεις φορές αποκρούστηκαν αποδεκατισμένοι από το εύστοχο βόλι των Ελλήνων και των τηλεβολημάτων των πλοίων.

Ο Βρυώνης, βλέποντας το μάταιο και ανώφελο του αγώνα, απελπίστηκε και οπισθοχώρησε ντροπιασμένος για τη Χαλκίδα. Στην οπισθοχώρηση τους οι Τούρκοι έπεσαν στα βαλτώδη νερά του Κωλοβρέχτη και βούλιαξαν πολλοί. Στην άτακτη φυγή τους εγκατέλειψαν στο δρόμο και δυο κανόνια.

Στη μάχη οι τούρκοι είχαν 70 νεκρούς και 150 τραυματίες. Από τους Έλληνες δεν φονεύθηκε κανένας. Οι τούρκοι είχαν τη γνώμη πως ήταν ακόμη αρχηγός ο ανίκανος Βερούσης, γι” αυτό την έπαθαν και την πλήρωσαν ακριβά.

Στη μάχη πολέμησε για πρώτη φορά υπό τον αρχηγό Σούτα και διακρίθηκε για το απαράμιλλο θάρρος και τον ηρωισμό του, ο μελλοντικός οπλαρχηγός της Εύβοιας Καρύστιος Νικολ. Κριεζώτης. Λέγεται ότι ο Κριεζώτης συνάντησε  τον Αγγελή στα τέλη Μαΐου του 1821 στα Βρυσάκια και τον παρακάλεσε να τον συγκαταλέξει μεταξύ των στρατιωτών του. Στην αρχή δίστασε γιατί φοβήθηκε για προδοσία, αλλά πείστηκε όταν του είπε, ότι καταγόταν από τα Κριεζά και ήταν χριστιανός. Όταν λοιπόν είπε ο Αγγελής στον Γιώτση «πάρε τον Κριεζώτη στους άνδρες σου» από την στιγμή εκείνη στην ιστορία  έμεινε με το όνομα  Κριεζώτης, ενώ ξεχάστηκε το πραγματικό του όνομα που ήταν  Χαραχλιάνης (Τσαούσης, 1998). Όταν ο Κριεζώτης του ζήτησε όπλο ο Αγγελής του είπε  «τα παλικάρια τα όπλα τα παίρνουν  με το χέρι τους στην μάχη» (Κουλόπουλος 1930).

Έδειξε τέτοια ανδρεία, που προκάλεσε την προσοχή του Γοβιού και του Κώτσου και έδειξε σε αυτούς τι μπορεί να προσφέρει μελλοντικά στην πατρίδα του.

ΠΗΓΗ : https://averoph.wordpress.com/

            https://www.matia.gr/egrapsan/prosopa/ethniki-iroes-evergetes/kotsos-dimitrioy-aggelis-govios.html

Άννα Τριάντη  Γυμνάσιο

Σχολιάστε