Γουρούνια με φτερά των Μάρκο Ραντίτσε και Λίντια Ραβέρα

Γουρούνια με φτερά

μια νουβέλα των Μάρκο Ραντίτσε και Λίντια Ραβέρα

του Ορέστη Καραχάλιου

Λίγα λόγια…

  Η νουβέλα “Γουρούνια με φτερά” εκδόθηκε για πρώτη φορά στην Ιταλία το 1976 από δυο ανώνυμους συγγραφείς, που χρησιμοποιούσαν τα ψευδώνυμα “Ρόκκο” και “Αντόνια”, δηλαδή τα ονόματα των δύο πρωταγωνιστών της ιστορίας. Είναι μια ερωτική νουβέλα που προσπαθεί να αποτυπώσει την πολιτιστική επανάσταση στην Ευρώπη μετά τα γεγονότα του Μάη του ‘68, μέσα από τα μάτια δύο εφήβων.

 Ο Ρόκκο και η Αντόνια είναι δυο δεκαπεντάχρονοι μαθητές από τη Ρώμη. Ζουν σε μια έντονα πολιτικοποιημένη, ψυχροπολεμική ιταλική κοινωνία όπου προοδευτικές ιδέες, κοσμοθεωρίες και τρόποι ζωής συγκρούονται καθημερινά με τη βαθιά καθολική παράδοση της χώρας. Οι ίδιοι κατάγονται από ευκατάστατες μικροαστικές οικογένειες με αριστερές πεποιθήσεις και έχουν το προνόμιο να ζήσουν μια αξιοπρεπή ζωή, με αρκετές ανέσεις και περιθώρια για πειραματισμό στην κοινωνικοποίηση τους και τον ελεύθερό τους χρόνο, σε αντίθεση με αρκετούς συνομηλίκους τους. Ο Ρόκκο περνάει τον χρόνο στους χώρους συνεδριάσεων του Κομμουνιστικού Κόμματος, διαβάζει ποίηση και λογοτεχνία, λατρεύει το rock & roll και αποκτά τις πρώτες του σεξουαλικές εμπειρίες στις καλοκαιρινές του διακοπές. Η Αντόνια, μια μάχιμη φεμινίστρια, δεν ζει και πολύ διαφορετικά από τον Ρόκκο. Συμμετέχει σε διάφορες πολιτικές δράσεις, λατρεύει τον κινηματογράφο και έχει ιδιαίτερη αδυναμία στο ποτό και τους μεγαλύτερους άνδρες. Λίγες μέρες αφότου ξεκίνα η νέα σχολική χρονιά, όταν ένας σύντροφός τους δολοφονείται από την αστυνομία, μαθητές και φοιτητές βγαίνουν στους δρόμους για να καταδικάσουν τη βίαιη καταστολή του κράτους. Μέσα σε αυτό το περιβάλλον οργής και συναισθηματικής φόρτισης, ο Ρόκκο και η Αντόνια γνωρίζονται και μετά από πολύ λίγο καιρό βιώνουν και οι δύο τον πρώτο τους έρωτα.

lg_rocco2

 Μαθαίνουμε για αυτόν τον έρωτα και από τις δύο οπτικές, με συνεχείς εναλλαγές στην πρωτοπρόσωπη αφήγηση. Ότι δεν μαθαίνουμε για αυτούς μέσα από τις συζητήσεις τους και τους μονολόγους τους μας φανερώνεται από τις επιστολές και ποιήματα που γράφουν είτε ο ένας στον άλλο είτε σε άλλα φιλικά πρόσωπα. Ο Ρόκκο και η Αντόνια αντιλαμβάνονται αυτόν τον κόσμο διαφορετικά, έχουν μοναδικές ανασφάλειες και ανησυχίες. Έχουν διαφορετική κοινωνικοποίηση και ρόλους μεγαλώνοντας στην καρδιά του καθολικισμού. Παρόλα αυτά παραμένουν δυο ερωτευμένα γουρούνια που γεμίζουν τη μοναξιά τους ο ένας με τη ζοφερή συντροφιά του άλλου. Γελούν, κλαίνε, χαίρονται, λυπούνται, πίνουν και κάνουν σεξ μαζί. Στο τέλος η σχέση τους θα πέσει και αυτή θύμα της αναπόφευκτης τραγικότητας της ζωής και δυο αποχαιρετιστήρια γράμματα είναι το τελευταίο που θα απομείνει από αυτόν τον εκρηκτικό και σύντομο έρωτα.

