
Από τους: Κωνσταντίνο Βλαδίκα (Α2), Νιρέλα Γαϊσίδου (Β1) και Γιώργο Παπαντωνόπουλο (Β2)
Επιμέλεια κειμένου: Νιρέλα Γαϊσίδου
Με αφορμή την πρόσφατη ίδρυση μουσείου Μακεδονικού Aγώνα στην πόλη της Έδεσσας, θελήσαμε να εγκαινιάσουμε το νέο τεύχος της εφημερίδας μας, φιλοξενώντας μία συνέντευξη με τον ιδρυτή/δωρητή του μουσείου κ. Χρήστο Γέσιο και τον πρόεδρο του διοικητικού συμβουλίου κ. Φίλιππο Γκιούρο.
Μας χαροποίησε ιδιαίτερα η άμεση ανταπόκριση τόσο προέδρου του συμβουλίου όσο και του ιδρυτή, καθώς και το γεγονός ότι ήταν πρόθυμοι να συζητήσουν μαζί μας και να απαντήσουν στις ερωτήσεις μας. Η ξενάγηση στους χώρους του μουσείου μας άφησε έκπληκτους και φανερά αισιόδοξους για τον τόπο μας, δίνοντάς μας την ευκαιρία να γνωρίσουμε καλύτερα την ιστορία του σε ένα κλίμα υποβλητικό.
Έτσι, αφού περιηγηθήκαμε σε όλους τους χώρους του μουσείου, ο κ. Γέσιος σε σύνδεση από την Αμερική, όπου κατοικεί ήταν έτοιμος να απαντήσει στις ερωτήσεις που του θέσαμε.
Παρακάτω παραθέτουμε το πλήρες κείμενο της συνέντευξης:
- Αρχικά θα θάλαμε να μας περιγράψετε τον λόγο που αποτέλεσε το έναυσμα για την ιδέα της ίδρυσης του μουσείου.
«Η απάντηση είναι απλή. Η πόλη της Έδεσσας πάσχει από έλλειψη μουσείων και έτσι θέλησα να λάβω πρωτοβουλία ώστε να ανατραπούν τα δεδομένα αυτά. Επιπλέον ένιωθα ότι δεν υπάρχει επαρκής κάλυψη όσον αφορά στην ιστορία του Μακεδονικού Αγώνα τόσο στην Έδεσσα όσο και σε γειτονικές περιοχές όπως είναι αυτή των Γιαννιτσών και της Καστοριάς, οι οποίες συνέβαλαν καθοριστικά σε αυτόν. Οπότε, πίστευα έντονα ότι η ιστορία αυτή πρέπει με κάποιον τρόπο να ειπωθεί και να λέγεται, ιδιαίτερα στη νέα γενιά. Έτσι, συνέπεσε να είμαι κάτοχος αυτού του κτηρίου γεγονός που «αγκάλιασε» την συγκεκριμένη ιδέα και ύστερα από συζητήσεις με κοντινά μου πρόσωπα με οδήγησε σε αυτήν την απόφαση».
- Ποιες ήταν οι δυσκολίες που αντιμετωπίσατε στον αγώνα για τη δημιουργία ενός τέτοιου έργου;, Είχατε την υποστήριξη της πολιτείας;
«Στον αγώνα για τη δημιουργία αυτού του έργου είχαμε την υποστήριξη της πόλης. Όταν έγινε το ξεκίνημα επί δημάρχου Γιάννου, εκείνος και το δημοτικό συμβούλιο δέχτηκαν με θέρμη την προσφορά. Στη συνέχεια βέβαια και η νέα δημοτική αρχή ήταν πολύ φιλική και ο δήμαρχος πάντα πρόθυμος να βοηθήσει. Ωστόσο, η υλοποίηση του έργου ξεκίνησε επί πανδημίας, κατάσταση η οποία επέφερε κάποιες χρονικές καθυστερήσεις. Σε αυτές, βέβαια προστίθενται και το χρονικό διάστημα που απαιτήθηκε για την ενίσχυση του κτηρίου λόγω της παλαιάς του κατασκευής, αλλά και η συλλογή του υλικού η οποία τελικά πραγματοποιήθηκε από διάφορες πηγές. Παρά τις δυσκολίες όμως είχαμε τη χαρά στις 18 Οκτωβρίου, ημέρα απελευθέρωσης της Έδεσσας, να τελέσουμε τα εγκαίνια.»
