Και το πουλί παράκουσε κι αλλιώς επήγε κι είπε:
« Στολίσου, γίνε όμορφη και σε ζητά ο κύρης».
Στολίστηκε η όμορφη και τρέχει προς τη ρούγα
να συναντήσει τον άντρα της τον χιλιοπονεμένο.
Τη βλέπει ο πρωτομάστορας κι ανοίγεται η καρδιά του.
Ξεχνά αυτά που άκουσε και της χαμογελάει.
«Ήρθες αστέρι όμορφο και γιόμισε η καρδιά μου».
Και την επαίρνει αγκαλιά και τη γλυκοφιλάει.
Ευθύς πηδάει στο κενό και πέφτει μες στη λάσπη.
Οι μαθητάδες τρέχουνε με τα μυστριά στα χέρια .
Ο πρωτομάστορας γελά και σκέφτεται την κόρη.
«Ας ειν’ γερό και σταθερό της Άρτας το γιοφύρι
Να περπατά η όμορφη και ‘γω να καμαρώνω».
Νικόλας Παπαδημητρίου