 Αν και το βιβλίο δεν είναι το πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα λογοτεχνικής τελειότητας, η κοινωνική κριτική που ασκεί και η ακριβής αποτύπωση των ραγδαίων αλλαγών στην Δυτική Ευρώπη της δεκαετίας του ‘60 και του ‘70 το καθιστούν ένα σημαντικό ιστοριογραφικό και ανθρωπολογικό έργο. Προσεγγίζει ζητήματα όπως τον φεμινισμό, τις σχέσεις ανάμεσα στα δύο φύλα, τη σεξουαλικότητα, την ομοφυλοφιλία, την πολιτική, την αντισυμβατικότητα και άλλα πολλά με μια πιο ανθρώπινη και ευαίσθητη ματιά. Οι σκέψεις, οι προβληματισμοί και οι ανησυχίες ενός εφήβου δεν θα μπορούσαν να παρουσιαστούν καλύτερα από το χιουμοριστικό και υβρεολογικό ύφος που ζωγραφίζουν τις σελίδες του βιβλίου. Η λογοτεχνική αποτίμηση των πολιτιστικών επαναστάσεων και της αντικουλτούρας που συντάραξε τον συντηρητισμό και τη συμβατικότητα, βρήκε τεράστια απήχηση σε νέους και νέες σε όλη την Ιταλία, με αποτέλεσμα το βιβλίο να σημειώσει μισό εκατομμύριο πωλήσεις σε έναν χρόνο, μια απρόσμενη επιτυχία!

 Η τεράστια επιτυχία του βιβλίου φυσικά “ξεσκέπασε” τις ταυτότητες των, δύο ανώνυμων μέχρι τότε, συγγραφέων, του Μάρκο Ραντίτσε και της Λίντια Ραβέρα. Ο Ραντίτσε ήταν ψυχίατρος και η Ραβέρα δημοσιογράφος, αυτό που τους έφερε κοντά όμως ήταν η κοινή τους αγάπη για τη λογοτεχνία και τα ερεθίσματα που έλαβαν και οι δύο ως έφηβοι που συμμετείχαν ενεργά στα γεγονότα του Μάη του ‘68. Δεν είναι τυχαίο πως μια τόσο αξιόπιστη καταγραφή εκείνης της περιόδου έγινε από δύο -τότε- εφήβους, που όταν ήταν πλέον ενήλικες ένιωσαν την ανάγκη να μοιραστούν τις έντονες εικόνες της επανάστασης και του έρωτα, όπως τις έζησαν οι ίδιοι. Δεν ξανασυνεργάστηκαν ποτέ και ούτε εξέδωσε κάποιος από τους δύο έργο που συναγωνίστηκε την ποιότητα και την επιτυχία του “Γουρούνια με φτερά”, κάτι που φανερώνει πολλά για την αξία αυτής της νουβέλας.

 Το βιβλίο ήταν για μένα μια εκπληκτική καλοκαιρινή απόλαυση. Με έκανε να σκεφτώ, να ταυτιστώ μα πάνω απ’ όλα να ονειρευτώ. Να ονειρευτώ για έναν καλύτερο κόσμο όπου ο έρωτας θα είναι εφικτός και ακαταπίεστος, τον ίδιο κόσμο που ονειρεύτηκαν έφηβοι πενήντα και εξήντα χρόνια πριν από μένα. Ίσως αυτή είναι η πιο τραγική αλήθεια που πρέπει να αποδεχτεί κανείς διαβάζοντας αυτό το βιβλίο, ότι οι ανησυχίες και οι προβληματισμοί των ανθρώπων που έζησαν πριν από εσένα είναι ίδιοι με τους δικούς σου. Ο κόσμος δεν έχει αλλάξει πολύ από τότε, την επαναστατική ορμή των νέων συνάντησε ένα νέο κύμα συντηρητικοποίησης και βρισκόμαστε πάλι στο σημείο μηδέν. Το πόρισμά μου; Ο αγώνας για την ελευθερία και τη δικαιοσύνη είναι αέναος.

 Οι αγαπημένες μου φράσεις από το βιβλίο:

 “Εξακολουθώ να είμαι υπερ-επαναστατικός. Με σύντομες περιόδους διακοπών για να ξεκουράζομαι.”

 “Ένας δικός μας νεκρός παραμένει δικός μας και είναι δικός μας, και τον τιμούμε με το δικό μας τρόπο.”

 “Εγώ συνήθως δεν φωνάζω και δεν τραγουδάω και δεν κάνω τέτοια πράγματα, γιατί κατά κάποιο τρόπο νιώθω αμηχανία και με κάνει να νιώθω ηλίθιος.”

 “Δεν ξέρω καν αν εσύ ο ίδιος μου λείπεις ή κάποιος για να κάνω έρωτα μαζί του.”

 “Όλοι μιλάνε για μας, γιατί όλοι μιλάνε για τη νεολαία, αλλά εμείς δε μιλάμε ποτέ. Δεν έχουμε δικαίωμα λόγου. Μας πηγαίνουν από δω και από κει, φλυαρώντας πομπώδικα για τις ανάγκες μας.”

 

 

 

Κάντε το πρώτο σχόλιο

Υποβολή απάντησης