-Είστε ικανοποιημένος από το αποτέλεσμα της προσπάθειας αυτής; Νιώθετε ότι έχουν επιτευχθεί οι στόχοι σας;
«Είμαι πολύ ικανοποιημένος από το αποτέλεσμα της προσπάθειας καθώς και από την ομάδα που εργάστηκε γι’ αυτό. Φυσικά σε αυτήν συμμετείχε και η μικρότερη κόρη μου Χριστίνα ως αρχιτέκτονας με τον σύζυγό της, Δημήτρη Κολιαβήμα, ο οποίος είναι γραφίστας και επιμελήθηκαν μαζί την έκθεση, ενώ τα αρχικά σχέδια είχαν γίνει από τον αρχιτέκτονα Θωμά Τσουκαλά. Σε αυτούς, λοιπόν, οφείλεται το αποτέλεσμα που βλέπετε. Εγώ είχα μία επίβλεψη με την ιδιότητα του αρχιτέκτονα που κατέχω και με χαρά παρακολουθούσα την εξέλιξη και τελικά την ολοκλήρωση του έργου. Ελπίζω ότι το μουσείο θα αποδειχθεί μία ζωντανή οντότητα και θα ανανεώνεται με άλλα εκθέματα καθώς περνάει ο χρόνος, συνεισφέροντας παράλληλα στην πνευματική και κοινωνική ζωή της πόλης».
-Πως αποφασίσατε να υλοποιήσετε το έργο αυτό σε μία επαρχιακή πόλη, όπως είναι η Έδεσσα, και δεν επιλέξατε μία μεγαλύτερη περιοχή;
«Η Έδεσσα πρώτα απ’ όλα είναι ο τόπος που γεννήθηκα. Παρόλο που μεγάλωσα στη Θεσσαλονίκη πάντα την επισκεπτόμουν και την αγαπούσα πολύ. Ακόμη από πρακτική προσέγγιση, το κτήριο βρισκόταν στην Έδεσσα. Βέβαια, ο όρος Μακεδονικός αγώνας είναι ευρύτερος, αφού καλύπτει ολόκληρη τη Μακεδονία. Για τον λόγο αυτό, προσπαθήσαμε ακόμη και ιστορικά να τονίσουμε τη διάκρισή της με την υπόλοιπη Ελλάδα. Έτσι, θα έλεγα πως η επιλογή της Έδεσσας ήρθε με έναν τελείως φυσικό τρόπο».
Τις κατατοπιστικές απαντήσεις του κ. Γέσιου, ακολουθούσαν αυτές του προέδρου κ. Φίλιππου Γκιούρου ο οποίος εκπροσωπώντας το διοικητικό συμβούλιο του Μουσείου δήλωσε:
|
-Αρχικά θα θέλαμε να μας πείτε πως δεχτήκατε την πρόταση του κ. Γέσιου για την ίδρυση του μουσείου και πόσος χρόνος απαιτήθηκε για την υλοποίησή της;
« Με τον κύριο Γέσιο εγώ ως πρόεδρος του μουσείου γνωρίστηκα μέσω της θέσης μου ως προέδρου του δημοτικού συμβούλιου το 2020 – 2021. Τότε ο κύριος Γέσιος ξεκινούσε με τις εργασίες του μουσείου που ωστόσο μετά από κάποιους μήνες αναγκαστικά διακόπηκαν λόγω της πανδημίας. Αμέσως μετά, το 2022 συνεχίστηκαν εντατικά με πολλή αφοσίωση από όλο το συμβούλιο του μουσείου για το έργο που ετοιμάζαμε και που τελικά εγκαινιάστηκε στις 18 Οκτωβρίου 2024.Με τον κύριο Γέσιο , αλλά και με όλο το συμβούλιο η συνεργασία μας νομίζω ήταν και είναι πολύ καλή καθώς είναι ένας άνθρωπος ο οποίος αγαπάει πολύ την γενέτειρά του, την Έδεσσα. Χωρίς να σκέφτεται ποτέ το προσωπικό κέρδος, το μόνο που τον ευχαριστεί είναι οι θετικές κριτικές από πολίτες για το θέμα του μουσείου του Μακεδονικού Αγώνα και η όμορφη εικόνα που δημιουργεί στον κόσμο της Μακεδονίας.»
-Πόσο σημαντική θεωρείτε την ύπαρξη ενός τέτοιου μοναδικού έργου στην πόλη μας;
«Είναι σίγουρα πάρα πολύ σημαντική η ίδρυση του μουσείου αρχικά γιατί είναι ένας πόλος έλξης για τον τουρισμό που έχει η Έδεσσα καθώς για τον επισκέπτη είναι κάτι πολύ ωραίο να φεύγει από τους καταρράκτες, να έρχεται στο κέντρο της πόλης και να γνωρίζει την ιστορία της πόλης που επισκέφθηκε αλλά και της Μακεδονίας. Για το εκπαιδευτικό κομμάτι ταυτόχρονα είναι πολύ σημαντικό για τη νέα γενιά να έρχεται σε επαφή με την ιστορία του τόπου μας αν και αυτό ξεκινά από το νέο έτος όπου θα υπάρξουν εκπαιδευτικά προγράμματα και διάφορες δραστηριότητες για μικρούς και μεγάλους».
-Σκοπεύετε να αξιοποιήσετε τα σύγχρονα μέσα για την ανάδειξη του μουσείου;
«Η πρόθεση του ιδρυτή ήταν σίγουρα να υπάρχει διάδραση από τεχνολογικά μέσα και με τη βοήθεια της τεχνητής νοημοσύνης για τον επισκέπτη κάτι που εντοπίζεται σπάνια στην Έδεσσα. Εννοείται αυτό θα αναβαθμίζεται συνεχώς αφού και όλη η οικογένεια του κυρίου Γέσιου με τις κατάλληλες εξειδικεύσεις που έχουν αποκτήσει βοηθάνε απόλυτα στην ανάπτυξη του τεχνολογικού τομέα κάτι που μας χαροποιεί πολύ».
-Τι θα συναντήσει ο επισκέπτης στον χώρο του μουσείου και τι θα αποκομίσει ύστερα από την γνωριμία του με αυτό;
« Ένας ενήλικας επισκέπτης θα συναντήσει την ιστορία του τόπου, θα του εξιστορηθεί επακριβώς πως φτάσαμε στο σημείο απελευθέρωσης της Μακεδονίας από τον Τουρκικό και Βουλγαρικό ζυγό που υπήρχε εκείνη την εποχή και της οριστικής ενσωμάτωσης στο ελληνικό κράτος το 1912. Γιατί μπορεί πριν από 3 χρόνια να γιορτάστηκαν τα 200 χρόνια του ελληνικού κράτους αλλά ουσιαστικά η Έδεσσα και η Μακεδονία ελευθερωθήκαμε από το 1912 και μετά. Ο επισκέπτης θα διακρίνει τη διαφορά και θα έχει την ευκαιρία να παρατηρήσει τις τότε φορεσιές. Οι ανήλικοι επισκέπτες που θα έρθουν μέσα στο χώρο θα μάθουν την ίδια ιστορία μέσα από ένα καθαρά εκπαιδευτικό πρόγραμμα.»
-Που απευθυνθήκατε για την συλλογή του πολύτιμου υλικού που φιλοξενείτε στο μουσείο;
«Απευθυνθήκαμε στην τοπική κοινωνία που ευχάριστα ανταποκρίθηκε, σε πολλούς συλλέκτες από όλο τον ελλαδικό χώρο και αξιοποιήσαμε πολλές πηγές στο διαδίκτυο. Τέλος στην Εταιρία Μακεδονικών Σπουδών η οποία στάθηκε δίπλα μας από τη Θεσσαλονίκη όπως και στο Πολεμικό Μουσείο Αθηνών που δώρισε αρκετά κομμάτια. Επιπλέον πληροφορίες αντλήσαμε από ανώνυμους πολίτες από ευρύτερες περιοχές της Μακεδονίας και πολλούς φορείς των περιοχών αυτών».
Κλείνοντας, θα θέλαμε να ευχαριστήσουμε τον κ. Χρήστο Γέσιο και τον κ. Φίλιππο Γκιούρο τόσο για την θερμή υποδοχή και ξενάγηση στους χώρους του Μουσείου, όσο και για τη συνέντευξη που μας παραχώρησαν. Είναι άλλωστε εξαιρετικά τιμητικό η συνέντευξη αυτή να αποτελεί την αφετηρία της δεύτερης συντακτικής χρονιάς της εφημερίδας μας «ΜΑΘΗΤΙΚΗ ΠΥΞΙΔΑ»!